Αν δε με κρατούσαν εκτός Αθήνας οι Live επαγγελματικές υποχρεώσεις – παρατάσεις εμφανίσεων – θα παρακολουθούσα τη συναυλία με τον καλό μου φίλο, τον ταχύτατα ανερχόμενο συγγραφέα Γεώργιο Τζιτζικάκη, για να γράψω και το review για το RockOverdose. Δύο μόλις μέρες πριν τη συναυλία, με το που του το ζήτησα, ο αδερφός προσφέρθηκε να κάνει εκείνος το review. Ήταν λοιπόν σίγουρο ότι είμαστε σε καλά χέρια. Το περσινό του υπέροχο βιβλίο «Του Αηδονιού το Δάκρυ» του έφερε την επιτυχία και αναγνώριση που του άξιζε και που την έχτιζε με τα τέσσερα προηγούμενα βιβλία του: μπήκε στα τοπ-τεν πωλήσεων κι απέσπασε πολλές διακρίσεις. (Πρίν το «..Δάκρυ», το προηγούμενο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Γυναίκα η Κόλαση, Γυναίκα κι ο Παράδεισος, φιλοξενεί ζωγραφικό έργο μου στο εξώφυλλό του). Την Τετάρτη 12 Οκτωβρίου στις 21:00 στο Public στο Σύνταγμα θα κάνει την παρουσίαση του νέου του βιβλίου «Ένα Δράμι Δύναμη» που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες! Θα βρίσκομαι κι εγώ εκεί, με την κιθάρα μου βέβαια, θα τραγουδήσουμε παρέα και θα γνωρίσουμε το νέο του βιβλίο.
Οι Jethro Tull είναι μια από τις κορυφαίες μουσικές αγάπες μου. Είχα την τύχη να δω τον Anderson και τους Tull πέντε φορές – του είχα πάρει και αποκλειστική συνέντευξη το 1993 για το περιοδικό ‘Ταχυδρόμος’, το μεγαλύτερο, τότε, ελληνικό περιοδικό. Διαβάστε περισσότερα εδώ στο RockOverdose στο πρόσφατο άρθρο μου για την 1η εμφάνιση στην Ελλάδα των Tull και του Anderson, εδώ: http://rockoverdose.gr/archives/161028
Να και το link για την Official ελληνική σελίδα για τους Jethro Tull στο Facebook: www.facebook.com/tullgr
Μη σας κρατάω άλλο, διαβάστε την ανασκόπηση της συναυλίας του Anderson στην Τεχνόπολη δια χειρός του ‘ζεστότερου‘ και πιο συζητημένου ανερχόμενου έλληνα συγγραφέα στις μέρες μας!
Νάσος Καββαθάς
Ένας Ζωντανός Μύθος στο Γκάζι
Ήσυχο, ζεστό πρωτομηνιάτικο βράδυ για την Αθήνα, και έχεις προετοιμαστεί για τη βόλτα που περίμενες καιρό: Στην Τεχνόπολη για τη συναυλία-κονσέρτο ενός μουσικού που μας βούτηξε στη μελωδικότητα, συστήνοντας στον κόσμο της Rock ένα από πιο ανήσυχα (τελικά!) όργανά της, το φλάουτο. Μια φυσιογνωμία βγαλμένη κατευθείαν μέσα από μεσαιωνικά παραμύθια, έναν Βρετανό που πρέπει να κουβαλάει κάμποση τρέλα τελικά, ενός τύπου που γέννησε και εξέλιξε μία από τις μεγαλύτερες μπάντες στην ιστορία της Rock.
Αναπόφευκτα, σκέφτεσαι πως με παραπάνω από μισό αιώνα καριέρας, η ενέργεια του γηραιού πια Ίαν Άντερσον δε θα είναι ίδια όπως κάποτε. Κάτι η φωνή που κουράστηκε, κάτι που ζυγώνει τα εβδομήντα, τα μαλλιά έφυγαν , τα γένια καλλωπίστηκαν, τα μεσαιωνικά ρούχα αντικατέστησε ένα λιτό πουκαμισάκι με ένα γιλεκάκι και εσύ αναρωτιέσαι πριν ξεκινήσει η συναυλία, αν τα ηλεκτρικά μέρη ενός rock show θα έχουν επίσης εγκαταλείψει κι αυτά την performance αυτού του Magic Flute Man.
H ατμόσφαιρα εξαρχής υπέροχη μέσα στην Τεχνόπολη, γέμισαν όλες τις θέσεις των καθήμενων, ενώ οι όρθιοι θα απολάμβαναν εξίσου όμορφα τη βραδιά χωρίς στριμωξίδι. Τριγύρω πολλή νεολαία ανακατεμένη μαζί με μεγαλύτερους ροκάδες, πατεράδες με γιοι, οικογένειες, όμορφα γκρίζα μαλλιά που νοσταλγούν τους ήχους των Tull και πλάι τους πιτσιρικαρία έτοιμη να βουτήξει στις φολκλορικές μελωδίες.
