Αφιέρωμα στους MINISTRY: Ναρκωτικά, θόρυβος και μεταλλικές λαμαρίνες!

To who is who του ηγέτη!

Η γιαγιά μου όταν ήμουν μικρός και ήταν εκνευρισμένη κάποιες φορές, πετούσε μία κορυφαία βρισιά. Συγκεκριμένα έλεγε ''γαμώ τα υπουργεία μου''...  Άντε τώρα εσύ να καταλάβεις τι ήθελε να πεί. Μπορεί να μην το κατάλαβα ποτέ τι είχε στο νού της, αλλά σίγουρα έχω σπαμάρει αυτή την έκφραση πολλάκις από την ημέρα που μπήκαν στη ζωή μου οι Ministry, κάπου το μακρινό '93 κι ενώ ετοιμαζόμουν να πάω γυμνάσιο. Αυτό ήταν, ένας νέος έρωτας είχε γεννηθεί, έρωτας που έγινε σχέση ζωής, που πέρασε από αγάπη, πόνο, μίσος και τελικά εδραιώθηκε στην καρδιά μου ως κάτι το πολύ μοναδικό όλα αυτά τα χρόνια. Οι Ministry είναι μέχρι και σήμερα το πνευματικό παιδί του Al Jourgensen. Ο κατά κόσμον Alejandro Ramirez Casas, γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1958 στην Αβάνα της Κούβας. Σύντομα μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να ζήσει με τη μητέρα του και τον Νορβηγό πατριό του, ο οποίος άλλαξε το όνομα της οικογένειας σε Jourgensen. Ο πατριός του Al ήταν οδηγός αυτοκινήτων και μηχανικός του διάσημου οδηγού της Φόρμουλα 1, Dan Gurney. Ο Αl μεγάλωσε στο Chicago και στο Breckenridge του Colorado, σύντομα τον ενέπνευσαν καλλιτέχνες όπως οι Liberace, The Beatles, Black Sabbath, Hawkwind, Pink Flod, Can, Kraftwerk, The Rolling Stones, Led Zeppelin, Kitty Wells, Buck Owens, George Jones, Charlie Parker, Charles Mingus και Miles Davis μεταξύ άλλων. Κάποια στιγμή φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Illinois στο Chicago, αφού είχε εγγραφεί για ελάχιστο χρονικό διάστημα στα πανεπιστήμια του Colorado και του βόρειου Colorado (είναι δύο διαφορετικά, μην μπερδεύεστε). Δούλεψε ως dj ραδιοφώνου μετά το κολλέγιο, μέχρι που αποφάσισε να κυνηγήσει την καριέρα του ως επαγγελματίας μουσικός.

 

Εγένετω Ministry/ Τα χρόνια του πειραματισμού!

Αφού πρώτα συμμετείχε στους Special Affect -με συνοδοιπόρους τους Groovie Mann (των My Life With The Thrill Kill Kult), τον ντράμερ Harry Rushakoff (των Concrete Blood) και τον μπασίστα Marty Sorenson- και στη συνέχεια τους βραχύβιους Silly Charmichaels -με τους Ben Krug, Tom Krug και Τom Wall (που όλοι ανήκαν στους The Imports)-, πήρε την απόφαση να σχηματίσει τους Ministry το 1981!  Συνοδοιπόροι στο ''έγκλημα'' ήταν τότε οι Stephen George στα τύμπανα, Robert Roberts και John Davis στα πλήκτρα, με τον Al να αναλαμβάνει τα φωνητικά και τις κιθάρες και στη συνέχεια το συγκρότημα να επικεντρώνεται στην παρουσία του Al και του Stephen George. Η αρχική τους κατεύθυνση ήταν η λεγόμενη new wave synthpop, αρκετά μακριά από το στυλ με το οποίο γίνανε διάσημοι και παγκοσμίως αναγνωρίσιμοι στην πορεία.  Το συγκρότημα κυκλοφόρησε μεταξύ 1981-1984 τέσσερα 12'' singles, (''All Day'', ''The Nature Of Love'', ''Cold Life'' και ''(Everyday Is) Halloween''), στην Wax Trax Records, τα οποία μετέπειτα και συγκεκριμένα το 1987, κυκλοφόρησαν ως συλλογή που ονομάστηκε ενδεικτικά ''Τwelve Inch Singles'' από την Cleopatra Records. Ο 1ος τους δίσκος με τίτλο ''With Sympathy'', κυκλοφορεί στις 10 του Μάη το 1983 από την Arista στην Αμερική και την BMG στην Ευρώπη και έτσι αρχίζει το ταξίδι τους στην δισκογραφία, με ένα άλμπουμ το οποίο έλαβε σχετική επιτυχία παρά τις ''αντιρρήσεις'' του Al.

 

Σύμφωνα με τον Jourgensen, δέχτηκε πιέσεις από το management της Arista να ακολουθήσει τον ήχο της τότε δημοφιλούς synthpop κατεύθυνσης. Στην πορεία, όταν ο ίδιος ανακάλυψε την hardcore μουσική, η μουσική του κατεύθυνση κι επιρροές άλλαξαν άρδην. Από την άλλη, για 2 περίπου χρόνια πριν υπογράψουν στην Arista, οι Ministry φορούσαν επί σκηνής new wave στυλ ρούχα και παίζανε αυτή τη μουσική. O Al χρησιμοποίησε επίτηδες την χαρακτηριστική Αγγλική προφορά του στο δίσκο αυτό, για την οποία στη συνέχεια εξαπέλυσε μύδρους, ενώ η πρώην γυναίκα του το 2013 δήλωσε ότι δεν προσπαθούσε να το παίξει Βρετανός, αντίθετα όταν οι The Rolling Stones χρησιμοποιούσαν φανερά Αμερικάνικη προφορά, κανείς δεν είπε κουβέντα. O δίσκος ηχογραφήθηκε στα Syncro Sound Studios στη Βοστώνη, ενώ στην Ευρώπη κυκλοφόρησε ως ''Work For Love'' με διαφορετική σειρά στα κομμάτια. Το συγκεκριμένο κομμάτι όπως και τα ''I Wanted To Tell Her'' και ''Revenge'' κυκλοφόρησαν ως single, ενώ το τελευταίο έγινε και βίντεο κλιπ. Ο δίσκος ήταν επί σειρά ετών εξαντλημένος από αντίτυπα, με τον αρχηγό να δηλώνει για χρόνια ότι είχε καταστρέψει τα αυθεντικά master tapes, αν κι επανακυκλοφόρησε το 2012 από την Eastworld Records και ο Al το 2014 πόσταρε στην προσωπική του σελίδα ένα κομμάτι που υποτίθεται ότι ηχογραφήθηκε τότε και μπορούσαν οι οπαδοί να το κατεβάσουν δωρεάν.

Έφτασε στη θέση 94 στο The Billboard 200 και είναι μέχρι σήμερα ένα τίμιο άλμπουμ του είδους, πολλοί το χαρακτήρισαν και disco, σίγουρα πάντως όσοι τους μάθανε στα '90s όπως εγώ και το άκουσαν ή είδαν το εξώφυλλο του, τσιμπιόντουσαν για να πιστέψουν ότι αυτοί ήταν όντως κάποτε οι Ministry. Κομμάτια του δίσκου παίχτηκαν ζωντανά όταν άνοιξαν για τους The Police κατά το Βορειοαμερικάνικο σκέλος της ''Synchronicity Tour'' των τελευταίων, με το κοινό στις μεγάλες αρένες να τους υποδέχεται με θέρμη. Παρά το μίσος του Jourgensen σήμερα για το δίσκο αυτό, κάποιες ηχογραφήσεις που προτιμάει από εκείνη την εποχή αποτυπώθηκαν στη συλλογή ''Early Trax'', η οποία κυκλοφόρησε αρκετά χρόνια μετά, στις 12 Οκτωβρίου 2004 από την Rykodisc και περιέχει ακυκλοφόρητα κομμάτια και remix από την επίμαχη περίοδο (1981-1984). Στη συνέχεια ο Al προχωράει στο να κάνει αυτό που πραγματικά ήθελε και στις 8 Ιουλίου του 1986 κυκλοφορεί το 2ο άλμπουμ των Ministry με τίτλο ''Twitch''. Σύμφωνα με τον ηγέτη, αυτά τα κομμάτια που υπάρχουν στο δίσκο ήταν ήδη τεσσάρων-πέντε ετών σαν ιδέες, αλλά η δισκογραφική δεν ήθελε να τα κυκλοφορήσει (καρφί πίσω από τα 3 μέτρα και πόντος)! Ο δίσκος ηχογραφήθηκε στα Southern Studios του Λονδίνου, όπου ζούσε εκείνη την περίοδο ο Al, εμπειρία που δεν αγάπησε ιδιαίτερα λόγω μεγάλων πολιτισμικών διαφορών. Πρακτικά πάντως, ότι ακούγεται στο δίσκο το ηχογράφησε κυρίως μόνος του!

