Η Rock σε κίνδυνο: Γιατί το Ιράν & το Αφγανιστάν φυλακίζουν Metal συγκροτήματα;

Η rock και η metal θεωρούνται δεδομένες στη Δύση. Ωστόσο, είναι θέμα ζωής και θανάτου υπό τα αυταρχικά καθεστώτα του Ιράν και του Αφγανιστάν.

 

Αναλόγως με τον τόπο διαμονής, το να παίζει κάποιος heavy metal μπορεί να γίνει επικίνδυνη υπόθεση. Ας αναλογιστούμε την κατάληξη των Nikan Siyanor Khosravi και Khosravi ArashChemical’ Ilkhani. Ως μέλη του Ιρανικού metal συγκροτήματος Confess, συνελήφθησαν τον περασμένο Νοέμβριο και τους έχουν απαγγελθεί διάφορες κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών της βλασφημίας, της συγγραφής αντιθρησκευτικών στίχων και της προώθησης μιας μουσικής που το κράτος θεωρεί Σατανιστική εκ φύσεως. Ο τελευταίος δίσκος των Confess, In Pursuit of Dreams, περιλαμβάνει τραγούδια με προκλητικούς τίτλους όπως Teh-Hell-Ran [αναφορά στην Ιρανική πρωτεύουσα] και New World Order [ελληνιστί, Νέα Τάξη Πραγμάτων]. Εικάζεται ότι οι δύο άνδρες βρίσκονται αντιμέτωποι με ποινή φυλάκισης έξι χρόνων. Ευτυχώς όμως, και σε αντίθεση με αρχικές αναφορές, δε θα τους επιβληθεί η θανατική καταδίκη.

 

Ακόμα πιο πρόσφατα, ένα εφετείο στο Ιράν επικύρωσε τις ποινές φυλάκισης τριών ανδρών με την κατηγορία ότι «έκαναν προπαγάνδα κατά του συστήματος». Η υπόθεση του σκηνοθέτη Hossein Rajabian (31), του αδερφού του Mehdi Rajabian (26) και του Yousef Emadi (35), που είναι αμφότεροι μουσικοί, προκάλεσε την κατακραυγή από μεριάς διάφορων ομάδων που μάχονται για τα’ ανθρώπινα δικαιώματα. Η Διεθνής Αμνηστία κάλεσε άμεσα όλους τους καλλιτέχνες παγκοσμίως να συσπειρωθούν ενάντια στις Ιρανικές Αρχές, με την ελπίδα ν’ ανακαλέσουν τις καταδίκες που φέρεται να επετεύχθησαν μέσω βασανιστηρίων.

 

Και οι τρεις άνδρες είναι συνιδιοκτήτες της BargMusic, που δημιουργήθηκε το 2009 ως ένας online παραγωγός και διανομέας Ιρανικής μουσικής, από εγχώριους καλλιτέχνες αλλά και εξόριστους στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τη σελίδα iranhumanrights.org, ο πρόεδρος του δικαστηρίου χαρακτήρισε την εταιρεία ως έναν παράγοντα ‘κοινωνικής διαφθοράς’, καταγγέλλοντας τον Mehdi Rajabian ότι προωθεί παράνομη μουσική, και μεταξύ άλλων τραγούδια γυναικών καλλιτεχνών. Επιπλέον, κατηγόρησε τους τρεις εναγόμενους ότι έρχονται σε επαφή με ‘πολιτικοποιημένους και αντεπαναστατικούς’ καλλιτέχνες εκτός Ιράν. Εν τω μεταξύ, το κύριο έγκλημα του Hossein Rajabian ήταν ότι γύρισε ένα ντοκιμαντέρ, με τίτλο Inverted Triangle [Ανεστραμμένο Τρίγωνο], για τα δικαιώματα των Ιρανών γυναικών στο διαζύγιο. Στον καθένα τους επιβλήθηκε το πρόστιμο των 4.000 λιρών [5.192 ευρώ] και είναι αντιμέτωποι με ποινή φυλάκισης έως και 3 ετών.

