Γενέθλια για τον Jon Oliva (SAVATAGE), ο οποίος κλείνει σήμερα τα 57 του χρόνια!

Τα 57 του χρόνια κλείνει σήμερα ο Jon Oliva,  ηγετική φυσιογνωμία των Savatage. Με τους γονείς και τα τρία αδέρφια του έζησαν τέσσερα χρόνια στην California μετακομίζοντας διαρκώς, μέχρι το 1976 που εγκαταστάθηκαν στη Florida. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο αδελφός του Criss, που υπήρξε συνιδρυτής των Savatage, ανέπτυξαν από πολύ νεαρή ηλικία ενδιαφέρον για τη μουσική, πράγμα μάλλον λογικό αφού ο πατέρας τους ήταν πιανίστας και στο σπίτι υπήρχε πιάνο. Άρχισε να παίζει πιάνο στα 11 χρόνια του, όντας ανυπόμονος όμως, έπιασε παράλληλα και τις κιθάρες και τα ντραμς που υπήρχαν επίσης στο σπίτι του. Το μόνο που έλειπε ήταν το μπάσο και για το λόγο αυτό, αγόρασαν ένα, πράσινο, σε σταγονειδές σχήμα, με μαύρες νάιλον χορδές, το πιο απαίσιο μπάσο που υπήρχε στον κόσμο, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος. Ως έφηβος ξεκίνησε να παίρνει πιο σοβαρά τη μουσική και μαζί με τον αδερφό του, έπαιξαν για πρώτη φορά σε ένα ανοιχτό πάρτυ στη γειτονιά διασκευές από Kiss, Deep Purple, Black Sabbath και ZZ Top. Αν και αρχικά ο Jon είχε αναλάβει το ρόλο του κιθαρίστα, συνειδητοποίησε ότι ο Chris ήταν καλύτερος, οπότε αντάλλαξαν όργανα και έτσι άρχισε να παίζει μπάσο και να τραγουδάει. Το 1977 τον διώχνουν από το σχολείο και ψάχνοντας για δουλειά, βρίσκει μέσω αγγελίας μια μπάντα, τους Metropolis, που παίζουν σε μαγαζιά διασκευές και χρειάζονται άτομο. Παίζοντας εκεί κιθάρα και πλήκτρα, αποκτά εμπειρία, τα παρατάει όμως όταν κουράζεται. Για λίγο καιρό, οι δρόμοι των Jon και Criss είχαν χωριστεί, ξαναενώθηκαν όμως για να σχηματίσουν τους Avatar που περιείχαν μέλη από τις δύο πρόσφατες μπάντες τους, τους Alien και Tower αντίστοιχα. Οι Avatar στην πρωτογενέστερη μορφή τους είχαν, εκτός από φοβερό εξοπλισμό, πέντε μέλη στη σύνθεσή τους, με τον Jon στα ντραμς και τα φωνητικά και τον Criss στην κιθάρα. Μετά από λιγο καιρό τα υπόλοιπα τρία μέλη της μπάντας αποφασίζουν να αποχωρήσουν επειδή σύμφωνα με το Jon ζήλευαν το γεγονός ότι δεν λάμβαναν την ίδια προσοχή από την τοπική μουσική σκηνή, οπότε τα αδέρφια μένουν οι δυο τους. Βρίσκουν κανονικές δουλειές και προς το τέλος της μέρας πηγαίνουν σε ένα μέρος με όνομα “The Pit” που κάνουν εξάσκηση και γράφουν κομμάτια. Εκεί βρίσκονται με τον ντράμερ Steve Wacholz, τον οποίο γνωρίζουν από το 1977, όταν έτυχε να τους δει να παίζουν στο γυμνάσιο τους και είχε εντυπωσιαστεί. Επίσης έχει περάσει και από ακρόαση από τους Alien, το γκρουπ του Jon και γενικώς κρατάει επαφή με τους Oliva συμμετέχοντας μαζί τους τελικά στη σύσταση μιας νέας εκδοχής των Avatar. Ο Jon αποφασίζει να αφοσιωθεί στο ρόλο του τραγουδιστή οπότε η μπάντα ψάχνει για μπασίστα τον οποίο βρίσκει τελικά στο πρόσωπο του Keith Collins. Αργότερα την ίδια χρονιά, ένας τοπικος ραδιοφωνικός σταθμός, αναζητά τοπικά ταλέντα για να συμμετάσχουν σε ένα άλμπουμ. Γίνεται διαγωνισμός ανάμεσα σε εκατοντάδες υποψηφίους και είναι τελικά οι Avatar αυτοί που συμμετέχουν τελικά στο δίσκο, όχι με ένα αλλά με δύο κομμάτια, τα "Rock Me" και "Minus Love," που αρχίζουν να παίζονται κατά κόρον από τα ραδιόφωνα. Η αρκετά μεγάλη φήμη που έχουν αποκτήσει, μετά και την κυκλοφορία ενός EP που πούλησε 1000 αντίτυπα, τους επιτρέπει να ηχογραφήσουν ολόκληρο δίσκο. Οι ηχογραφήσεις κρατάνε δύο μέρες, τη νύχτα όμως πριν το “Sirens” πάει να τυπωθεί, ενημερώνονται ότι υπάρχει κάποια ευρωπαϊκή μπάντα με το ίδιο όνομα που θα προχωρήσει σε μηνύσεις αν κυκλοφορήσει το άλμπουμ. Το όνομα έπρεπε να αλλάξει και μάλιστα επί τόπου ώστε να γίνει την επόμενη ο δίσκος. Ο ίδιος ο Jon, θυμάται: «Γράψαμε το ‘’Avatar’’ σε ένα μεγάλο χαρτί και ο Criss πρότεινε να βάλουμε μπροστά ένα μεγάλο –S- (κάτι από –Kiss-), οπότε έγινε “Savatar”, κάτι που από τη μία μας άρεσε αλλά από την άλλη έμοιαζε λίγο με το όνομα κάποιου κακού δεινοσαύρου. Όποτε ξαφνικά, από το πουθενά, μάλλον η γυναίκα του Criss πρότεινε να φύγει το –R- και στη θέση του να μπει ένα –GE-. Η ιδέα ενθουσίασε και από εκείνη τη στιγμή ήμασταν οι Savatage». Το “Sirens “έλαβε πολύ κριτικές, με την Atlantic Records, να δείχνει ενδιαφέρον για την μπάντα και το συμβόλαιο να έρχεται γρήγορα. Ακολουθούν έξι άλμπουμ, τα περισσότερα από αυτά εξαιρετικά, που εκτοξεύουν τη δημοτικότητα των Savatage, βοηθώντας τους να ανέβουν στα ψηλότερα σκαλιά του καλλιτεχνικού στερεώματος, η τραγωδία όμως έρχεται και τους βρίσκει όλους απροετοίμαστους, όταν τον Criss Oliva, παρασύρει ένας μεθυσμένος οδηγός, τον Οκτώβρη του 1993 και χάνει τη ζωή του. Ο Jon αποφασίζει να συνεχίσει, μολόνοτι αισθάνεται άδειο το συγκρότημα χωρίς εκείνον, για να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη του μέσα από τη μουσική. Το “Handful or rain” είναι αφιερωμένο σε εκείνον. Ως το 2001, κυκλοφόρησε τρία άλμπουμ ακόμη, με το  “Dead Winter Dead”, του 1995 να σημειώνει τεράστια επιτυχία. Το 2003, ο μουσικός έκανε δική του μπάντα, τους Jon Oliva's Pain, στους οποίους βρίσκεται μέχρι σήμερα έχοντας κυκλοφορήσει τέσσερα άλμπουμ με τελευταίο το “Festival”, του 2010.

Comments