 

O Jourgensen για το δίσκο συνεργάστηκε με τον παραγωγό Adrian Sherwood, επειδή βασικά ήθελε να μάθει πως να μιξάρει ένα άλμπουμ, γι'αυτό και τον προσέλαβε. Αν και έχει αποκαλέσει το δίσκο ''pussy shit'', εντούτοις δίνει τα εύσημα στον Sherwood που έκανε το αποτέλεσμα να ηχεί επιθετικότερο. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από την Sire και τη Warner Bros, με κύριο κομμάτι που έκανε τη διαφορά το ''Over The Shoulder'', για το οποίο γυρίστηκε κι ένα κλιπ, για το οποίο την επιμέλεια είχε ο σκηνοθέτης Storm Thorgerson, ο οποίος προσέλαβε δύο παιδιά να κλέψουν ένα αμάξι και το έκανε ταινία. Οι Ministry ζήτησαν να κάνουν γύρισμα σε ένα κατάστημα, με τον ιδιοκτήτη να αρνείται και τελικά ο σκηνοθέτης ζήτησε από τα ίδια δύο παιδιά να μπουκάρουν στο κατάστημα και να το κάνουν λαμπόγυαλο, με το συγκρότημα να ξαναζητάει τον χώρο για γύρισμα και τελικά τον ιδιοκτήτη να συμφωνεί επειδή χρειαζόταν λεφτά για να πληρώσει τις ζημιές. Ο Jourgensen δήλωσε ''ότι συνέβη σ'αυτό το βίντεο ήταν εγκληματικό'', ενώ γενικά το άλμπουμ πήρε το όνομα του από το κυρίαρχο ναρκωτικό εκείνης της εποχής στην Αγγλία, ονόματι Wiz, στο οποίο φυσικά ο Al ήταν εθισμένος συνέχεια. Υπήρξε μία επανέκδοση του δίσκου χωρίς την έγκριση τους ονόματι ''Twitched'', πρακτικά remastered έκδοση του δίσκου με τα κομμάτια που σκόπευε εξ'αρχής το συγκρότημα να κυκλοφορήσει, τα οποία κυκλοφόρησε η Radioactive το 2003.

 

Αλλαγή πλεύσης, τα χρόνια της δόξας!

Χορευτικό μεν, όχι pop δε, το ''Twitch'' έδωσε τη θέση του στη μεγάλη αλλαγή! O Al τρώει την απόλυτη φλασιά της ζωής του και οι ηλεκτρικές κιθάρες παίρνουν θέση στη μουσική των Ministry για πάντα από'κείνο το σημείο και μετά. Επίσης για τα επόμενα αρκετά χρόνια, στο πλάι του αρχηγού προστέθηκε ο επιστήθιος συνεργάτης του και πρώην μπασίστας των The Blackouts, Paul Barker. Ο Barker όχι μόνο ήταν το δεξί χέρι του Al, αλλά και ο μόνος που έλαβε θέση ως μόνιμο μέλος εκτός του δημιουργού των Ministry. O Barker φέρνει από τους The Blackouts και τον ντράμερ William Rieflin και ο τρίτος δίσκος ''The Land Of Rape And Honey'' κυκλοφορεί στις 11 Οκτωβρίου του 1988 και πάλι σε συνεργασία των Sire/Warner Bros (πράγμα που ίσχυσε και για τα επόμενα δύο άλμπουμ για να μην επαναλαμβάνομαι). Το ''Αbortive'' που κλείνει το δίσκο είναι το μόνο που ηχογραφήθηκε το 1985 κατά την παραμονή του Al στην Αγγλία στα Southern Studios, ενώ ο υπόλοιπος δίσκος ηχογραφήθηκε μεταξύ 1987-1988 στα Chicago Trax Studios με παραγωγή των... Hypo Luxa (Al Jourgensen), Hermes Pan (Paul Barker) και Eddie Echo (Adrian Sherwood). Ο ήχος αλλάζει άρδην, με τα industrial στοιχεία να εμπλουτίζουν τον ήχο τους, τα samples από ταινίες να παίζουν κυρίαρχο ρόλο πλέον και γενικά ο αέρας της αλλαγής έπνεε με πολλά μποφόρ στο στρατόπεδο τους.

Το εξώφυλλο του δίσκου είναι μία επεξεργασμένη εικόνα ενός καμμένου πτώματος από ένα στρατόπεδο στο Buchenwald της Λειψίας. O Jourgensen τράβηξε την φωτογραφία ενός ολοκαυτώματος από ένα ντοκιμαντέρ της τηλεόρασης και παραμόρφωσε μόνος του την εικόνα. Η εταιρεία αρχικά το απέρριψε, αλλά στη συνέχεια άλλαξε γνώμη. Πως έγινε αυτό; Ο τρελλός αρχηγός τους παρουσίασε το κεφάλι ενός ελαφιού που σκοτώθηκε στο δρόμο και το βρήκε μπροστά του. Έκοψε το κεφάλι του, το έβαλε στο φορτηγό του, οδήγησε από το Austin στο Los Angeles (...), πήγε στο κτίριο της Sire Records, πέταξε το κεφάλι του ελαφιού στο γραφείο του τμήματος εξωφύλλων και απλά τους είπε ''ορίστε το νέο γαμημένο σας εξώφυλλο του δίσκου''... Αν μή τι άλλο, ακραία τεχνική της πειθούς! Το κολοσσιαίο ''Stigmata'' που ανοίγει το δίσκο συμπεριλήφθηκε στην ταινία του 1990 ''Hardware'', ένα θρίλερ του Richard Stanley, αν και για κάποιο λόγο το συγκρότημα που φαίνεται να παίζει είναι οι... Gwar! Ο δίσκος έγινε χρυσός το Γενάρη του '96, ενώ επανακυκλοφόρησε με τον λανθασμένο τίτλο ''The Land Of Milk And Honey'' (πάλι καλά που δεν το ονόμασαν ''Ηerbal Essences'') το 2007. Το 2016 ο Al δήλωσε ότι αυτό είναι το αγαπημένο του άλμπουμ των Ministry, ενώ συγκροτήματα όπως οι Fear Factory, Linkin Park, Slipknot και Nine Inch Nails έχουν αναφέρει το δίσκο ως κύρια επιρροή τους. Το cd έχει ως έξτρα τα ''Hizbollah'' και ''I Prefer'', ενώ το ''Stigmata'' και το ''Flashback'' γυρίστηκαν σε βίντεο. Τα καλύτερα όμως δεν είχαν έρθει ακόμα!

