... ή αλλιώς το τελευταίο live πριν την corona-υστερία.
Ξεκίνησε με τους Mr. Booze και heavy/stoner rock από την Καλαμάτα. Κάποια αξιοπρόσεκτα riffs εδώ κι εκεί, η συμπαθητική φωνή του τραγουδιστή τους, το δέσιμο και η ενέργεια τους ήταν αρκετά για να κρατήσουν το ενδιαφέρον μας για κάποια λεπτά, όχι όμως για το σύνολο της εμφάνισης τους. Δε βοήθησε σίγουρα και η version τους στο “My War” των Black Flag, η οποία άνετα χαρακτηρίζεται ως η πιο αχρείαστη διασκευή που έχω ακούσει στη ζωή μου.
Σαφώς πιο ευπρόσδεκτη η παρουσία των Omega Monolith, οι οποίοι θα μας επανασυστήνονταν μετά από απουσία μηνών, με καινούριο drummer. Εκ πρώτης όψης, δε φάνηκαν να έχουν αλλάξει πολλά: Ο Τάκης εξακολουθεί να “χτίζει” στην κιθάρα τις συνθέσεις τους λούπα πάνω στη λούπα και τα κάθε λογής πετάλια και εφέ συνεχίζουν να παίζουν κρίσιμο ρόλο. Ο Έκτορας Τσολάκης όμως, που βρίσκεται πλέον πίσω από τα τύμπανα, δε θα μπορούσε να μην επηρρεάσει έστω κι ελάχιστα την κατάσταση. Μάλλον περισσότερο ευθύς και λιγότερο fluid σε σχέση με τον προκάτοχο του, δείχνει σε κάθε περίπτωση να έχει μπει για τα καλά στο νόημα, ενώ η έμφαση στο “παιχνίδισμα” με τα πιατίνια πρόσθετε ένα ενδιαφέρον twist στον ήχο τους. Το τρένο δείχνει να έχει ξαναμπεί στις ράγες και με λίγο fine tuning τους προσεχείς μήνες, το δίδυμο αναμένεται να μας προσφέρει στιγμές ανάλογης ποιότητας με το “Fungus”.
Κάποια στιγμή μετά τις έντεκα εμφανίστηκαν στη σκηνή οι Eyehategod, ο κυριότερος λόγος για τον οποίο αφήσαμε τα σπίτια μας Τρίτη βράδυ και τραβηχτήκαμε μέχρι το -κατά τα άλλα φιλόξενο- Temple. Παρά την εκτίμηση για sold out με βάση τα δεδομένα των προηγούμενων ημερών, ο χώρος τελικά δε γέμισε, καθώς σίγουρα αρκετοί προτίμησαν να απέχουν εξαιτίας της κορωνοιακής πανδημίας.
Οι έχοντες άντερα πάντως δώσαμε το παρόν και το κάναμε εμφατικά. Με τις πρώτες νότες του “Lack Of Almost Everything” ξεκίνησαν τα προβλεπόμενα μπάχαλα, ενώ δεν άργησαν να εμφανιστούν και τα πρώτα stagedives. Η μπάντα ατάραχη, μας φτιάριζε sludge σκατίλα στα μούτρα: “Jack Ass In The Will Of God”, “Parish Motel Sickness”, “Blank/Shoplift”, “Nobody Told Me”, “Sisterfucker”, “New Orleans Is The New Vietnam” και τόσα άλλα περνούσαν άλλοτε σαν υπερταχεία κι άλλοτε σαν αργός οδοστρωτήρας πάνω από τους σβέρκους μας, όπως ακριβώς τα απόβλητα riffs του Jimmy Bower ξεχείλιζαν από την ξεφτισμένη Gibson του, ενώ ταυτόχρονα η ισοπεδωτική μπασαδούρα του Gary Mader και το βάναυσο drumming του Aaron Hill δήλωναν σθεναρά πως “THIS IS NOLA, NOT LA”.
Ο Mike ΙΧ Williams όταν δεν έφτυνε τα σωθικά του στο μικρόφωνο, αξιοποιούσε και την παραμικρή ευκαιρία για να προκαλέσει την αντίδραση του κοινού -άλλωστε η λέξη “corona” δε βγήκε τυχαία ουκ ολίγες φορές από το στόμα του- και γενικά στάθηκε στο ύψος της “καμμένης” κακοφημίας του.
Από ένα σημείο και μετά το live απέκτησε μια άγρια αυθόρμητη ομορφία, μιας και η τετράδα προερχόταν από ευρωπαική περιοδεία με τους Napalm Death και δεν είχαν προβάρει full set, οπότε έπαιζαν ό,τι και όπως το θυμόντουσαν, προκειμένου να μας αποζημιώσουν με όσα περισσότερα λεπτά συναυλίας είχαν μέσα τους. Εν τέλει, το κατάφεραν χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, μιας και αυτή η μπάντα είναι γεννημένη για το σανίδι. Το απέδειξαν την Τρίτη το βράδυ, το έχουν αποδείξει πάμπολλες φορές στο παρελθόν. Ξέρεις τι να περιμένεις και θα το πάρεις ωμό και κατάμουτρα. Με την εξαίρεση της πρώτης φοράς στο Αν -που δικαιωματικά πέρασε στην ιστορία- δε μπορώ να ξεχωρίσω κάποια από τις υπόλοιπες εμφανίσεις τους, γιατί πολύ απλά πάντα κατεδάφιζαν τα πάντα στο διάβα τους. Συγκρότημα θεσμός, που όσες φορές κι αν βρεθεί από τα μέρη μας, δεν πρόκειται να το βαρεθούμε ποτέ.
Να σας το πω κι αλλιώς: Αν έπρεπε να παρακολουθήσω μία και μόνο συναυλία, πριν το γενικό lockdown λόγω κορωνοιού, τότε σίγουρα διάλεξα τη σωστή.
Για το Rock Overdose,
Δημητρης Σούρσος
Φωτογραφίες: Alekos Kat (https://www.instagram.com/alexandros_kat/ )