Αν κάποτε μου λέγανε ''θα έρθουν οι Cirith Ungol στην Ελλάδα, θα τους χάσεις, θα βαράς το κεφάλι σου και τελικά θα τους δείς την επόμενη χρονιά να ανασταίνουν νεκρούς'', θα κλεινόμουν εθελοντικά σε ψυχιατρείο. Κι όμως όλα τα παραπάνω συνέβησαν με τη σειρά που τα περιγράφω και τελικά οι μεγάλοι Αμερικάνοι που δίδαξαν τίμιο και ουσιώδες μέταλλο πριν πολλά πολλά χρόνια, επέστρεψαν στο μέρος που πριν από 10 περίπου μήνες θριάμβευσαν χωρίς αμφιβολία και αντάμειψαν έτσι ένα κοινό που χρόνια διψούσε να τους δεί. Δεν έχει απολύτως καμία σημασία αν κάποιος θεωρεί τους Cirith Ungol καλούς ή κακούς, παρωχημένους ή επίκαιρους, σημαντικούς ή ασήμαντους στην πορεία των ετών, αυτό που έχει τη μέγιστη σημασία είναι ο σεβασμός που είχε -και συνεχίζει να έχει ακόμα- αυτό το συγκρότημα. Ομολογώ ότι οι περυσινοί διθύραμβοι από άτομα που έχουν κολλήσει πολλά ένσημα σε συναυλίες, άτομα με τεράστια μουσική γκάμα και γνώσεις επ'αυτής, ήταν ικανοί να με κάνουν να χτυπώ το κεφάλι μου, δυστυχώς δε μπορούσα λόγω ανειλημμένης υποχρέωσης που δεν αναβαλλόταν να δω μία μπάντα η οποία υπήρξε η μοναδική στο στυλ της που με έπιασε από μικρό και που μάλλον ήταν ο λόγος που δε μπόρεσα ποτέ να ακούσω κάτι ανάλογο στη συνέχεια, καθώς όλοι μου φαινόντουσαν (ή μάλλον ακουγόντουσαν) το λιγότερο αχρείαστοι, γραφικοί και οτιδήποτε αρνητικό μπορεί να φανταστεί κανείς.
Τη συναυλία άνοιξαν οι Dexter's Ward, συγκρότημα για το οποίο ισχύει στην συνείδηση μου ότι και για τους μέγιστους Cirith Ungol, όαση στην όλη τρουοκαυλίλα που επικρατεί, ενώ ποτέ δε θα ακούσω ανάλογου είδους μουσική ούτε αν απειλούν τη μάνα μου με Καλάσνικοφ, οι συγκεκριμένοι μου είχαν κάτσει καλά από το ντεμπούτο του 2011 ''Neon Lights''. Ίσως να φταίει η φοβερή φωνή του Ιταλού Mark Dexter, ή κοινώς γνωστού ως Marco Concoreggi. Φοβερή άρθρωση και απόδοση των κομματιών, και όλοι όσοι λατρεύουμε οτιδήποτε Ιταλικό, από την Γιουβέντους και την πίτσα, μέχρι τους Eldritch και τη Monica Belucci, γνωρίζουμε ότι η Αγγλική τους προφορά είναι ίσως χειρότερη ακόμα κι από την αντίστοιχη Ελληνική. Όχι όμως για τον χαμογελαστό παιχταρά που με τη στάση του ξεσήκωσε το κοινό και κέρδισε ακόμα και όσους δεν τους ξέρανε (αμφιβάλλω αν ήταν πολλοί αυτοί, καθώς οι οπαδοί του παραδοσιακού μετάλλου στην Ελλάδα, αν και πολλές φορές αμφίβολης διορατικότητας σε ''σύγχρονους'' ήχους, είναι ΠΑΝΤΑ ενημερωμένοι για ότι καλό βγαίνει στο συγκεκριμένο ήχο). Από τις μπάντες που χαίρεσαι να βλέπεις ζωντανά και που ελπίζω να παρουσιάσουν σύντομα διάδοχο του δεύτερου δίσκου ''Rendezvous With Destiny'' που βγήκε πριν 2 χρόνια περίπου, το υλικό αποδόθηκε άψογα και τους αξίζει ότι καλύτερο για τη συνέχεια, που ελπίζουμε να είναι ανάλογης έμπνευσης.
