Ανταπόκριση: Classic Rock 3 @ Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, Αθήνα (17/9/2019)

Βραδάκι 17ης Σεπτεμβρίου ή αλλιώς 47ης Αυγούστου (καθώς η ζέστη δεν λέει να υποχωρήσει με τίποτα), λίγο μετά τις 20.00 παίρνω τον ανηφορικό δρόμο για να βρεθώ στην αρχαιότερη σκηνή του κόσμου, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού. Λίγο η διαδρομή που αποδείχθηκε μακρότερη του αναμενόμενου, λίγο οι συμβουλές των ειδημόνων: « Είναι Ηρώδειο και όταν λένε 21.00 συνήθως ξεκινούν στην ώρα τους» με άγχωσαν υπέρ του δεόντως. Καταλαβαίνετε λοιπόν την ανακούφισή με την οποία δέχθηκα -σε αντίθεση ενδεχομένως με μερίδα του κοινού- την δεκάλεπτη καθυστέρηση στην έναρξη του προγράμματος, από την στιγμή κιόλας που είχα αργήσει (οριακά) να φτάσω. Ένας αδελφικός φίλος μου είχε στείλει ήδη το μήνυμα : «Το καμαρίνι μου είναι κοντά στην έξοδο …όταν θα κάνει διάλειμμα , έλα από εκεί να γνωρίσεις κόσμο και σίγουρα να ακούσεις πολλά».

Έχοντας όλα αυτά στο μυαλό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι θα έβλεπα τον θρύλο των Scorpions και απόλυτο διάδοχο του Jimmy Hendrix , Uli John Roth για πρώτη φορά, ήμουν ακριβώς στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένα παιδάκι επτά χρονών αν το αφήσεις ελεύθερο μέσα σ’ ένα λούνα παρκ. Η ίδια άλλωστε πηγή με είχε ενημερώσει για μέρος του set list και η αδημονία μου άγγιζε οριακές τιμές . Η 6η σειρά για την οποία η παραγωγή είχε φροντίσει , φάνταζε στα μάτια μου ως VIP μιας και η σκηνή ήταν πιάτο μπροστά μου.

Με το ρολόι να δείχνει 21.10 , η σκηνή αρχίζει να γεμίζει μουσικούς ,καθώς υπό τις οδηγίες του μαέστρου Friedeman  Riehle παρατάχθηκε τόσο η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών  όσο και η διεθνούς φήμης Φιλαρμονική Ορχήστρα της Πράγας. Ένα παρατεταμένο χειροκρότημα και τα φώτα χαμηλώνουν .Το κομμάτι και το άλμπουμ που χαρακτήρισε την επανένωση της κλασικής σύνθεσης των Deep Purple αποτέλεσε την εισαγωγή μας και την πρώτη ανατριχίλα στην βραδιά. Perfect Strangers με την φωνή της Liz Vindall να καταφέρνει να σταθεί και να «περπατήσει» στο τονικό εύρος του εμβληματικού  Ian Gillan και να αποπνέει την αίσθηση ότι έρχεται από το παρελθόν αποτελώντας και η ίδια μέρος της ιστορίας των κομματιών που ήρθε να ερμηνεύσει.