Με σχεδόν μηδενική καθυστέρηση, ένα ένα τα μέλη βγαίνουν στην εξέδρα ξεκινώντας να κουρδίζουν την εισαγωγή του Living in the Past και τρέχοντας, ξεπετάγεται στη σκηνή ένας γεμάτος ενέργεια Ίαν Άντερσον που μανιασμένα φλαουτάρει πριν προλάβει να τον εντοπίσει ο προβολέας. Μεσαιωνικές πιέτες δεν περιμέναμε να τον δούμε να φοράει, αλλά να βγει έτσι τρέχοντας και να υποστηρίξει σχεδόν όλο το κομμάτι στηριζόμενος στο ένα πόδι με την χαρακτηριστική στάση τροβαδούρου, ήταν κάτι που ευθύς μας έκανε να νιώσουμε πως είμαστε στο σωστό μέρος.
Ταξίδι στο Μουσικό Σύμπαν των Jethro Tull
Μας καλησπερίζει σαν τελειώνει το πρώτο ταξίδι, νιώθουμε τον σεβασμό του προς εμάς και ευθύς το Nothing is Easy μας παρασύρει, μα καταπίνει μέσα στον μαγικό, νοσταλγικό και μελωδικό του κόσμο. Γεμάτος ενέργεια συνεχίζει, ευδιάθετος και επιθυμεί να μας συστήνει ένα καινούργιο τους κομμάτι όπως λέει, ένα κομμάτι τόσο καινούργιο που όταν γράφτηκε, κάποιοι από εμάς δεν είχαν καν γεννηθεί και έτσι! Σαν ακούμε τη μουσική extravaganza στους πρώτους κιθαρισμούς του Thick as a Brick, οι αγκαλιές γίνονται πιο σφιχτές, τα χαμόγελα πλαταίνουν, νιώθουμε πως είμαστε χρόνια πίσω, σε μια άλλη εποχή και ομολογουμένως, τα χαμηλά του εδώ τον κολάκεψαν περισσότερο από τις υψηλές των πρώτων τραγουδιών. Με το τέλος του Thick, μας μιλάει για το πιο παλιό τραγούδι που θα μας παίξουν απόψε και αναφέρεται φυσικά στο Pastime with good company (σ.σ.: ή αλλιώς “King Henry’s Madrigal”) του βασιλιά Ερρίκου του 8ου. H ιστορία που συνοδεύει το τραγούδι, είναι πως όταν μια γυναίκα δεν του έκανε τα γούστα, απλά την αποκεφάλιζε ή την κρεμούσε και πήγαινε στην επόμενη! Παρά το μαύρο του θέμα, αποτελεί ένα υπέροχο μουσικό ταξίδι στα χρόνια του Μεσαίωνα, και εδώ ένας φανταστικός Τζον Ο' Χάρα στα πλήκτρα, έντυσε τις νότες με τους ήχους του μαγευτικού παραδοσιακού Οργάνου, μεταφέροντάς μας απ' ευθείας σε αλλοτινές εποχές. Το ταξίδι μας συνεχίζεται ακόμα πιο σκοτεινό και συμφωνικό καθώς κατακόκκινα φώτα μας παρασύρουν βαθιά μέσα στο Sweet Dream και απολαμβάνουμε ένα πρώτο κιθαριστικό solo από τον Φλώριαν Οφάλι και το ταξίδι συνεχίζεται υπέροχα ρομαντικό με το Mother Goose από έναν δίσκο που τόσοι λατρέψαμε, (σ.σ.: το θρυλικό άλμπουμ ‘Aqualung’), όμως ο πραγματικός χαμός στο κοινό γίνεται όταν ξεκινάει το επόμενο κομμάτι που δεν είναι άλλο από το Bouree του Μπαχ. Ο Άντερσον εδώ τα δίνει όλα στο φλάουτο, δείχνει πόσο αγαπάει αυτό το κομμάτι και δε σταματά να πηγαινοέρχεται στη σκηνή λες και δεν τον χωράει ολόκληρη η Τεχνόπολη! Στις ενδιάμεσες ανάσες που παίρνει για να ενδυναμώσει τους λυρισμούς στο φλάουτό του, ακούμε να μουρμουρίζει τη μελωδία και ταυτόχρονα να βρυχάται σαν αγρίμι. Ένα απολαυστικό bass solo από τον Ντέιβιντ Γκούντιερ μας συμπαρασύρει όλους να ακολουθήσουμε το τραγούδι χτυπώντας τα χέρια μας. Επόμενος σταθμός, ένα πιο πρόσφατο κομμάτι, το Banker bets, banker wins με έναν Άντερσον να μας εξηγεί ότι το έγραψε για το ανελέητο πρόσωπο του καπιταλισμού και με τη φωνή του πλέον ζεσταμένη, να είναι άριστη, αψεγάδιαστη στην εκτέλεση του κομματιού.