Ένα χρόνο μετά, οι Ministry κάνουν ακόμα μεγαλύτερη αίσθηση με το 4ο άλμπουμ τους ''The Mind Is A Terrible Thing To Taste''. Κυκλοφορεί στις 14 Νοεμβρίου 1989 και το δίδυμο των ''Thieves'' και ''Burning Inside'' που ανοίγει το δίσκο προκαλεί απανωτά εγκεφαλικά. Οι Ministry πλέον έχουν εξελιχθεί σε ένα ανεξέλεγκτο τέρας που καταπίνει πτώματα αμάσητα και το νερό έχει μπεί στο αυλάκι για τα μεγαλεία που ακολουθούν. Ενδεικτικό της αλλαγής του ήχου σε πιό μεταλλικές φόρμες η επιρροή του Al από τους S.O.D και τους Rigor Mortis εκείνη την εποχή. Μάλιστα, ο κιθαρίστας των τελευταίων, Mike Scaccia, ήταν μέρος της δεκαμελούς μπάντας που βγήκε σε περιοδεία με ονομασία ''The Mind Tour'' μεταξύ 1989-1990. Επειδή τα τύμπανα του δίσκου ήταν ήδη τζαζεμένα, προστέθηκε ο δεύτερος ντράμερ Martin Atkins. Στο πλάι των προαναφερθέντων και οι Chris Connely (πλήκτρα, φωνή), Nivek Ogre (το ίδιο), Joe Kelly (δεύτερα φωνητικά), Τerry Roberts και William Tucker (κιθάρες), με τους Jourgensen, Barker και Rieflin να αποτελούν τον κύριο πυρήνα του συγκροτήματος. Το χάος και η πώρωση αυτής της περιοδείας αποτυπώθηκαν στο ζωντανό δίσκο ''In Case You Didn't Feel Like Showing Up'' που κυκλοφόρησε στις 4 Σεπτεμβρίου 1990, ηχογραφημένο πρωτύτερα στις 22 Φεβρουαρίου στο Holiday Star Theatre στο Merrilville της Ιndiana. Στο βίντεο συμμετέχει και ο Jello Biafra εκτός του δεκαμελούς χαμού, διαβάζοντας την πίστη στην Αμερικάνικη σημαία.

Ο δίσκος προκαλεί πάταγο και πολλοί μιλάνε για ότι καλύτερο έχουν κάνει ως τότε. Σίγουρα για τους περισσότερους οπαδούς αποτελεί ένα από τα τρία κορυφαία άλμπουμ που έχουν γράψει ποτέ, όχι όμως και για τον ίδιο τον Jourgensen, ο οποίος παραδέχεται ότι δεν είναι στα αγαπημένα του εξ'αιτίας της κατάστασης του κατά την περίοδο των ηχογραφήσεων. Συν ότι δεν τα πήγαινε πολύ καλά και με τους συναδέλφους του, με κυριότερο παράδειγμα το επεισόδιο του με τον Paul Barker, τον οποίο μία μέρα έτσι απλά άρχισε να κυνηγάει γύρω από το στούντιο με μία καρέκλα, με την οποία τον χτύπησε στο κεφάλι τελικά, επειδή ''δεν μπορούσα να τον αντέξω άλλο'' όπως δήλωσε. Ο δίσκος πήρε φυσικά την αξία που έπρεπε και τελικά το Δεκέμβρη του '95 έγινε χρυσός ξεπερνώντας τα 500.000 αντίτυπα, ενώ είχε φτάσει στο νούμερο 163 στην Αμερική. Κάπου εκεί ξεκινάει και η λαίλαπα των side projects των Al και Paul, με το alter ego τους Revolting Cocks (ή αλλίως RevCo) να είναι το κυριότερο με τους Βέλγους Richard 23 από τους Front 242 και Luc Van Acker να συμμετέχουν. Με τον Jello Biafra σχημάτισαν τους απίστευτους Lard, με τους Cabaret Voltaire σχημάτισαν τους Acid Horse (σημασιολογία από το LSD-Acid και την ηρωίνη-Ηorse) κυκλοφορώντας μόλις ένα single (''Νο Νame, No Slogan'' το 1989 από τη Wax Trax!), τους PTP με τον Chris Connely και τους Pailhead με τον τραγουδιστή των Minor Threat και Fugazi, Ian MacKaye.

O Barker κυκλοφόρησε δικό του υλικό με τους Lead Into Gold και ο Jourgensen έπαιξε κιθάρες στο δίσκο των Skinny Puppy ''Rabies'' (το 1989). Επίσης σχημάτισαν τους 1000 Ηοmo DJ'S με τον Trent Reznor των Nine Inch Nails να δίνει τη φωνή του στην κλασσική πλέον διασκευή στο 1ο μέρος της ''Nativity In Black - A Tribute To Black Sabbath'' συλλογής, όπου διασκευάζουν το ''Supernaut''. Τα κομμάτια των Pailhead, 1000 Homo DJs, PTP και Acid Horse που είχαν όλα κυκλοφορήσει από τη Wax Trax! κυκλοφόρησαν στις 12 Οκτωβρίου του 2004 από την Rykodisc ως ''Side Trax'' (ακριβώς την ίδια μέρα με το ''Early Trax'', φοβερή συλλογή που όλοι οι ενημερωμένοι Ministry οπαδοί πρέπει να αποκτήσουν). Όπως καταλαβαίνετε, όλες αυτές οι ασχολίες ενδιάμεσα με τη χρυσή περίοδο των Ministry, οδήγησαν σε σχετική καθυστέρηση του 5ου δίσκου. Προηγήθηκε το single ''Jesus Built My Hotrod'', στο οποίο ''δάνεισε'' τη φωνή του ο Gibby Haynes των Butthole Surfers, που σύμφωνα με τον Al μπήκε στο στούντιο ''λίωμα'' και έπεσε καμιά δεκαριά φορές από το σκαμπό που στεκόταν, ενώ ήταν τόσο σκνίπα που πήρε στον Jourgensen δύο εβδομάδες να μιξάρει τα φωνητικά του για το κομμάτι. Κυκλοφορεί στις 7 Νοεμβρίου 1991 και λαμβάνει τη θέση 19 στο Modern Rock Tracks chart.

Eπίσης παίζεται κατ'εξακολούθηση στο MTV και το MuchMusic, ενώ το εξώφυλλο απεικονίζει ένα V8 κινητήρα μηχανής από ένα Chrysler 440 του 1970, ο οποίος είναι εξοπλισμένος με τρία δίκανα καρμπυρατέρ). Το εν λόγω βιντεάκι του κομματιού περιέχει εικόνες από NASCAR και dragster αγώνες αμαξιών, ότι πρέπει για γκαζοφονιάδες. Στο σημείο αυτό θα παραθέσω το spoken σημείο του κομματιού αυτούσιο για να καταλάβετε για τη βλάβη μιλάμε, ενώ το μότο ''ding a ding dang my dang a long ling long'' έχει χρησιμοποιηθεί μέχρι και για κρυφός κωδικός στο video game ''Sleepwalker''. Θαυμάστε και ''καείτε'':

''Soon I discovered that this rock thing was true

Jerry Lee Lewis was the devil

Jesus was an architect previous to his career as a prophet

All of a sudden, I found myself in love with the world

So there was only one thing that I could do

Was ding a ding dang my dang a long ling long''...

Η μεγάλη ώρα για όλη τους την καριέρα είχε έρθει, η στιγμή που φτάνει για κάθε συγκρότημα που την αξίζει. Στις 14 Ιουλίου 1992 (συμπτωματικά, η μέρα των γενεθλίων μου) κυκλοφορεί ο καλύτερος δίσκος της καριέρας τους κι ένα από τα καλύτερα δημιουργήματα στην ιστορία της μουσικής γενικότερα. Ο κοινός τίτλος αυτού, ''Psalm 69:The Way To Succeed And The Way To Suck Eggs''. Ή όπως έχει μείνει στην ιστορία, ''ΚΕΦΑΛΗΞΘ'' (αν δεν έχεις ακούσει την ατάκα ''δίσκος σαν το ΚΕΦΑΛΗΞΘ δεν υπάρχει, δεν έχεις ακούσει τίποτα στη ζωή σου), καθώς έτσι αναγράφεται, με το ΚΕΦΑΛΗ να λειτουργεί ως Psalm και το ΞΘ να είναι το αντίστοιχο του αριθμού 69 στο αρχαιοελληνικό σύστημα αρίθμησης. Ο όρος γενικά είναι αργκό για το στοματικό σεξ, ενώ είναι και από αναφορά του Aleister Crowley στο κεφάλαιο 69 του ''The Book Of Lies'', όπου σε κάποια φάση λέει ''the way to succeed and the way to suck eggs'', παραφράζοντας τη στάση 69 (suck seed και suck eggs αντίστοιχα). O δίσκος είναι μία συνεχής γροθιά στο στομάχι, καθώς είναι ο μεταλλικότερος που είχαν κάνει μέχρι τότε. Δίπλα στον Mike Scaccia είχε προστεθεί ως κιθαρίστας ο Louis Svitek και οι κιθάρες των δύο δίνουν έναν απίστευτο όγκο στο δίσκο που σε γραπώνει από το κεφάλι με το καλημέρα και δε σε αφήνει μέχρι κάθε τελευταίο κύτταρο στο λαιμό σου να υποστεί αποσύνθεση.