Το κοινό αρχίζει σιγά σιγά να μπαίνει στο παιχνίδι και το Paint It Back μάλλον είναι πιο οικείο ως άκουσμα με την Liz να χαρίζει ακόμη μια ουσιαστική ερμηνεία χωρίς υπερβολές και με μεγάλο σεβασμό στο πρωτότυπο. Αλλαγή σκυτάλης για την συνέχεια καθώς η ξανθιά θέα από την Βουλγαρία ονόματι Marketa Poulickova έρχεται μαζί με την πρώτη εμφάνιση του Uli Jon Roth για τον ύμνο Comfortably Numb (ανατριχίλα νούμερο 2 στη σειρά). Πραγματικά η extended range Sky guitar του Uli με τα μαντίλια και λοιπά χαϊμαλιά να κρέμονται από το headstock αποτελεί ένα δεύτερο πολύ κοντινό highlight , μετά φυσικά από τον χειριστή της. Είναι η περίφημη κιθάρα με τα 30 τάστα και τις 7 χορδές για να δώσει στον αγέρωχο καβαλάρη της την δυνατότητα να εξερευνήσει τονικές περιοχές συνηθισμένες για βιολιστές και όχι τόσο για κιθαρίστες. Δύο  από δαύτες παρέταξε ο μάγος δίπλα δίπλα για να βγει η βραδιά (ένα ημιτόνιο πιο κάτω κουρδισμένη η μία από την άλλη για την ευκολία της εκτέλεσης των κομματιών). Όνειρο μου μπορεί να ήταν να δω τον David Gilmour στα συγκεκριμένα solos αλλά σίγουρα η παρουσία του Uli και οι αντανακλάσεις των προβολέων πάνω στην κιθάρα του ήταν μια εμπειρία που δεν γίνεται να βιώσεις δεύτερη φορά. Το We 'll Burn The Sky σε στίχους της αποθανούσας συζύγου του Uli της Monika Dannemann ,η οποία τύχαινε να είναι και ο τελευταίος άνθρωπος που είδε εν ζωή τον Jimmy Hendrix (για τον οποίο και μιλά)και όλα αυτά στην ημερομηνία όπου πριν 44 χρόνια ο θρύλος έζησε την προτελευταία ημέρα της ζωής του, ανήγαγαν το κομμάτι σε μια εξωκοσμική εμπειρία. Θοδωρής Καλαντζακος στην κιθάρα, Ο τεράστιος Γιώργος Φακανάς στο μπάσο , ο Κώστας Δαμόπουλος στα πλήκτρα και ο Frantisek Hoenig στα τύμπανα ήταν η ηλεκτρική μπάντα η οποία συνόδευε και «συνομιλούσε» με τον Γερμανό πρωτοπόρο.

Η πιο χαρακτηριστική εισαγωγή της βραδιάς ήρθε η ώρα να ακουστεί και τα βιολιά μας εισήγαγαν στο περίφημο Hurricane 2000 η αλλιώς Rock You Like a Hurricane. Από τη κουβέντα στα παρασκήνια αντιλαμβάνομαι την ικανοποίηση του Uli για τα ρυθμικά του Καλαντζάκου : « Έτσι ακριβώς τα ήθελα κοφτά και γερμανικά σαν τον Rudolf Schenker χωρίς slides» άκουσα να λέει και ρωτώντας έμαθα τι είχε προηγηθεί. Οι Queen και η Marketa που ανέβηκε εκ νέου στην σκηνή είχαν την τιμητική τους στην συνέχεια με Kind of Magic και Love of My Life με το solo του δεύτερου κομματιού να πέφτει τελευταία στιγμή κυριολεκτικά (στο νευμα του μαέστρου) στα χέρια του Θοδωρή.

cr_03_ph02

Είχε έρθει η ώρα όπου ο Uli θα οργίαζε και το προσωπικό του instrumental  Cry of The Night, ήρθε για να μας δείξει που ακριβώς χρησιμεύει η sky guitar, ενώ κατά την γνώμη μου την υπέρτατη στιγμή της βραδιάς αποτέλεσε το Bridge to Heaven βασισμένο στο Nesum Dorma και αφιερωμένο  στον  εμπνευστή της βραδιάς Τάσο Αλεξόπουλο ,ο οποίος τον περασμένο Απρίλιο έχασε την μάχη για τη ζωή...Το τελευταίο κομμάτι του πρώτου μέρους ήρθε να μας ξαναβάλει στο χαρούμενο mood.Οι τρεις κοπέλες στα δεύτερα φωνητικά με την ονομασία Trio Trinity ανέλαβαν να ανεβάσουν την διάθεση μας εκ νέου.Highway to Hell με τα φωνητικά να μοιράζονται μεταξύ των τριών και της Marketa και τον Καλαντζάκο να μας χαρίζει με το εισαγωγικό solo ένα από τα highlight της βραδιάς, μόνο και μόνο για να πει αστειευόμενος στα συγχαρητήρια των παρασκηνίων ότι έπαιζε playback.

Φοβόμουν ότι το contrast μεταξύ πρώτου και δεύτερου μέρους από το πομπώδες στο πιο εσωτερικό με τον τελευταίο τραγουδιστή των  Genesis ,Ray Wilson να το αναλαμβάνει  εξ ολοκλήρου , θα ήταν εμφανές , η εξέλιξη όμως της βραδιάς με διέψευσε πανηγυρικά. Βλέπετε άλλο στυλ και άλλο ύφος οι Genesis αλλά και τα προσωπικά κατορθώματα του Ray τα οποία ακροβατούν μεταξύ του ατμοσφαιρικού , προοδευτικού αλλά σίγουρα και pop rock. Το Son of Mine που άνοιξε το δεύτερο μέρος ακόμη και σήμερα ηχεί στα αυτιά μου ενώ το πασίγνωστο και ιδιοφυώς catchy That's All θα με συντροφεύει για πολύ καιρό ακόμη σε πολλές δραστηριότητες σιγοτραγουδώντας το.

Ουσιαστικά είναι τέτοιο το στήσιμο όλης της μπάντας του Ray, η οποία πήρε τις θέσεις της στο βάθος της σκηνής και πίσω από την ορχήστρα, που είναι φτιαγμένη για αυτού του είδους τις εμφανίσεις. Είναι επίσης αλήθεια ότι όσο περνούσε η ώρα, τόσο η προσπάθεια να βρεις κάτι που είτε δεν σου αρέσει , είτε δεν στέκει σωστά, έπεφτε στο κενό. Τα πασίγνωστα Land of Confusion και Another Day in Paradise , σε μια νέα προσέγγιση το δεύτερο καθώς την ενορχήστρωση του ανέλαβε ο δικός μας Θοδωρής Καλαντζακος και με τον Ray Wilson να μας θυμίζει πως το συγκεκριμένο βρίσκεται στο top 100 των κορυφαίων κομματιών όλων των εποχών στην Αμερική σύμφωνα και με το Billboard. Η αναδρομή στο θρυλικό παρελθόν μας έφερε στο The Lamb Lies Down on Broadway album και το  Carpet Crawlers , με τον Wilson να ανακαλεί στην μνήμη του τα λεγόμενα των bandmates του τότε , για το πριν και το μετά από αυτή την κυκλοφορία: « Μέχρι πριν το κοινό της μπάντας ήταν μόνο άντρες και αυτοί όχι ωραίοι (…)»

Σειρά πλέον είχε και ο άλλος μεγάλος ερμηνευτής (και πιο φαντεζί σε κάθε περίπτωση) Peter Gabriel. Το Solsbury Hills όπως και το Follow You, Follow Me (του Phil Collins αυτό),  αμφότερα σε  ενορχήστρωση Θοδωρή Καλαντζάκου για να κλείσει εκεί η συνεισφορά του στο δεύτερο μέρος, αποτέλεσαν τις πιο pop στιγμές της βραδιάς θα έλεγα, για να φτάσουμε στην κορυφαία ερμηνεία του Ray, στο υπέρτατο Mama. Νομίζω κάθε θεατής ένιωθε …ότι ο ερμηνευτής ένιωθε κ εκείνος με τη σειρά του κάθε στίχο αυτού του κομματιού.

Το κλείσιμο της βραδιάς έφερε και πάλι την κάθαρση όπως ίσως να λέγαμε αν μιλούσαμε για συναισθηματικές μεταπτώσεις του κοινού σε μια τραγωδία που ίσως να παιζόταν στο ίδιο χώρο. Είχε έρθει εκείνη η ανέμελη ώρα με τον Ray να μας συστήνει όλη την μπάντα του κατά την διάρκεια του Congo (με την ενορχηστρωτική συμμετοχή του Matthias Zwiauer όπως και στα Land Of Confusion και Carpet Crawlers που είχαν προηγηθεί) όπου το κοινό φάνηκε να έχει πια κερδιθεί εξολοκλήρου, ενώ το κλείσιμο με το Inside της προσωπικής μπάντας του Wilson των Stiltskin αποτέλεσε τον ιδανικό επίλογο σε μια από τις ομορφότερες συναυλιακές εμπειρίες του γράφοντος.

cr_03_ph01

Αναμφίβολα τέτοιο αποτέλεσμα δεν  γίνεται να έρθει χωρίς την απόλυτη επιμονή στη λεπτομέρεια. Ο σχεδιασμός στα set, η σειρά των κομματιών, οι διαφορετικές προτάσεις και προσεγγίσεις σε κλασικά κομμάτια, η επιλογή της απόλυτης σκηνής για αυτή την παράσταση και βέβαια η συγκινησιακή φόρτιση για τη βραδιά η οποία ήταν αφιερωμένη στον Τάσο Αλεξόπουλο, έφτιαξαν εικόνες και δημιούργησαν αναμνήσεις, σε όσους σαν εμένα παρακολούθησαν για πρώτη φορά, αλλά σίγουρα ικανοποίησαν και εκείνους που γνώριζαν τι έτσι classic rock night και ήξεραν τι να περιμένουν. Τον επόμενο χρονο να είμαστε καλά για το IV!!!

 

Για το RockOverdose,

Tάσος Δεληγιάννης

Comments