Ανταπόκριση: WOLVES IN THE THRONE ROOM, Order of the Ebon Hand @Gagarin 205, Αθήνα (15/12/2017)

Για άλλη μία φορά, παρακολουθήσαμε οπτικό κι ακουστικό υπερθέαμα στην πόλη το οποίο όσο και να είσαι προετοιμασμένος και να πιστεύεις ότι θα γουστάρεις, μπήκε εύκολα στην κατηγορία ''δεν το είδα να έρχεται κατά πάνω μου''. Οι Wolves In The Throne Room θα επισκεπτόντουσαν για πρώτη φορά (και σίγουρα όχι τελευταία με όσα είδαμε να γίνονται) τη χώρα μας και οι προσδοκίες ήταν πολύ υψηλές εξ'αρχής, εξ'άλλου μιλάμε για συγκρότημα που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην κορυφή της δημοτικότητας του και ο λόγος είναι η αποδοχή που είχε το νέο τους φετινό 6ο άλμπουμ ''Thrice Woven''. Όχι, δεν είναι ότι καλύτερο έχουν κυκλοφορήσει, αλλά είναι ο σωστός δίσκος τη σωστή στιγμή για κάθε συγκρότημα και απ'ότι φαίνεται, η στιγμή είναι με το μέρος τους για να μπορέσουν να κάνουν το όνομα τους ακόμα μεγαλύτερο στο προσεχές μέλλον. Οι πρωτευουσιάνοι Αμερικάνοι από την Olympia της Washington, ήρθαν ως κουιντέτο, με νέα μέλη τα οποία δείχνουν να ξέρουν που βρίσκονται και να έχουν προσαρμοστεί τόσο καλά στο συγκρότημα, σαν να βρισκόντουσαν καιρό στις τάξεις του. Σίγουρα όμως αυτό που έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση στο ευχάριστα πολυπληθές κοινό (παίζει να ήμασταν πάνω από 700 άτομα, που να το έλεγες ότι θα έρθουν κάποτε με τόσο κόσμο), ήταν το αβίαστο με το οποίο απέδωσαν το δαιδαλώδες υλικό τους.

 

 

Οι συμπατριώτες μας Order Of The Ebon Hand άνοιξαν την βραδιά σε κλίμα νοσταλγίας και πραγματικής απορίας σε τι κατάσταση βρίσκονται. Σίγουρα τους είχα δει προ 20ετίας στη Θεσσαλονίκη, το σωτήριον έτος 1997, μάλλον με τους Rotting Christ μαζί, δεν παίρνω και όρκο, όπως τους είχα δει και το 2005 στο Rockwave Festival, ίσως στην καλύτερη μέρα του φεστιβάλ με Slayer, Accept, Candlemass και Dismember. Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση όσον αφορά το ζωντανό μέρος της υπόθεσης και με χαρά είδα να ισχύει και τώρα, είναι η θεατρικότητα που υπάρχει από πλευράς τραγουδιστή, όπως και νά'χει, είναι σίγουρα η κινητήρια δύναμη του συγκροτήματος, ενώ από πλευράς ήχου, ήταν και ο μόνος που ακούστηκε όπως έπρεπε. Εξηγούμαι άμεσα, καθώς πλήκτρα δεν ακούσαμε ποτέ, δυστυχώς για την φιλότιμη κοπέλα πίσω από αυτά, μπάσο ούτε σαν σκέψη, και κρίμα γιατί ο μπασίστας έδινε πόνο με το κοπάνημα του και τη σκηνική του παρουσία, ενώ η κιθάρα ακουγόταν μεν, με αρκετή βαβούρα δε και στα τύμπανα η μπότα υπερκάλυπτε τα πάντα, ενώ το σκάσιμο σε τομ και ταμπούρα γενικά έδινε περισσότερο βάθος παρά όγκο. Ακόμα κι έτσι, φιλότιμη και ποιοτική εμφάνιση, για την οποία έδειξαν πλήρως προετοιμασμένοι και κέρδισαν δίκαια τα χειροκροτήματα του κοινού, κοπανήθηκαν, το ευχαριστήθηκαν και μαζί τους κι εμείς το ίδιο. Εύχομαι να παραμείνουν περισσότερο ενεργοί και να μην έχουν χάσει τελείως το τρένο της δημιουργικότητας, μακάρι να κυκλοφορήσουν κάτι καινούργιο.