 

Η Διεθνής Αμνηστία ισχυρίζεται ότι, μετά τη σύλληψη τους, οι κατηγορούμενοι πέρασαν δύο μήνες στην απομόνωση σε έναν διαβόητο τομέα της φυλακής Evin στη Τεχεράνη, τον οποίο ελέγχει η Επαναστατική Φρουρά. Εκεί υποβλήθηκαν σε ξυλοδαρμούς και σε ηλεκτροσόκ, προτού τους εξαναγκάσουν σε ‘ομολογία’ παρουσία κάμερας. Η Αμνηστία προσθέτει ότι ουδέποτε – από τη σύλληψη και την κράτηση μέχρι τη δίκη και την έφεση – δε τους επετράπη κανένα είδος νομικής εκπροσώπησης.

 

«Εκτός της επίδειξης της πλήρους περιφρόνησης των Αρχών για την ελευθερία έκφρασης, η απάνθρωπη μεταχείριση αυτών των ανδρών φανερώνει πόσο ‘ξένη’ είναι η έννοια της δικαιοσύνης για Ιρανικό σύστημα δικαιοσύνης, που διακρίνεται από βασανιστήρια και παραβιάσεις κάθε δέουσας διαδικασίας», δήλωσε ο Said Boumedouha, ο υποδιευθυντής του προγράμματος της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.

 

 

Αυτές και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις τονίζουν μια αυξανόμενα ανησυχητική αλλαγή στο Ιράν, οπού φαίνεται να γίνεται μια συντονισμένη επίθεση κατά καλλιτεχνών, μουσικών και σκηνοθετών. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι θύματα του υπερσυντηρητικού θρησκευτικού καθεστώτος, του οποίου η μονοδιάστατη ερμηνεία του Ισλαμικού νόμου απαγορεύει τη Δυτική τέχνη και όποιο είδος μουσικής δεν έχει ήδη τη συγκατάθεση του κράτους. «Αυτό περιλαμβάνει τις solo γυναίκες τραγουδίστριες που τους έχει απαγορευθεί να δημοσιοποιούν τη φωνή τους μετά την Ισλαμική Επανάσταση», προσθέτει ο Raha Bahreini, ένας ερευνητής της Διεθνούς Αμνηστίας στο Ιράν. «Περιλαμβάνει καλλιτέχνες που δε συμμορφώνονται με (τους κανόνες που τέθηκαν από) τις Αρχές και στοχοποιεί καλλιτέχνες που πραγματεύονται θέματα ταμπού ή ασκούν κριτική για κοινωνικοπολιτικά θέματα».

 

Υπάρχει κι ένας αριθμός ομογενών Ιρανών μουσικών που χρησιμοποιούν την επιρροή τους για να βάλουν ένα τέλος στην τυραννία. Μαζί με την αδερφή της Safoura, η Melody Safavi είναι συνιδρύτρια του διεθνούς ska συγκροτήματος Abjeez. Οι αδερφές τράπηκαν σε φυγή με τους γονείς τους το 1987 (κατά τη διάρκεια του Ιρανοϊρακινού πολέμου) και εγκαταστάθηκαν στη Σουηδία, αν και η Melody είναι τώρα κάτοικος Η.Π.Α. Οι Abjeez συνθέτουν ξεσηκωτικά τραγούδια με ξεκάθαρα ανατρεπτικούς στίχους, συνήθως στη μητρική τους γλώσσα (Farsi), που μιλούν για την κατάσταση στο Ιράν. Γι’ αυτές, η BargMusic ήταν μια ζωτικής σημασίας διέξοδος.