Ξεκινώντας με το ''N.W.O'' (αρχικά του New World Order), ένα κομμάτι-κατηγορώ προς την πολιτική του τότε προέδρου της Αμερικής George H. W. Bush και περί της επίθεσης στον Περσικό Κόλπο, το άλμπουμ σε κολλάει στον τοίχο, ενώ δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι είναι το πλέον αναγνωρίσιμο κομμάτι τους που προκαλεί τις πλέον ακραίες αντιδράσεις. Ακολουθούμενο από το άλλο single ''Just One Fix'' (ναί, το κομμάτι το οποίο ξεπατίκωσαν οι Rammstein για να δημιουργήσουν το ''Du Hast'' και να φτιάξουν μία ολόκληρη καριέρα εκατομμυρίων), το άλμπουμ πουλάει σαν ζεστό καρβέλι, και μέχρι το 1995 είχε γίνει πλατινένιο στην Αμερική με πάνω από 1 εκατομμύριο πωλήσεις, ενώ έγινε χρυσό και σε Καναδά και Αυστραλία, παράλληλα έφτασε στο νούμερο 27 του The Billboard 200 και το νούμερο 1 του Top Heatseekers. Με την Sire Records να τους δίνει το διόλου ευκαταφρόνητο μπάτζετ των 750.000 δολλαρίων, υπολογίζεται ότι ο Al και ο Mike Scaccia ξόδευαν περί τα 1.000 δολλάρια τη μέρα σε ναρκωτικά. Ήταν τέτοιος ο αντίκτυπος του δίσκου που σε μελλοντικά άλμπουμ όπως το ''Dark Side Of The Spoon'' και το ''Houses Of The Molé'' υπήρξαν ''κρυφά'' κομμάτια στα cd με τον αριθμό 69 στη λίστα κομματιών. Οι Ministry δεν ξανακούστηκαν ποτέ τόσο τέλειοι, ενώ απεδείχθη περίτρανα πως πάντα ότι ανεβαίνει, στο τέλος κατεβαίνει.

Μετά το ζενίθ το ναδίρ; Αβεβαιότητα και προβληματισμοί!

Το 1993 κυκλοφορεί από τη Warner Bros το ''Box'', μία φοβερή τριπλή-ΕΡ συλλογή με κομμάτια που δε μπήκαν σε δίσκους ή με remix σε παλιότερα κομμάτια που ηχογραφήθηκαν για τη Sire Records. Το 1995 φτάνουν να παίξουν headliners σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία στο Big Day Out φεστιβάλ, αλλά παρά την αυξανόμενη επιτυχία και δημοτικότητα τους, τα πράγματα δεν πάνε ιδιαίτερα καλά στις τάξεις του γκρούπ, που κυριολεκτικά εκτροχιάζεται από μία σειρά συλλήψεων και προβλημάτων με ναρκωτικά. Δεν ήταν μέχρι το 1996 και συγκεκριμένα στις 30 του Γενάρη που κυκλοφόρησε το ''Filth Pig'', ένας δίσκος που ήταν από πριν καταδικασμένος να ζήσει στη σκιά του αψεγάδιαστου προκατόχου του και μοιραία οι συγκρίσεις έδωσαν και πήραν (και το χαντάκωσαν). Ο τίτλος προήλθε από χαρακτηρισμό που προσδώθηκε στον Jourgensen από τον Teddy Taylor της Αγγλικής Βουλής, που τον αποκάλεσε βρωμερό γουρούνι. Γενικότερα το τέμπο του δίσκου είναι αρκετά κλικ πιό αργό από τα προηγούμενα άλμπουμ, υποστηρίχτηκε από τα single ''Reload'', ''The Fall'', ''Brick Windows'' και μία υπερτζαζεμένη διασκευή στο ''Lay Lady Lay'' του Bob Dylan και προέκυψε η περιβόητη περιοδεία Sphinctour (παράφραση που μεταφράζεται ως...σφιγκτήρας) και μάλιστα κυκλοφόρησε σε βίντεο και cd/dvd το 2002, στην οποία δε συμμετείχε ο Mike Scaccia.

 

 

Για την ακρίβεια έμελλε να είναι η τελευταία του ηχογράφηση με το συγκρότημα μέχρι το 2004, καθώς δεν ενδιαφερόταν να περιοδεύσει, ενώ ο Al ως συνήθως μίσησε αυτό το δίσκο εξ'αιτίας της δικής του ψυχολογικής κατάστασης, καθώς κατά την περίοδο του ήταν υπερβολικά καταθλιπτικός και το ''Filth Pig'' αντανακλά μεγάλο μέρος της τότε ψυχοσύνθεσης του, γι'αυτό και δε συνηθίζει να παίζει κάτι απο'κει πλέον. Επίσης ήταν τόσο εκνευρισμένος που δήλωνε τα εξής: ''Όλοι το μισούσαν. Όλοι ήθελαν ένα ''Psalm 70'' (υπονοώντας συνέχεια του προηγούμενου ''Psalm 69...'') κι εγώ απλά τους έδωσα ένα δίσκο ελέυθερο από ηλεκτρονικά στοιχεία, ένα θρήνο που βάζει το όπλο στο στόμα και δεν περιέχει τίποτα άλλο εκτός από πόνο. Εκτός από το εξώφυλλο, το χιούμορ είχε χαθεί και το μόνο που είχε απομείνει ήταν μιζέρια. Κι έπρεπε επίσης να περιοδεύσω για αυτό το γαμόπραμα''...Αν μη τι άλλο, περιγραφικότατος και βιτριολικός. Στο εξώφυλλο βλέπουμε ένα νεαρό που κρατάει μία μικρή Αμερικάνικη σημαία και με ωμό κρέας στο κεφάλι του, τα ζουμία από το οποίο στάζουν στο μέτωπο του, ενώ μία κονκάρδα στο πέτο του γράφει ''Don't Blame Me''. Σίγουρα όχι η ιδανική περίοδος και άλμπουμ για το συγκρότημα, αν και συνεχίζω να πιστεύω ότι αδικήθηκε και μην ξεχνάτε ότι μία κακή στιγμή Ministry είναι η πιθανή καλύτερη εκατοντάδων συγκροτημάτων. Παρά την επιτυχία του στα charts πάντως, γενικά πέρασε και δεν ακούμπησε...

Mετά την περιοδεία του δίσκου, το συγκρότημα συγκεντρώνεται στο να ηχογραφήσει το τελευταίο του άλμπουμ για τη Warner Bros, το έβδομο πόνημα τους που λέγεται ''Dark Side Of The Spoon''. Καθίσταται προφανές ότι φυσικά και ήταν παράφραση στο τιτάνιο δημιούργημα των Pink Floyd ''Dark Side Of The Moon'', αλλά σύμφωνα με τον Jourgensen, ο τίτλος είχε διπλή σημασία, καθώς περιγράφει και τη μαυρισμένη πλευρά ενός κουταλιού όταν αυτό χρησιμοποιείται για να διαλυθεί η ηρωίνη ενώ το ζεσταίνεις, το οποίο και παραπέμπει στη μόνιμη κατάσταση εθισμού των μελών του συγκροτήματος. Το εξώφυλλο είναι χαρακτηριστικό, με την εύσωμη κυρία που κάθεται σε ένα σκαμπό μπροστά από ένα μαυροπίνακα του σχολίου, φορώντας ένα από αυτά τα τεράστια καπέλα τιμωρίας που είθισται να χρησιμοποιούνται σε μαθητές, με το καπέλο να γράφει dunce (που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει ντουβάρι ή κούτσουρο) και τον πίνακα να είναι γεμάτος σε μορφή τιμωρίας με τη φράση ''I will be God''. Όπως φαντάζεστε, το εξώφυλλο έφερε αντιδράσεις, η Kmart Corporation το απαγόρευσε και σε μετέπειτα εκδόσεις δεν υπάρχει ούτε η εν λόγω κυρία, ούτε η ''τιμωρία'' με το ''I will be God'' στον πίνακα. Ο δίσκος αφιερώθηκε στον παλιό συνεργάτη των Ministry, William Tucker που αυτοκτόνησε ελάχιστα πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος, στις 14 του Μάη. Τύμπανα στο δίσκο έπαιξε ο Rey Washam.

O δίσκος κυκλοφόρησε στις 8 Ιουνίου 1999 και ήταν προορισμένος να ηχεί μαλακότερος από τα προηγούμενα άλμπουμ, σύμφωνα με τον Al, ο οποίος ήθελε να επεκταθεί ο ήχος του συγκροτήματος σε κάτι νέο σε σχέση με τα drug-based όπως αποκάλεσε ο ίδιος τα άλμπουμ ''The Mind...'' και ''Psalm 69...'', προς μία ''άγνωστη περιφέρεια'', γι'αυτό και δηλώνει συχνά ότι το ''Dark Side Of The Spoon'' είναι ο αγαπημένος του δίσκος των Ministry για τη δεκαετία του '90. Το καταπληκτικό ''Bad Blood'' συμπεριλήφθηκε στο soundtrack του The Matrix και προτάθηκε στα Grammy του 2000 για καλύτερη μεταλλική απόδοση. Επίσης το συγκρότημα ήταν να παίξει στο Ozzfest της ίδιας χρονιάς, όπου και υποτίθεται ότι θα παίζανε ως co-headliners, όταν οι διοργανωτές απέτυχαν να κλείσουν τους παραλίγο επανενωμένους με την αρχική σύνθεση Judas Priest. Μετά από μία αλλαγή στο management, οι Ministry κόπηκαν από το billing του φεστιβάλ και αντικαταστάθηκαν από τους Soulfly. Ο δίσκος εννοείται ότι πάτωσε εμπορικά και λόγω της αλλαγής κατεύθυνσης δεν είναι και ο πλέον αγαπημένος των οπαδών (ιστορία μου, αμαρτία μου)... Μετά το σπάσιμο του συμβολαίου με τη Warner Bros, η εταιρεία έβγαλε τη συλλογή ''Greatest Fits'' (19 Ιουνίου 2001) με το τότε νέο κομμάτι ''What About Us?'' να συμπεριλαμβάνεται, ενώ μπήκε και στην ταινιάρα AI:Artificial Intelligence του Steven Spielberg.

Ο Jourgensen θυμάται να του το προτείνει ο μεγάλος σκηνοθέτης Stanley Kubrick, λέγοντας τα εξής: ''Πρώτα απ'όλα του το έκλεισα. Νόμιζα ήταν τηλεφώνημα φάρσας. Με κάλεσε η γραμματέας του κι εγώ ήμουν σε φάση 'ναί, σίγουρα' και το έκλεισα. Και στη συνέχεια με κάλεσε εκείνος προσωπικά και μου μίλησε, κι απλά φρίκαρα. Δηλαδή ποιός δε θα φρίκαρε; Έχεις αυτό τον εκκεντρικό Αμερικάνο θεό που ζεί στην εξοχή στην Αγγλία και με καλεί στο Austin του Texas, λέγοντας μου ότι θέλει να κάνω μουσική για την ταινία και ότι με θέλει στην ταινία του ενώ είναι διάσημος, και όλα αυτά. Δεν το πίστεψα καν''. Ο Kubrick πέθανε και την ταινία ολοκλήρωσε ο Spielberg, με τις σχέσεις του Al μαζί του να είναι τεταμένες και στο τέλος να φτιάχνουν. Ακολουθεί κατά την περίοδο 2000-2002 διαφωνία με τη Warner Bros, η οποία προκάλεσε τα προγραμματισμένα ζωντανά άλμπουμ ''Live Psalm 69'', ''Sphinctour'' και ''ClittourUS'' να μην κυκλοφορήσουν, τελικά το ''Sphinctour'' κυκλοφόρησε το 2002 από τη Sanctuary/BMG. Kάπου το 2001 ο Al παραλίγο να χάσει το χέρι του επειδή τον δάγκωσε αράχνη, ενώ ακρωτηρίασε ένα δάχτυλο του ποδιού του επειδή πάτησε κατά λάθος μία παρατημένη υποδερμική βελόνα... Επίσης είχε τάσεις αυτοκτονίας και χρειάστηκε η βοήθεια μίας γνωστής του, της Angelina Luckacin, η οποία τον βοήθησε να περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τον εθισμό του σε ουσίες μεταξύ των οποίων ήταν η κοκαίνη, το κρακ, το LSD, speedballs και 2 μπουκάλια ουίσκυ Bushmills καθημερινά...

 

Ανάκαμψη, επιστροφή στο μεταλλικότερο ήχο, η τριλογία κατά του Bush και η πρώτη ''διάλυση''!

Μαζί με τον Paul Barker και τον σαξοφωνίστα Max Brody που είχε μπεί στο γκρούπ στην περιοδεία του 1999, συγκεντρώθηκαν στο να γράψουν υλικό για το νέο άλμπουμ, έτσι στις 17 Φεβρουαρίου 2003, κυκλοφορεί από τη Sanctuary το ''Animositisomina'', ηχογραφημένο στα Sonic Ranch Studios, στο El Paso του Texas. Ο τίτλος είναι μία παλινδρόμηση της λέξης ''Animosity'' χωρίς το τελικό γράμμα, ενώ θυμίζει πολύ το δίσκο ''Aoxomoxoa'' των The Grateful Dead. Σίγουρα ότι πιό μεταλλικό σε ήχο μετά το ''Psalm 69...'', με τον Brody να παίζει τα τύμπανα και να δίνει όγκο. Φοβερό άλμπουμ με το ''Αnimosity'' να προορίζεται για single όπως και το ''Piss'', αλλά λόγω των χαμηλών πωλήσεων του δίσκου κάτι τέτοιο δε συνέβη ποτέ. Ο Al δήλωσε ότι βαριόταν να βρεί τίτλο, ενώ γενικά έχει πεί ότι αυτό είναι το λιγότερο αγαπημένο του άλμπουμ των Ministry (ναρκωτικά παίδες, καίνε εγκεφάλους και φτιάχνουν κάλους), με την εξαίρεση του ''With Sympathy'' προφανέστατα. Κι όλα αυτά επειδή κατά τον ίδιο, δεν ήταν διασκεδαστικό κατά τη δημιουργία του, επειδή έπρεπε να κόψει της συνήθειες του εθισμού του κατά τις ηχογραφήσεις. Το ''Leper'' που κλείνει το άλμπουμ έμεινε ορχηστρικό μιά και ο ημίτρελλος άφησε το στούντιο νωρίτερα από το προγραμματισμένο και δεν τον ένοιαζε να γράψει στίχους ώστε να το ολοκληρώσει. Το θεωρεί ''μη-άλμπουμ'' και άφησε τις διαδικασίες ηχογράφησεις στον Paul Barker.

Επίσης οι σχέσεις του με τον Barker είχαν φτάσει στο απροχώρητο, με τον τελευταίο να πηδάει το καράβι μετά την περιοδεία του δίσκου, δηλώνοντας ότι ήθελε να επικεντρωθεί στην οικογένεια του, αλλά σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του Jourgensen, ο χωρισμός αυτός επήλθε με μεγάλη ένταση. Το εξώφυλλο του δίσκου δείχνει ένα πρόβατο με ευδιάκριτα τα σύμβολα του χριστιανισμού, του μουσουλμανισμού και το Αστέρι του Δαυίδ, μάλλον παραπομπή στην πεποίθηση ότι όσοι ακολουθούν θρησκείες είναι πρόβατα. Επίσης ήταν και ο 1ος τους δίσκος που είχε τυπωμένους τους στίχους, σπάζοντας την παράδοση που ήθελε να μην υπάρχουν πουθενά οι στίχοι στα άλμπουμ τους. Εξαιρετική η διασκευή στο ''The Light Pours Out Of Me'' των Μagazine. Με τον Barker να είναι εκτός, ο Jourgensen είναι στην ευχάριστη θέση να δεί τον Mike Scaccia να επιστρέφει στο συγκρότημα. Στις 21 Ιουνίου 2004 κυκλοφορεί το ''Houses of the Molé'', ένα άλμπουμ αναγέννησης όπως τόνισε ο Jourgensen, μιά και ο Paul Barker δεν ήταν πλέον μαζί τους. Ήταν τέτοια η κόντρα που στο κρυμμένο κομμάτι ''Walrus'' το οποίο έγραψε για να 'γιορτάσει' αυτή την εξέλιξη, υπάρχει η φράση ''Paul is no longer with us'' που επαναλαμβάνεται ανάποδα κατ'επανάληψη. Είναι ο πρώτος δίσκος που εγκαινιάζει το νέο λογότυπο του συγκροτήματος, ενώ ήταν και αυτός με τα περισσότερα thrash στοιχεία ως τότε.

Χαρακτηριστικότατη λεπτομέρεια του δίσκου, ότι όλα σχεδόν τα κομμάτια ξεκινούν με το γράμμα W, που συμβολίζει το μεσαίο όνομα του George W. Bush (Walker για την ακρίβεια), τότε προέδρου της Αμερικής τον οποίο ως γνωστόν, ο Al λάτρευε να στολίζει. Για την ακρίβεια, το άλμπουμ είναι η αρχή μίας άτυπης τριλογίας όπου εξαπολύονται μύδροι κατά του W και γενικά οι στίχοι είναι απίστευτα καυστικοί, σε σημείο να απορεί κανείς πως κατάφερε και την έβγαλε καθαρή. Είχαμε βέβαια και πάλι διάφορα ευτράπελα, όπως με τον ντράμερ Rey Washam να κράζει δημόσια τον Al για το γεγονός ότι δεν έλαβε αναγνώριση για τη συνεισφορά του στο δίσκο, αποκαλώντας τον ψέυτη κι ότι είναι ''γεμάτος σκατά'', ενώ τόνισε ότι ο τίτλος του δίσκου ήταν ο χειρότερος τίτλος δίσκου στον κόσμο. Για την ακρίβεια ο τίτλος είναι άμεση παραπομπή στο ''Houses Of The Holy'' των Led Zeppelin. Γενικά οι Μinistry εδώ ακούστηκαν πιό χαλαροί από ποτέ και κάνανε τον μεταλλικότερο δίσκο όλης της καριέρας τους, δίσκος που ενώ έλαβε την εκτίμηση των οπαδών και του τύπου, κατάφερε να είναι ο πρώτος και ο μοναδικός τους μέχρι στιγμής που δεν μπήκε στα Αμερικάνικα charts, γεγονός που ήταν αρκετό λόγω χαμηλών πωλήσεων να τους δείξει η Sanctuary την πόρτα της εξόδου, παρ'όλα αυτά, κομμάτια τύπου ''No W'', ''Worthless'' και ''Warp City'' δε γράφει ΚΑΝΕΙΣ.

Αφού κυκλοφορούν τα ''Early Trax'' και ''Side Trax'' το 2004 και η συλλογή ''Rantology'' στις 27 Σεπτεμβρίου 2005 (τελευταία κυκλοφορία από την Sanctuary), η οποία περιέχει τα πιό διάσημα single τους και αρκετά remix, έρχεται η ώρα για το επόμενο άλμπουμ, το οποίο βγαίνει από την εταιρεία του Al, την 13th Planet, σε συνεργασία με τη Megaforce. Hχογραφημένο στα 13th Planet Studios, στο El Paso, το ''Rio Grande Blood'' συνεχίζει εκεί που σταμάτησε ο προκάτοχος του, με ακόμα περισσότερο thrash κοπάνημα σε σημεία, που θύμιζε τόσο πολύ Slayer που κανείς δεν το πίστευε (βασική σημείωση από άρρωστο Slayer-ά: ΜΑΚΑΡΙ να παίζανε έτσι οι Slayer από το 2006 και μετά που κυκλοφόρησε αυτό το άλμπουμ). Εννοείται ότι είχαμε πάλι παραλλαγή τίτλου του δίσκου, εμπνευσμένο αυτή τη φορά από το άλμπουμ των ZZ Top, ''Rio Grande Mud'' του 1972. Kαταπληκτικό άλμπουμ το οποίο με το που μπαίνει το ομότιτλο κομμάτι σε μπάζει στο κλίμα της καταστροφής που ακολουθεί, το ''LiesLiesLies'' να γίνεται υποψήφιο στα Grammy για καλύτερη μεταλλική απόδοση, ενώ το "Señor Peligro" μεταφράζεται ως ''Mr. Danger''. Γενικώς το κράξιμο στον W πάει σύννεφο, επικεντρώνοντας στην πολιτική σχετικά με τον πόλεμο με το Ιράκ, τη μεταναστευτική πολιτική και το σώμα των πεζοναυτών στο ''Gangreen''. Το τί γίνεται, δύσκολο να περιγραφεί!

Φανταστείτε δείγματα ομιλιών του W παρμένα αυτούσια και κομμένα/ραμμένα σε τέτοιο βαθμό που δημιουργούν φράσεις ολόκληρες που τον στολίζουν απίστευτα. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα στην αρχή του δίσκου με τη ρήση "I have adopted sophisticated terrorist tactics and I'm a dangerous, dangerous man with dangerous, dangerous weapons." Δηλαδή τι άλλο να κάνει ένας άνθρωπος για να μπεί στο στόχαστρο και να τον χώσουν μέσα; Χώρια το εξώφυλλο που απεικονίζει τον Bush σαν καρικατούρα του Χριστού και με τα χέρια του να σχηματίζουν τα devil horns... Στο δίσκο συμμετείχε η dream team των Tommy Victor από τους Prong στις κιθάρες (ΘΕΟΣ), και Paul Raven των Killing Joke που έπαιξε μπάσα, κιθάρες, ακόμα και τύμπανα στο δίσκο (ΘΕΟΘΕΟΣ). Τύμπανα έπαιξε ο Mark Baker. Για να ολοκληρωθεί το παζλ, ο δίσκος κυκλοφόρησε σε μορφή remix στις 10 Ιουλίου του 2007 με τίτλο ''Rio Grande Dub Ya''. Γενικώς μιλάμε για κυκλοφορία που έφερε τους Ministry ακόμα ψηλότερα στις συνειδήσεις του κόσμου, το κλίμα ήταν εξαιρετικό και έτσι λίγο αργότερα μέσα στη χρονιά, κυκλοφορεί το φαινομενικά τελευταίο άλμπουμ της καριέρας των Ministry με τίτλο ''The Last Sucker'', στις 18 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με τον Al τότε, ''η θητεία του Bush τελείωνει κι έτσι τελείωνει και το έργο μας, κάναμε 4 δίσκους σε 4 χρόνια, τι άλλο θέλετε;''...

H αλήθεια να λέγεται, η τριλογία αυτή κλείνει εκκωφαντικά και με τρόπο που θα άρμοζε στο κατάλληλο τελευταίο αντίο για οποιοδήποτε μεγάλο συγκρότημα. Ο Al συμπλήρωνε τότε: ''Έχω άλλα πολλά να κάνω, μόλις άνοιξα την εταιρεία μου (13th Planet Records) και θέλω να υπογράψω κάποιες μπάντες και να χτίσω κάτι όπως έκανα με την Wax Trax στα '80s, όχι κάτι ματαιόδοξο. Νομίζω ήρθε η ώρα, να φύγω στην κορυφή του παιχνιδιού αντί να ταλαιπωρούμαι πολύ και να κάνω σκατένια άλμπουμ α λα Aerosmith και The Rolling Stones 30 χρόνια μετά''... Για τη σχέση ''αγάπης'' με τον W, δήλωνε ''Φαίνεται να είναι η μούσα μου, όλοι νομίζουν ότι γράφω σκατένια μουσική όταν ένας Δημοκρατικός είναι στην εξουσία. Θα κάνουμε αυτό και μετά εγώ κι ο W θα καβαλήσουμε πιασμένοι χέρι-χέρι στο ηλιοβασίλεμα''. Mεταξύ άλλων στο δίσκο συμμετέχει και ο Burton C. Bell των Fear Factory στα συγκλονιστικά ''Die In A Crash'' και End Of Days'' (χωρίζεται σε 2 μέρη), ενώ είναι και η πρώτη φορά για τον κιθαρίστα Sin Quirin. Ο δίσκος κλείνει με ένα δείγμα του ''O Fortuna'' να παίζει στο υπόβαθρο, ακριβώς όπως αρχίζει το ''Houses of the Molé'', το πρώτο άλμπουμ της τριλογίας. Το περιορισμένο digipack απεικονίζει τον Bush με μορφή σαύρας και με διχαλωτή γλώσσα, ενώ αν το κουνήσετε αλλάζει στο κανονικό του πρόσωπο και τούμπαλιν.

 

Απώλειες, νέοι δίσκοι, δεύτερη ''διάλυση'', παρούσα κατάσταση!

Μετά το δίσκο και στις 20 Οκτωβρίου 2007, ο Paul Raven πέθανε λόγω εμφράγματος ενώ ταξίδευε στην Ευρώπη να ηχογραφήσει με τους Γάλλους Treponem Pal στα Ελβετικά σύνορα. Απώλεια που δε μπορεί να υπολογιστεί με ανθρώπινους όρους, συγχωρεμένος και ΑΘΑΝΑΤΟΣ! H ''τελική'' περιοδεία που ονομάστηκε C-U-LA-Tour ξεκίνησε στις 26 Μαρτίου 2008 με ειδικούς προσκεκλημένους τους Meshuggah και τους Hemlock σαν support, το τελευταίο Βορειοαμερικάνικο σόου δώθηκε στο Chicago στις 12 του Μάη, ενώ η τελευταία μέρα της περιοδείας ήταν στο Δουβλίνο στις 18 Ιουλίου, με τον Jourgensen να δηλώνει κατ'επανάληψη ότι θα ήταν πράγματι το τελευταίο Ministry σόου (μεγάλε μπουκιά φάε...), αλλά λόγω αυξημένης ζήτησης για εισητήρια, προστέθηκε ένα ακόμα σόου την επόμενη μέρα (...μεγάλη κουβέντα μην πείς). Και οι δύο συναυλίες έγιναν στο Tripod και φυσικά γίνανε sold out, ενώ το θεωρητικά τελευταίο κομμάτι που παίξανε ήταν μία διασκευή του ''What A Wonderful World'' του Louis Armstrong (ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΒΙΕΤΝΑΜ ΡΕ ΓΑΤΑΚΙΑ), με την μουσική του ''Jesus Built My Hotrod''. Στις 3 Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς κυκλοφορεί το άλμπουμ διασκευών ''Cover Up'' υπό την ονομασία ''Ministry And Co-Conspirators'' και υποτίθεται θα ήταν και η τελική τους κυκλοφορία...

Φυσικά και δεν ίσχυσε αυτό, μιά και είχαμε την κυκλοφορία του ζωντανού δίσκου ''Adios... Puta Madres'' σε cd/dvd (31 Μαρτίου και 27 του Μάη αντίστοιχα το 2009). Στις 15 Σεπτεμβρίου κυκλοφόρησε το ''The Last Dubber'' που ήταν remix άλμπουμ στα κομμάτια του ''The Last Sucker'', τρία κομμάτια των Ministry συμπεριλαμβάνονται στην αρχιταινιάρα ''The Hurt Locker'' το 2009 (Όσκαρ καλύτερης ταινίας, δείτε την ΧΘΕΣ), ενώ κυκλοφορεί και το ''ΜiXXXes Of The Molé'' στις 17 Αυγούστου του 2010 και φυσικά είναι άλμπουμ remix στα κομμάτια του ''Houses Of The Molé''. Στις 5 Οκτωβρίου κυκλοφορεί από την Cleopatra Records το ''Every Day Is Halloween: The Anthology'', που είναι συλλογή remix και περιέχει και διασκευές μεταξύ άλλων σε AC/DC, Jimi Hendrix, The Rolling Stones και...Amy Winehouse!!! Για κάποιο λόγο κυκλοφόρησε στις 6 του Δεκέμβρη και από την 13th Planet με τίτλο ''Undercover'', έχοντας όλα τα κομμάτια της προαναφερθείσας συλλογής συν το ''Paranoid'' των Black Sabbath (ήταν που θα σταματούσαν τις κυκλοφορίες κατά τ'άλλα...)! Μέσα σε όλα, ένα ντοκυμαντέρ ονόματι Fix:The Ministry Movie έλαβε χώρο το 2011, αφού πήγε πίσω η κυκλοφορία του, μιά και ο Jourgensen μύνησε τον δημιουργό Doug Freel που δεν κράτησε το λόγο του περί του να έχει ο Al τον τελευταίο λόγο στο κόψιμο της ταινίας. Η μύνηση πήγε άπατη και η ταινία βγήκε πριβέ στο Music Box Theater στο Los Angeles.

Και ώ του θαύματος: Reunion παρακαλώ, με επίσημη ανακοίνωση στις 7 Αυγούστου του 2011 ότι οι Ministry θα παίξουν στο Wacken Open Air  το 2012 που θα πραγματοποιούταν μεταξύ 2-4 Αυγούστου του 2012. Το νέο line-up είχε ως εξής: Μike Scaccia και Tommy Victor στις κιθάρες (ΚΟΛΑΣΗ), Aaron Rossi στα τύμπανα, John Bechdel στα πλήκτρα (τοτέμ) και Tony Campos στο μπάσο (Static-X και Asesino τότε, Soulfly και Prong μετέπειτα, νυν Fear Factory αν αυτά λένε κάτι). Την ίδια περίοδο ο Jourgensen ανακοινώνει ότι η μπάντα δουλεύει σε ένα νέο άλμπουμ που λέγεται ''Relapse'' και ελπίζουν να βγεί τα Χριστούγεννα. Ήταν σε περίοδο που δεν είχε πάρει πολύ σοβαρά τις ηχογραφήσεις, αλλά ο Mike Scaccia τον παρότρυνε με ατάκες τύπου ''έλα δικέ μου, δεν έχει Bush πλέον, θα είναι κάτι νέο, θα είναι ο καλύτερος και γρηγορότερος δίσκος που έχω κάνει''. Συν ότι δήλωνε ότι μόλις είχε κάνει μία νέα περιοδεία με τους Rigor Mortis και χαρακτήρισε ότι ήταν κάτι εύκολο μπροστά σ'αυτό που ακολουθούσε με το ''Relapse''. Μπαίνουν στο στούντιο την 1η του Σεπτέμβρη με το μηχανικό Sammy D'Ambruoso, ενώ ανακοινώθηκε ως ημερομηνία η 3η του Μάρτη του 2012. Στις 23 Δεκεμβρίου 2011 κυκλοφορεί το πρώτο single ''99 Percenters'' (κόμματος), ενώ στις 22 Φεβρουαρίου κυκλοφορεί το ''Double Tap'', συγκλονιστικό κομμάτι, το τελευταίο μεγάλο της καριέρας τους (μέχρι στιγμής).