 

 

Ώρα για τους headliners της βραδιάς, με μπάσιμο που θα ζήλευαν ακόμα και οι μεγαλύτερες μπάντες της μουσικής μας. ''Born From The Serpent's Eye'', o ήχος κρύσταλλο και το ξέσπασμα στην αρχή μας αφήνει όλους επιεικώς μαλάκες. Λύσσα κακιά, λύσσα ανεξέλεγκτη, επίδειξη δύναμης και με απόδοση που δεν αφήνει περιθώριο παραμικρής κριτικής. Τι να πεις για τον Nathan Weaver ειδικά που αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των φωνητικών... Έχω δει τετραψήφιο αριθμό συγκροτημάτων ζωντανά, αλλά αυτός ο τρόπος με τον οποίο στα γρήγορα σημεία κατεβάζει το χέρι του τελείως κάθετα με τις χορδές, λες και καρφώνει την κιθάρα, είναι κάτι που δεν έχω ξαναδεί. Φυσικά και ίσως να είναι ο ιδανικός τρόπος να μην πάθει τενοντίτιδα έτσι όπως παίζει, εγώ δοκίμασα να το κάνω και στα 5 κατεβάσματα κόντεψε να μου φύγει ο αγκώνας. 'Αψογα φωνητικά, ενώ όλοι τους φαίνονται τόσο δεμένοι που μοιάζουν σαν μία αδιάσπαστη ενότητα που στο τέλος καταλήγει οντότητα που παίρνει ζωή ξεχωριστά από τον καθένα και εξαπολύει τη δύναμη της στο κοινό με τον πλέον πειστικό τρόπο. Το ''Dea Artio'' που κατά κάποιο τρόπο λειτουργεί σαν γέφυρα, προετοιμάζει για τη νέα επίθεση που ακούει στον τίτλο ''Vastness And Sorrow'', από το αριστούργημα τους ''Two Hunters'' κι εκεί επιβεβαιώνονται όσα έχουμε δεί πριν και απλά διαλύουν την υποψία της σύμπτωσης.

 

 

Μεγαλειώδεις, πομπώδεις, ακριβέστατοι σαν Ελβετικά ρολόγια και με αέρα συγκροτήματος με περίσσεια εμπειρία, οι Λύκοι μας βλέπουν όλους σαν αμνούς επί σφαγή και δείχνουν τα κοφτερά τους δόντια, ίσα ίσα για να προκαλέσουν τρόμο και δέος και έτσι ώστε τα υποψήφια θύματα να πεθάνουν 10 φορές από το φόβο πριν συμβεί το απόλυτα μοιραίο. Κομμάτι 10ετίας αλλά δεν έχει παλιώσει καθόλου αλλά αντίθετα έχει γίνει πλέον κλασσικό και εδώ έρχεται η γνωστή μου άποψη εδώ και δεκαετίες...Οι Αμερικάνοι τα κάνουν όλα καλύτερα. Πάντα! Δε μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός πως με ότι κι αν καταπιάστηκαν στον μεταλλικό ήχο, κάνανε θαύματα. Το black metal της Αμερικής γενικότερα πάντα είχε να επιδείξει λιγότερη γραφικότητα και περισσότερη ουσία από αυτό της Σκανδιναβίας γενικότερα, ενώ η όποια ατμόσφαιρα δημιουργεί είναι πρόκριμα της in your face αισθητικής που καλώς ή κακώς έχουν σχεδόν όλες οι μπάντες στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Επίσης τεράστια μαγκιά να σε κάνουν να μην εστιάσεις ούτε δευτερόλεπτο στην ομολογουμένως αρκετά εμφανίσιμη παρουσία της πληκτρούς, η οποία παρ'όλα αυτά είναι η πρώτη που δίνει το έναυσμα γι΄αυτό το υπέροχο συγχρονισμένο headbanging που κάνουν όλοι μαζί και μάλιστα σαν να σχηματίζουν ένα συμμετρικό ορθογώνιο, συμβολισμός για κάτι που δεν πιάνω ή απλά έτυχε; Όπως και νά'χει, ήταν γαμηστερότατο!

 

 

 

Επιστροφή στο ''Thrice Woven'' με το ''The Old Ones Are With Us'', μετά το αρχικό σοκ κι όλα όσα έχουμε δει, το σκέφτομαι και το εκφράζω στους δίπλα μου με σιγουριά. Αυτό το συγκρότημα αδικείται κατάφορα από αυτό που ακούς στα cd τους, ο ήχος τους ζωντανά είναι κάτι που είναι μεγαλύτερο από αυτό που μπορεί να αποτυπωθεί σε ένα βινύλιο ή ένα cd, μου έχει συμβεί και με τους Immolation, τους Incantation και πολλούς άλλους, αλλά σε black ηχόχρωμα, αυτή ξεφτιλίζουν κόσμο και κοσμάκη, όπως και το αριστερό χέρι του νεόφερτου Trevor Deschryver στα τύμπανα. Ο μόλις 27 ετών παιχταράς χαζεύει κόσμο με το παίξιμο του, έχει ένα παράξενο στήσιμο λες και κάθεται όρθιος έτσι όπως τα είχε τοποθετήσει, ενώ και το στυλ του διαφέρει πολύ από τον μέσο ντράμερ που παρακολουθούμε. Όταν μπλαστάρει, δεν προλαβαίνεις να τον δείς, δεν είναι και τυχαίος μιά κι έχει περάσει κι από Deafheaven, αλλά σίγουρα οι Λύκοι του ταιριάζουν πολύ περισσότερο, ίσως η ατραξιόν της βραδιάς ανάμεσα σε ίσους παιχταράδες. Κι αφού δημιουργούν καπνό κι ατμόσφαιρα, έρχεται το κερασάκι στην τούρτα για το τέλος. Μέσα από το ''Celestial Lineage'', μας προσφέρουν το ''Prayer Of Transformation'', και πλέον οι Λύκοι βγάζουν την μεταμφίεση τους και από αναγνωριστικοί κυνηγοί μετατρέπονται επίσημα σε κινούμενες δολοφονικές μηχανές που μυρίστηκαν κρέας και πνίγουν τα πάντα στο αίμα της επίδοξης λείας τους.

 

 

Καταπληκτική ατμόσφαιρα, μπασαδούρα χωρίς να υπάρχει μπάσο σε κάποια σημεία που τρυπάει τα αυτιά, η πληκτρού να βαράει το βαθύ και το συναίσθημα ότι κάτι υπάρχει στο σκοτάδι και σε κοιτάει με κόκκινα μάτια γεμάτα απειλή μεγαλώνει μέσα σου. Έχεις λουστεί στον κρύο ιδρώτα και απλά περιμένεις να δεις από ποια κατεύθυνση θα σου έρθει το μοιραίο. Για το τέλος, διαλέγουν τον ογκόλιθο ''I Will Lay Down My Bones Among the Rocks and Roots'', διάρκειας 18' και γενικώς το 2ο μεγαλύτερο κομμάτι που έχουν γράψει. Σεμινάριο χτισίματος δομής και απλώματος ήχου, ο ιδανικός επίλογος της εμφάνισης τους που κρατάει μόλις 70' αλλά που έχει δώσει πληρότητα στον κόσμο και όλοι φεύγουν με τις καλύτερες των εντυπώσεων. Είμαι παραδοσιακός γκρινιάρης για συναυλίες κάτω των 90' γενικότερα, αλλά είναι από τις φορές που τα λεπτά και τα νούμερα δεν έχουν καμία σημασία και το αποτέλεσμα είναι εκεί για να σε επιβεβαιώσει. Οι Λύκοι ήρθαν, εξερεύνησαν το άγνωστο γι'αυτούς πεδίο που ονομάζεται Ελλάδα κι έκαναν το κοπάδι που ήρθε να τους επισκεφτεί να τους αναγνωρίσει ως βασιλείς του δάσους και να τους τοποθετήσει δικαιωματικά στο δωμάτιο του θρόνου που τους ανήκει. Τα είπαν όλα χωρίς λόγια, τα παίξανε όλα χωρίς μπάσο, τα γάμησαν όλα χωρίς σάλιο. Έχουν ήδη ξανάρθει και δεν το ξέρουν, σε 2-3 χρόνια βλέπω σίκουελ του έργου που είδαμε. Τα ταπεινά μου σέβη!

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Δημήτρης Αλόρας

Φωτογραφίες: Καταστρόφος Αλέκος 

 

 

Comments