 

«Η BargMusic ήταν μια από τις λίγες ιστοσελίδες που προωθούσαν τη μουσική μας, καθώς και τη μουσική πολλών άλλων εναλλακτικών Ιρανών συγκροτημάτων και μουσικών», εξηγεί η Melody. «Μαζί με μια ομάδα συναδέλφων μουσικών, ξεκινήσαμε μια αίτηση [στο change.org] μόλις μάθαμε τα φριχτά νέα για τη σύλληψη των Mehdi και Hossein Rajabian πριν από περίπου δύο χρόνια. Πιστεύουμε ότι καταδικάστηκαν άδικα για κάτι το οποίο δεν είναι καν έγκλημα. Αυτοί οι άνδρες είναι έντιμοι άνθρωποι που δεν έκαναν κάτι άλλο απ’ το ν’ αφιερώσουν τις ζωές τους στη μουσική και στην εξέλιξη του πολιτισμού τους».

 

Για μια περίοδο οι δύο αδερφές ταξίδευαν συχνά πίσω στην πατρίδα, λόγω ενθαρρυντικών σημαδιών ότι η απαγόρευση των γυναικών τραγουδιστριών σε δημόσιους χώρους θα αναιρούνταν επί προεδρίας του μετριοπαθούς Mohammad Khatami. «Ωστόσο, υπό την ηγεσία του Ahmadinejad (που ακολούθησε το 2005)», λέει θλιμμένη, «όχι μόνο δεν καταργήθηκε η απαγόρευση, αλλά και η επίθεση κατά καλλιτεχνών και μουσικών κλιμακώθηκε».

 

Οι Abjeez σχηματίστηκαν την ίδια χρονιά που ο Mahmoud Ahmadinejad, ένας συντηρητικός σκληροπυρηνικός, ανέλαβε την εξουσία. «Με το που κυκλοφορήσαμε τον πρώτο μας δίσκο, η μουσική και τα βίντεο μας έκαναν θραύση στο διαδίκτυο και αρχίσαμε περιοδείες σε Ευρώπη, Καναδά και Βόρειο Αμερική», λέει η Melody. «Δεν είχαμε ποτέ τη χαρά να δώσουμε συναυλία στο Ιράν, αφού η μουσική μας ακόμα θεωρείται παράνομη εκεί. Ταυτόχρονα, νιώσαμε την ανάγκη για ένα Περσικό συγκρότημα με γυναικεία ηγετική μορφή που θα εισήγαγε και θα εκπροσωπούσε όψεις της Ιρανικής κουλτούρας που επισκιάζονταν από τις αρνητικές πολιτικές αντιπαραθέσεις.

 

«Έχουμε λάβει κατά καιρούς πολλά e-mail και μηνύματα από νεαρές γυναίκες στα οποία μοιράζονται την επίδραση των τραγουδιών μας, όπως το Khastegari (για τα συνοικέσια), στις επιλογές και τις αποφάσεις τους. Ή το Geryeye Mard, ένα από τα πιο δημοφιλή τραγούδια στο Ιράν, που εγείρει ερωτήματα για το πώς αντιλαμβανόμαστε τους άνδρες σε μια κοινωνία».

 

Το Ιράν σφίγγει το φίμωτρο όσον αφορά στις καλλιτεχνικές ελευθερίες από τις προεδρικές εκλογές του 2009, οπότε και ο Ahmadinejad επανεξελέγη εν μέσω κατηγοριών για απάτη και νοθεία. Οι επακόλουθες διαμαρτυρίες διήρκησαν για πάνω από 7 μήνες, με περισσότερες από 4.000 συλλήψεις και την αντιπολίτευση να υποστηρίζει ότι η Επαναστατική Φρουρά βασάνισε και κακοποίησε πολλούς διαφωνούντες. Ο τελικός αριθμός των νεκρών εκτιμάται σε περισσότερους από 150, αν και ο επίσημος αριθμός σύμφωνα με τις Αρχές ήταν 36.

 

Την επόμενη χρονιά, ο ανώτατος ηγέτης της χώρας, Ayatollah Ali Khamenei, ανακοίνωσε ότι η «προώθηση και διδασκαλία» της μουσικής δεν είναι πλέον «συμβατή με τις ανώτατες αξίες του ιερού καθεστώτος της Ισλαμικής Δημοκρατίας». Το Υπουργείο Παιδείας απαγόρευσε τη μουσική παιδεία στα ιδιωτικά σχολεία.

