35 χρόνια πριν οι Βρετανοί Saxon, κυκλοφορούν ένα από κορυφαία άλμπουμ της καριέρας τους, το Denim and Leather, τρίτο μέρος μιας πολύ επιτυχημένης τριλογίας με τα ” Wheels of Steel” και “Strong Arm of the Law”, να έχουν προηγηθεί. Εμπνευσμένοι από τη λαϊκή ενδυμασία των μεταλλάδων των αρχών της δεκαετίας του ’80, με τα χαρακτηριστικά τζιν παντελόνια και τα δερμάτινα μπουφάν, βαφτίζουν ανάλογα το άλμπουμ τους, τιμώντας έτσι τους οπαδούς τους και γενικότερα το heavy metal. Είναι η τελευταία κυκλοφορία τους με τον ντράμερ Pete Gill στη σύνθεσή τους, αφού μετά από έναν τραυματισμό στο χέρι που τον αφήνει ανενεργό για κάποιο καιρό, εγκαταλείπει την μπάντα και προσχωρεί στους Motörhead .
Στο μουσικό κομμάτι, ο δίσκος περιέχει εννιά κομμάτια αγνής heavy metal με στίχους στην ίδια φιλοσοφία, απόλυτα ταιριαστούς με τις συνθέσεις, που μιλούν για μηχανές, τη μουσική, τα πάρτι κλπ. Όλα τα κομμάτια είναι καλοπαιγμένα και ο ήχος στο σύνολο του είναι καθαρός, ζωντανός, γεμάτος ενέργεια με τις κιθάρες να κλέβουν την παράσταση. Το κιθαριστικό δίδυμο των Graham Oliver και Paul Quinn συνεργάζεται άψογα, βάζοντας φωτιές με τα τρομερά riff και τα ασύγκριτα σόλο που εκτελεί. Εξαιρετικός είναι και ο τραγουδιστής τους Biff Byford που δικαίως θεωρείται ένας από τους καλύτερους στο είδος του.
Αν και δεν ήταν το καλύτερο άλμπουμ του συγκροτήματος από άποψη πωλήσεων, περιέχει μερικά ιστορικά κομμάτια, όπως το ομώνυμο, το “Never Surrender” ή το “And the bands played on”. Και φυσικά, το “Princess of the Night”, που θεωρείται ένας κλασικός, λατρεμένος ύμνος, ο οποίος μπορεί να ξεγελά λόγω του τίτλου του, όμως δε μιλάει για καμιά πριγκίπισσα, αλλά για μια παλιά ατμομηχανή, για ταξίδια και περιπέτειες.
Το “Denim and Leather”, αποτελεί δίσκο σταθμό για τους Saxon αλλά και για τη δεκαετία των ’80, με τους Βρετανούς να δείχνουν ότι είναι μια πραγματικά υπολογίσιμη δύναμη της NWOBHM σκηνής.