Η βραδιά συνεχίζεται όμορφα με μια βουτιά στα παλιά, υπέροχα λημέρια, με στίχους από την βρετανική ύπαιθρο καθώς το Songs from the Wood μας στέλνει εντελώς στις φολκλορικές μελωδίες της Αγγλίας. Απόλαυση αυτό το κομμάτι! Από τα δάση, ερχόμαστε πίσω και πάλι, με ένα από τα πρόσφατά του τραγούδια που έχει να κάνει με όσα τρεφόμαστε, με όσα καταναλώνουμε στη ζωή μας. Ο φλαουτίστας μας μιλάει για την ανησυχία του σχετικά με τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα και να μας εξηγεί πως αυτό στάθηκε αφορμή για να γράψει το Fruits of Frankenfield που θα ακούσουμε· ο τίτλος, ξεκάθαρα μια παραφθορά του γνωστού μύθου. Επόμενη στάση, το Dharma for One, πριν ξεκινήσει όμως το κομμάτι, μας αποκαλύπτεται το πόσο όμορφα περνάει αυτή η παρέα άριστων μουσικών, καθώς ο Άντερσον αστειεύεται για τα τέλη των 60s με αρχές 70s λέγοντας πως τότε η μουσική υπέφερε από τα μακροσκελή drum solo των ντράμερ. Επιτρέπει στον Σκοτ Χάμμοντ μέσα από το Dharma να μας παρουσιάσει ένα σόλο μερικών μονάχα δευτερολέπτων (!). Γεγονός πως το τραγούδι είναι υπέροχο, ακόμα πιο υπέροχος όμως ο Άντερσον που το βιώνει όπως και εκείνα τα πρώτα χρόνια και να που αρχίζει να χτυπιέται στη σκηνή λες και δεν κουβαλάει 69 χρόνια στην πλάτη του. Σε λίγο ένα ένα τα όργανα σωπαίνουν και καθώς η μπάντα εγκαταλείπει τη σκηνή, το ολιγόλεπτο solo του Χάμμοντ λαμβάνει χώρα με τα φώτα της σκηνής στραμμένα πάνω του· φινάλε, η είσπραξη ενός μεγάλου χειροκροτήματος από το κοινό και το επόμενο κομμάτι μας κάνει μια σύντομη βουτιά στα 80s. Δεν είναι άλλο από το Farm on the freeway που μαλάκωσε κάπως την όλη ατμόσφαιρα, ίσα ίσα όμως που κράτησε αυτό, καθώς επόμενος μουσικός σταθμός είναι ένας ακόμα Μπαχ, αυτή τη φορά εκτελεσμένος από το βαρύ κιθαριστικό instrumental ταπεραμέντο του Οφάλι. Μετά μερικά λεπτά μεταλλικού ήχου, η σκηνή ανήκει και πάλι στον αειθαλή Ίαν και μας επιστρέφει σε ένα αγαπημένο και εξαιρετικά μελωδικό κομμάτι, το My God, καθώς μας υπενθυμίζει τη θνητότητα του καθενός από εμάς. Απολαυστικός με κοφτές ανάσες και την πλήρη προσοχή μας καρφωμένη πάνω του, με ένα κοινό να κοιτάζει αυτόν τον τύπο που δεν θέλει, δε γουστάρει, δεν το σηκώνει να αποδεχτεί πως τα όμορφα χρόνια της νιότης του περάσανε!
Προς το φινάλε του κομματιού, όλοι γνωρίζαμε, νιώθαμε, περιμέναμε και ανυπομονούσαμε για το κοφτό του τελείωμα που έδωσε μια μοναδική είσοδο στο ταξιδιάρικο Aqualung που έκανε τα κεφάλια μας να κοπανηθούν γεμάτα απόλαυση για τη μεγάλη αυτή στιγμή της βραδιάς! Κάτω από έναν έναστρο ουρανό, ακούγαμε ένα από τα καλύτερα κομμάτια στην ιστορία της Rock και μάλιστα από τη φωνή που το γέννησε! Με τέτοιο φινάλε, πώς να μην περιμένεις ένα ακόμη δυνατότερο encore; Άλλωστε έλειψε από το setlist ένα από τα δυνατότερα τραγούδια ολόκληρης της καριέρας των Tull. Η μπάντα βγαίνει με πρώτον τον Ο' Χάρα στα πλήκτρα να σχηματίζει τις αρχικές νότες που τόσο αγαπήσαμε, εκείνες του Locomotive Breath, και ακολουθεί ο Οφάλι που μπαίνει αγκαλιασμένος την βαριά πύρινη κιθάρα του. Απέναντί του, αγκαζέ με το μπάσο του ο Γκούντιερ και μαζί ξεκινούν τις πρώτες κιθαριές καθώς ο Χάμμοντ έχει πάρει φωτιά πίσω από τα τύμπανά του βαστώντας τις μπαγκέτες. Όμως... όμως τι να πεις για έναν Άντερσον που κοντά δυο ώρες δεν έχει κουραστεί και βγαίνει πάλι τρέχοντας στη σκηνή, καβάλα στην τρέλα του, με ένα μανιασμένο φλάουτο που σαν αυτόματο μας πυροβολούσε νότες! Μαγικές στιγμές με πνευστούς λυρισμούς και αποκορύφωμα μιας βραδιάς που όλοι όρθιοι ακολουθούμε τη μελωδία, χορεύουμε, δε θέλουμε να τελειώσει και χειροκροτούμε!