 

Ακόμα και οι μουσικές εκδηλώσεις με την έγκριση του κράτους δεν είναι ασφαλείς. Για παράδειγμα, τον Αύγουστο του 2013, οι Αρχές της Τεχεράνης συνέλαβαν περισσότερους από 200 οπαδούς κατά τη διάρκεια συναυλίας του Ιρανικού groove metal συγκροτήματος, Dawn Of Rage. Αυτό, βέβαια, προς δυσαρέσκεια των διοργανωτών, που είχαν ήδη λάβει άδεια από το Υπουργείο Πολιτισμού και Ισλαμικής Καθοδήγησης. Όλοι όσοι συνελήφθησαν αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από ένα σύντομο διάστημα κράτησης.

 

Τα metal συγκροτήματα, συγκεκριμένα, συνήθως τυγχάνουν απόλυτης καχυποψίας. Την ίδια χρονιά, ο Τεχεράνος μουσικός Sina Winter, γνωστός ως From The Vastland, πήρε την άδεια να συμμετάσχει στο Inferno Metal Festival στη Νορβηγία. Αποφάσισε να παραμείνει, αν και ο Νορβηγικός νόμος επιβάλλει να ξανακάνει αίτηση για βραχυπρόθεσμη ανανέωση της visa κάθε έξι μήνες. «Προσπαθώ να βρω λύση για να μείνω εδώ και να βγάλω μόνιμη visa», εξηγεί, «γιατί είναι ριψοκίνδυνο να επιστρέψω στην πατρίδα μου. Δεν είναι εύκολο να είσαι μουσικός στο Ιράν, ειδικά της black metal, ένα ακραίο είδος το οποίο αποκαλούν Σατανιστικό. Η κυβέρνηση πάντα προσπαθεί να το κακοχαρακτηρίσει. Οπότε αν είσαι metal μουσικός, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για κάθε είδους πρόβλημα. Και φυσικά πρέπει να δουλεύεις ‘υπογείως’. Κι εννοώ πολύ ‘υπογείως’».

 

 

Οι Kiosk είναι άλλο ένα γκρουπ Ιρανών ροκάδων που βρήκαν άσυλο στο εξωτερικό. Με αρχηγό τον 45χρονο Seyed Arash Sobhani, το συγκρότημα σχηματίστηκε στην Τεχεράνη το 2003, αλλά εκδιώχθηκαν δύο χρόνια αργότερα, λόγω του κοινωνικοπολιτικού μηνύματος των στίχων τους. Τα μέλη του γρήγορα εγκαταστάθηκαν στις Η.Π.Α. και τον Καναδά. Όντες απ τους πιο δημοφιλείς Ιρανούς καλλιτέχνες, έχουν έκτοτε κυκλοφορήσει οκτώ δίσκους κυνικής πολιτικής κριτικής, που μετριάζεται από μουσικούς ήχους που κινούνται μεταξύ folk, blues, gypsy jazz και δυνατής rock. Το πρακτορείο Aslan Media της Μέσης Ανατολής τονίζει ότι «για τις νεότερες γενιές της διασποράς που δεν έχουν ακόμα επισκεφθεί την πατρίδα των γονιών τους, οι Kiosk μιλούν για μια κοινωνία παγιδευμένη μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν, αφήνοντας περιθώριο μόνο για ενδοσκόπηση».

 

«Η συμπεριφορά του Ισλαμικού καθεστώτος προς τη μουσική είναι βάρβαρη και χωρίς προηγούμενο», λέει ο Sobhani, που είναι επίσης παρουσιαστής του OnTen, μιας σατυρικής εκπομπής στο VOA Persian. «Το να κριτικάρεις και, κάποιες φορές, να σατυρίζεις το μουντό τρόπο ζωής στον οποίο έχουν παραδοθεί (οι Ιρανοί), ειδικά οι μεσαίες τάξεις, ήταν η βάση των στίχων μας στον πρώτο δίσκο. