Βρέθηκα στη Θεσσαλονίκη λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων και ψάχνοντας να δω αν έχει κάποια συναυλία, βλέπω ότι στη Μονή Λαζαριστών παίζουν οι Swans. Ένα συγκρότημα που πέρα από το όνομα δεν ήξερα τίποτε άλλο. Έτσι δεν έχασα την ευκαιρία. Άλλωστε πόσες φορές πλέον έχουμε τη δυνατότητα να δούμε μία μπάντα που δεν ξέρουμε τίποτα από αυτήν και να ακούσουμε πρώτη φορά υλικό της σε live. Εκεί που “κρίνεται” και η μουσική δηλαδή.
Opening act ήταν ο κιθαρίστας Norman Westberg, πρώην μέλος των Swans. Για μισή ώρα με τις λούπες του, τους ambient ήχους του και γενικά τη μινιμαλιστική μουσική του, έδωσε τον τόνο για τη βραδιά που θα ακολουθούσε, σε πολύ χαμηλότερες εντάσεις βέβαια. Η παρουσία και η μουσική του κιθαρίστα φάνηκε να κερδίζει το κοινό, καθώς ο αρκετός κόσμος που είχε ήδη μαζευτεί φαινόταν προσηλωμένος σε αυτό που άκουγε. Μέχρι εκείνο το σημείο δεν ήξερα αν οι Swans που θα ακολουθούσαν θα ήταν σε παρόμοιο μουσικό μοτίβο με αυτό του Westberg, αλλά σίγουρα η περιέργεια ήταν σε υψηλά επίπεδα.
Στις 21:30, όπως είχε ανακοινωθεί από την παραγωγή, ο Michael Gira και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας παίρνουν τις θέσεις τους. Πόσο απροετοίμαστος ήμουν για αυτό που θα ακολουθούσε; Αρχικά η ένταση της μουσικής. Είχα δει πολλά σχόλια στο internet ότι όσοι πάνε στο live πρέπει να έχουν ωτοασπίδες αλλά τα θεώρησα υπερβολικά. Πόσο δυνατά να παίζει μία μπάντα σκέφτηκα; Τελικά, τόσο δυνατά ώστε να βρίζω τον εαυτό μου που τελικά δεν πήρα ωτοασπίδες. Την κατάσταση έσωσαν τα ακουστικά που είχα μαζί μου ευτυχώς. Ειλικρινά μετά από 21 χρόνια και 400+ συναυλίες, πρώτη φορά ακούω μία μπάντα να παίζει τόσο δυνατά αλλά παράλληλα ο ήχος να είναι αρτιότατος.
Μετά το αρχικό σοκ της έντασης και αφού άρχισα να το συνηθίζω, η φωνή, η επιβλητική παρουσία του Gira, η ίδια η μουσική και ο τρόπος που έπαιζε η μπάντα άρχισε να με απορροφά και να με κάνει να αποκλείω τα πάντα τριγύρω μου και να αφοσιωθώ απόλυτα σε ότι γινόταν πάνω στη σκηνή.
Σε κάποια σημεία βιώναμε την απίστευτη ένταση με τον frontman της μπάντας ως μαέστρος να διευθύνει την ορχήστρα του και σε κάποια άλλα σημεία την απόλυτη ηρεμία πριν ξανα-ξεσπάσει η καταιγίδα του θηρίου που ακούσει στο όνομα Swans.
Μπορεί τα τραγούδια της μπάντας – με ιδιαίτερα μεγάλη διάρκεια τα περισσότερα – να ήταν σαν να άκουγες κάτι σε επανάληψη, με το ίδιο μοτίβο αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν βαρετά ή μονότονα. Ήταν ξεκάθαρο ότι είχαμε την περιγραφή μιας ιστορίας με έναν αφηγητή να σε κάνει να κρέμεσαι από τα χείλη του για να ακούσεις τη συνέχεια. Υπήρχαν σημεία που ένιωθες ότι βίωνες ένα θρήνο, άλλοτε μία ανακούφιση και άλλοτε μία κάθαρση. Πραγματικά έπιασα τον εαυτό μου αρκετές φορές να νομίζει πως το κομμάτι διαρκούσε 4-5 λεπτά ενώ στην πραγματικότητα είχαν περάσει 15 λεπτά.
Εκτός από το κοινό, και η ίδια η μπάντα φαινόταν ότι δεν ήρθε απλά για να κάνει μία διαδικαστική εμφάνιση και να φύγει. Αυτό που έκαναν – και το έκαναν πολύ καλά – το ζούσαν στο έπακρο, ακολουθώντας τις οδηγίες του Gira.
Φτάνοντας στο λίγο πρόωρο τέλος της βραδιάς καθώς όπως μας πληροφόρησε ο Gira, είχε έρθει η αστυνομία ζητώντας να σταματήσει το συγκρότημα, ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι οι συναυλίες των Swans, δεν είναι απλά συναυλίες. Είναι βιωματικές εμπειρίες πολύ διαφορετικές από τα συνηθισμένα. Σίγουρα στα πρακτικά μου η συναυλία των Swans κατατάσσεται ανάμεσα σε αυτές των Dead Can Dance και του Nick Mason. Μπορεί πριν τη συναυλία τους να μην ήξερα τίποτα για την μπάντα αλλά αυτό είναι κάτι που σίγουρα θα αλλάξει.
Για το Rockoverdose.gr
Απόστολος Πανταζόγλου
Φωτογραφίες: Κατερίνα Μήτικα