Στη συνέχεια ανέλαβε μία συγκροτηματάρα που εκτός των Wolf (με τους οποίους είχαν παίξει μαζί το 2014 αν θυμάμαι καλά), δεν υπάρχει ανάλογη στον κλασικό μεταλλικό ήχο εκεί έξω τα τελευταία χρόνια. Οι Night Demon προσέφεραν απίστευτο θέαμα με την ανεμελιά τους και τον αέρα μεγάλης μπάντας που έδειξαν επί σκηνής. Ο Jarvis Leatherby σε μπάσο/φωνητικά θεωρείται ο άνθρωπος που έδωσε την απαραίτητη κλωτσιά στους Cirith Ungol για να συνεχίσουν, για να μην το επαναλάβω μετά, να τονίσω ότι έπαιξε στα καπάκια 2 σετ συνολικής διάρκειας 2μιση ωρών περίπου χωρίς καν να κουραστεί, τέτοια άτομα μόνο καλό κάνουν σε όλο το μεταλλικό γίγνεσθαι, η δέ μπάντα του σκοτώνει κάθε αμφιβολία στο δεύτερο το πολύ τρίτο κομμάτι, άψογος ήχος, άψογη απόδοση, μέταλλο που προσκυνάει τους Maiden όταν ήταν το καλύτερο συγκρότημα στον κόσμο (μέχρι '84-'85 υπολογίστε), την ταχύτητα των Riot και την απλότητα των Diamond Head και όλου του ήχου του Νέου Κύματος που ήρθε προ 40ετίας σχεδόν από την Μεγάλη Βρετανία. Ο κιθαρίστας Armand John Anthony αποδεικνύεται φοβερή προσθήκη στις τάξεις του γκρούπ, ο ήχος στην κιθάρα του εξωπραγματικός, ενώ η ντραμάκλα Dusty Squires έδειχνε λες και θα μπορούσε να παίζει κάνα 3ωρο ακούραστα. Τέτοιες μπάντες έχει ανάγκη το γνήσιο, το πρόστυχο, το αληθινό heavy metal. Από τις καλύτερες νέες μπάντες των τελευταίων ετών, ευχηθείτε να μας ξανάρθουν και τσεκάρετε τους οπωσδήποτε!
Για τους Καλιφορνέζους άρχοντες Cirith Ungol ότι και να πω, ότι και να γράψω, είτε θα φανεί πολύ οπαδικό (στ'αρχίδια μου, αλλά λέμε τώρα) ή θα μειώσει πολλά από την πραγματικότητα. Σκάσιμο με ''I'm Alive'' και για την επόμενη μιάμιση (και βάλε) ώρα, γινόμαστε μάρτυρες πραγματικών επικών διαστάσεων, λες και ο Εlric πήρε μαζί του το Stormbringer και άρχιζε να αποχωρίζει κεφάλια από όρθια πτώματα. Δεν ξέρω τι ήθελε να ακούσει όποιος παραβρέθηκε στο Κύτταρο ή τι διαφορές υπήρξαν σε σχέση με πέρυσι, μιλάμε για σετ-ονείρωξη που εγώ να το έφτιαχνα ή ο οποιοσδήποτε φανατικός, δε θα ήταν και πάλι τόσο υπέροχο. Αν κάνετε την αναλογία ότι στους τέσσερις υπέροχους δίσκους τους περιέχεται συνολικά 160' καύλας και ότι σε μας παίξανε περίπου 90-95', τότε νομίζω είναι εύκολο να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της τιμιότητας τους και των αντιδράσεων που υπήρξαν. Θεωρώ ότι όσο προσδοκόμενο και να ήταν, ακόμα και οι ίδιοι δε θα είχαν φανταστεί ποτέ τέτοια μαζική αποδοχή και αποθέωση από ένα κοινό που τους στήριξε από παλιά και ήταν έτοιμο να παραδωθεί άνευ όρων στην μαγική μουσική τους. Ο Greg Lindstrom και ειδικά ο υπέροχος Jim Barazza να κεντάνε στις κιθάρες, ο Leatherby να κοπανάει το κεφάλι που δεν κοπανιέται και ο Robert Garven με το βαριεστημένο αλλά ουσιώδες στυλάκι του πίσω από τα τύμπανα, χάρμα οφθαλμού άπαντες!
Εκεί όμως που πέφτουν μοιραία τα μάτια είναι στον άρχοντα Tim Baker, βγάζει ασάλιωτα τα απαιτητικά φωνητικά και χωρίς περιττές κινήσεις, ένα άνοιγμα των χεριών του αρκεί να κάνει το κοινό να τον ακολουθήσει ουρλιάζοντας σχεδόν κάθε στίχο με κραυγές που θα ξυπνούσαν και νεκρούς. Από τις τοπ στιγμές το γεγονός ότι μην αντέχοντας τόση συγκίνηση, ό ίδιος ο διοργανωτής κατά τη διάρκεια του ''King Of The Dead'' ανέβηκε στη σκηνή, έπεσε στα γόνατα και τον προσκύνησε, με τον Baker να απορεί με το μέγεθος εκδηλώσεων λατρείας του κοινού, όταν ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσουν με το ομότιτλο ''Cirith Ungol'' ο άνθρωπος έδειχνε την καρδιά του και έστελνε φιλιά από άκρη σε άκρη του Κυττάρου, το έβλεπες και το ένιωθες ότι ήταν κάτι 100% αληθινό και όχι το τυπικό που ενδεχομένως να κάνουν άλλες μπάντες. Για κομμάτια ποιό να αναφέρω και ποιό να αφήσω έξω; ''Atom Smasher'' και να νιώθεις ότι έπεσε ατομική βόμβα; ''Join The Legion'' και να θες να αποκεφαλίσεις Ουρούκ Χάι στην πρώτη ευκαιρία; ''Blood And Iron'' και τα πόδια να τρέμουν γιατί δεν αντέχεις το βάρος τέτοιου έπους; Ή πάει πίσω το ''Fallen Idols'' όπου μέχρι και ο Garven ξεφεύγει και διαλύει τα τύμπανα με πάθος, λες και θα σηκωθεί να παίξει όρθιος;
''Black Machine'', ''Master Of The Pit'', ''Death Of The Sun'' (που έμαθα ότι την προηγούμενη φορά δεν είχε παιχτεί και το είχαν υποσχεθεί αν επέστρεφαν), με το ''King Of The Dead'' γενικότερα να έχει την μεγαλύτερη τιμητική από τα άλμπουμ τους, το ακούσαμε σχεδόν όλο, τι άλλο να ζητήσει κανείς; Μέχρι και την διασκευή στο ''Fire'' του Arthur Brown παίξανε. Θα σταθώ μεταξύ ίσων στον Jim Barazza, τι υπέροχος παίχτης, τι πανέμορφος ήχος και τη παγκόσμια κλάση στα σολαρίσματα του, ο άνθρωπος παίζει τα θέματα του 100 φορές καλύτερα επί σκηνής απ'ότι στους δίσκους, ενώ δεν παραλείπει να ρίχνει και ματιές αριστερά του στο πλάι της σκηνής με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη. Ελάχιστα μετά τα μεσάνυχτα η σφαγή παίρνει τέλος και όλοι είναι χαρούμενοι, ενώ το συγκρότημα γίνεται αμέσως ένα με το κοινό και αρχίζουν να βγαίνουν φωτογραφίες, να υπογράφουν άλμπουμ, χωρίς καν να ξεκουραστούν, η ενέργεια και η χαρά του κόσμου τους δίνει ενέργεια κι αυτοί απαντούν με ευγένεια που σπάνια συναντάται και με υπόσχεση ότι θα επιστρέψουν ξανά. Εκεί θα είμαστε και την επόμενη φορά, μοναδικός μου προβληματισμός μετά από αυτό είναι το πως άνθρωποι 61 ετών μπορούν και αποδίδουν τόσο αβίαστα το υλικό τους και με τέτοιο πάθος και πως αντίστοιχα πολύ νεώτεροι τους -και με όλα τα διαθέσιμα μέσα της εποχής- δε μπορούν να αναπαράγουν ούτε το 10% αυτής της αληθινής μαγκιάς εν έτει 2018.
Μπορεί να μη μάθουμε ποτέ, αυτό που πρέπει να μάθει ο κόσμος είναι ότι για κάποιο λόγο συγκροτήματα σαν τους Cirith Ungol γίνανε αγαπητά και ότι είναι προνόμιο να απολαμβάνεις θέαμα που γενιές οπαδών περίμεναν για δεκαετίες. Αιώνια λατρεία και ταπεινό προσκύνημα, από τις ομορφότερες συναυλίες όλων των εποχών στη χώρα μας, πιστεύω πως όσοι βρέθηκαν εκεί θα έζησαν μία από τις πλέον ξεχωριστές μέρες της ζωής του, προσωπικά θα φυλάξω αυτή την εμπειρία κλειδωμένη βαθιά στην καρδιά μου, με την ελπίδα -ανεξαρτήτως μουσικού είδους- να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε κι άλλους ήρωες του παρελθόντος να δίνουν παρόμοια μαθήματα παιξίματος (και ήθους). Και τώρα που πήραμε φόρα και δε μας πιάνει τίποτα, κάποιος να φέρει τους Dark Angel να μη μείνει κανείς ζωντανός και τίποτα όρθιο!
Για το Rock Overdose,
Ανταπόκριση: Δημήτρης Αλόρας
Φωτογραφίες: Γιάννης Λιβανός
https://www.facebook.com/pg/JohnMetalmanPhotography/photos/?tab=album&album_id=1818939258181044