Τελικά ο δίσκος κυκλοφορεί στις 23 Μαρτίου του 2012 και προκαλεί θετικά σχόλια στον τύπο, ενώ λαμβάνει πλασαρίσματα στα charts σε πολλές χώρες του κόσμου. Χαρακτηρίστικε ως δίσκος με ελεγχόμενη τη βαρύτητα και τον όγκο του, προσεγμένο τόσο πολύ που του δίνει πόντους, ενώ δεν παύει να είναι γρήγορο και φρενήρες σε πολλά σημεία του ακούγεται αναζωογονητικό, καθόλου άσχημα αν αναλογιστεί κανείς ότι παραλίγο να χάσουμε τον Jourgensen το 2010, όταν και κατέρρευσε λόγω έλκους που του κόστισε το 65% του αίματος του... Για την ακρίβεια είχε 13 έλκη να αιμορραγούν στον οισοφάγο του (και έζησε, άμα έχεις Άγιο...), ενώ στο νοσοκομείο έκανε check-in ως Dick Sohard, μιά και δεν ήθελε να τραβήξει την προσοχή... Κατάφερε βέβαια να την τραβήξει όταν πήγε να σηκωθεί να φύγει από το νοσοκομείο επειδή δεν του βάζανε τηλεόραση να δεί χόκει! Εκεί λοιπόν που κάθεται μία ωραία πρωία, βγάζει τα σωληνάρια και φεύγει, του λένε ότι δε μπορεί να το κάνει αυτό και τους λέει ότι θέλει χόκει στο δωμάτιο αλλιώς δεν κάθεται λεπτό παραπάνω στο νοσοκομείο... Εν τέλει τον άφησαν να φύγει με την προυπόθεση ότι θα παίρνει κάποια συγκεκριμένα χάπια για το στομάχι του, συνολικά πάντως γλύτωσε από του Χάρου τα δόντια, καθώς όταν τον βρήκαν να αιμορραγεί, πίστευαν ότι το είχε πεί το ποίημα για τα καλά.

Αυτός που δυστυχώς δε γλύτωσε τελικά ήταν ο Mike Scaccia, ο οποίος άφησε αυτό το μάταιο κόσμο στις 23 Δεκέμβρη του 2012, παθαίνοντας έμφραγμα επί σκηνής ενώ έπαιζε με τους Rigor Mortis. Άμα δε σε θέλει... ΑΘΑΝΑΤΟΣ ΚΙ ΕΣΥ! Η απώλεια του απεδείχθη καταστροφική για τον Al, ο οποίος δήλωσε ότι οι Ministry θα διαλύσουν ξανά γιατί δεν ήθελε να συνεχίσει χωρίς αυτόν: ''O Mikey ήταν ο καλύτερος μου φίλος σ'αυτό τον κόσμο και δεν υπάρχουν Ministry χωρίς αυτόν, αλλά ξέρω ότι η μουσική που ηχογραφήσαμε μαζί τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του έπρεπε να κυκλοφορήσουν για να τιμηθεί η μνήμη του. Οπότε μετά την κηδεία του, κλειδώθηκα στο στούντιο μου και μετέτρεψα τα κομμάτια που είχαμε ηχογραφήσει στον καλύτερο και τελευταίο Ministry δίσκο που θα ακούσουν οι πάντες. Δε μπορώ να το κάνω χωρίς τον Mikey και δε θέλω. Οπότε ναί, αυτό θα είναι το τελευταίο Ministry άλμπουμ''. Όλα τα παραπάνω προλογίζοντας το ''From Beer To Eternity'' που κυκλοφόρησε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2013. Στο εξώφυλλο υπάρχουν εφτά γυναίκες που λειτουργούν ως τερατοποιημένες εκφράσεις των εφτά θανάσιμων αμαρτημάτων. Ο Jourgensen τόνισε ότι ήθελε να κάνει παρωδία πάνω στο θέμα της σεξουαλικότητας, και ήταν σχεδόν σίγουρος ότι θα τον αποκαλέσουν μισογύνη, τονίζοντας όμως ότι δεν είναι σε καμία περίπτωση.

Για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ αυτό το άλμπουμ ως ότι χειρότερο άκουσα ποτέ από τους Ministry και σίγουρα δεν τίμησε τη μνήμη του Mike Scaccia σε καμία των περιπτώσεων, αλλά μπορεί και να κάνω και λάθος, ή να μου δημιούργησε πολλές προσδοκίες το ''Relapse''. Το συγκρότημα θα περιόδευε αλλά δε θα κυκλοφορούσε άλλο άλμπουμ. Μετά το δίσκο φτάσαμε στον Απρίλη του 2016, όπου ο Jourgensen δήλωσε τα ακόλουθα κατατοπιστικά: ''Όταν ρωτήθηκα, ήταν μετά το θάνατο του Mikey και όλα τα μέσα ξεκινάνε να με ρωτάνε τι θα γίνει με τους Ministry. Δεν τον είχαμε θάψει καν ακόμα. Κι εγώ σκεφτόμουν 'άντε γαμηθείτε'. Ήμουν πραγματικά εκνευρισμένος και θυμωμένος. Τους είπα 'να πάνε να γαμηθούν οι Ministry και να πάτε να γαμηθείτε κι εσείς που ρωτάτε'. Θέλουν να σχολιάσω τους Ministry όταν ο καλύτερος φίλος μου είχε πεθάνει. Έχουν περάσει πάνω από δύο χρόνια τώρα, και έχω περισσότερες ιδέες, κι έχω κάνει άλμπουμ με τον Mikey, όπως έχω κάνει και χωρίς αυτόν. Είναι στιγμή να βγάλουμε άλλο ένα δίσκο. Έχω μερικά κομμάτια γραμμένα στο κεφάλι μου. Ήθελα να έχω χρόνο να θρηνήσω προτού ο κόσμος αρχίσει να με ρωτάει για ημερομηνίες περιοδείας. Ήταν άρρωστο, με βομβάρδιζαν με e-mail τύπου 'τι θα κάνεις τώρα;', ήταν πραγματικά τρομακτικό.

Kαι μετά από όλα αυτά που διαβάσατε παραπάνω, ερχόμαστε στο παρών, όπου και οι Ministry ετοιμάζονται να περιοδεύσουν στον κόσμο ξανά, με τον Cesar Soto στις κιθάρες (πρώην Pissing Razors), τον Jason Christopher στο μπάσο και τον Thomas Holtgreve στα τύμπανα, ενώ σταθερά δίπλα στον Al παρέμειναν ο John Bechdel και ο Sin Quirin. Η περίπτωση των Ministry δε μπορεί να αναλυθεί σε βάθος, όσα κι αν διαβάσατε παραπάνω -πολλά ή λίγα, εσείς θα το κρίνετε- είναι απλά και μόνο ένα μικρό δείγμα από το τεράστιο μέγεθος αυτού του συγκροτήματος και της κληρονομιάς που έχει αφήσει στη σκληρή μουσική. Επιδραστικοί όσο ελάχιστοι, σεβαστοί από μερίδες διάφορων ειδών οπαδών, αμφιλεγόμενοι όσο δεν πάει και αυτοκαταστροφικοί σε πολλές περιπτώσεις, εκεί που συμφωνούν όλοι είναι στο εξής: Όταν ανεβαίνουν στη σκηνή, ο κόσμος γυρίζει γρηγορότερα. Προσωπικά είχα την χαρά και τιμή να τους δω το 2012 στην Τσεχία ως headliners του Brutal Assault, πέρασαν 5 χρόνια και το θυμάμαι σαν χθες, μπάντα που σε ανοιχτό χώρο παίζει έτσι, στο Piraeus Academy θα γκρεμίσει το χώρο συθέμελα. Το ΤΕΡΑΣΤΙΟ αυτό συγκρότημα έρχεται για πρώτη και μάλλον τελευταία φορά στην Ελλάδα σε μία από τις σημαντικότερες συναυλίες που θα έχουν γίνει ποτέ στη χώρα μας. Αν όσα παρέθεσα δεν είναι ικανά να σας πείσουν, δείτε ζωντανά βίντεο στο youtube, αλλά σε καμία περίπτωση ΜΗΝ τους χάσετε. Ιt's gonna be just another fix!

Comments