Εν κατακλείδι: To ομολογώ! Αγαπώ τους Jethro Tull, αγαπώ όλη την ιστορία που κουβαλάνε και γουστάρω τόσο το φλάουτο όσο και τους στίχους του Άντερσον. Η αλήθεια είναι πως απόψε δεν το περίμενα αυτό. Περίμενα να ακούσω έναν μύθο που κάνει μια αρπαχτή, κάποιον που ίσως δεν έχει καταλάβει ότι μεγάλωσε πλέον και συνεχίζει να επιμένει να τραγουδάει ενώ δεν μπορεί. Περίμενα μια τουλάχιστον πιο unplugged εκδοχή των Tull. Και ναι, έκανα λάθος! Έκανα λάθος και το χάρηκα! Έκανα λάθος γιατί όταν πας να ακούσεις έναν μύθο που κουβαλάει στην πλάτη του μισό αιώνα επιτυχίες, δεν στέκεσαι στις ψηλές που δεν μπορεί να φτάσει αλλά στο ότι όντως απολαμβάνεις ένα κονσέρτο rock όπερας με έναν αειθαλή Βρετανό που δε λέει να το βάλει κάτω, με έναν τύπο που αντιπροσωπεύει όλα εκείνα που δεν μας αξίωσαν τα χρόνια μας να δούμε και να νιώσουμε εφόσον δεν προλάβαμε τα χρυσά χρόνια της Rock.
Στα μείον; Ίσως το ότι λείπουν μερικά αγαπημένα κομμάτια του καθενός από εμάς, μερικά που ίσως και να χωρούσαν στο πρόγραμμα. Προσωπικά ήθελα ένα Too old to Rock 'n' Roll, too young to Die, ένα Song for Jeffrey, ένα Heavy Horses, ένα Βungle in the Jungle, ένα Cross-Eyed Mary ή ένα Fat Man. Πέρα όμως από αυτά, όλοι στην Τεχνόπολη νιώσαμε πως προφανώς ο Άντερσον, δεν είναι too old to rock 'n' roll ούτε σταμάτησε ποτέ ο τύπος να ροκάρει! Σέβεται τον εαυτό του και κυρίως, σέβεται εμάς! Συμφωνήσαμε πως όντως παρακολουθήσαμε ένα υπέροχο θέαμα, με αρμονία, με ροή, ταξιδιάρικο σε μελωδίες, με ύψη και βάθη νοσταλγικά και κυρίως, μια άριστα κουρδισμένη μπάντα από τα χέρια ενός Άντερσον που διευθύνει και την παραμικρή λεπτομέρεια με σεβασμό στο κοινό που τον παρακολουθεί. Ευδιάθετος, ροκάς και ταλεντάρα, σου δίνει κοντά ένα δίωρο κονσέρτο και σε κάνει να νιώσεις μέρος της μεγάλης ιστορίας των Tull και όσα πρόσφεραν στη Rock. - Respect to Mr. Anderson! Sometimes the horses are not as heavy as we thought, they keep on running wild!
Διάρκεια συναυλίας 1 ώρα και 55 λεπτά
Setlist :
Living in the Past (1969)
Nothing is Easy (1969)
Thick as a Brick (1972)
Pastime with good company (cover, Jethro Tull recorded it in 1979)
Sweet Dream (1969)
Mother Goose (1971)
Bouree (1969)
Banker bets, Banker wins (2012)
Songs from the Wood (1977)
Fruits of Frankenfield (2015)
Dharma for One (1969)
Toccata and Fugue in D minor (cover)
My God (1971)
Aqualung (1971)
Encore:
Locomotive Breath (1971)
Για το Rock Overdose,
Γεώργιος Τζιτζικάκης
Φωτογραφίες: Γιάννης Λιβανός (https://www.facebook.com/JohnMetalmanPhotography/?fref=ts)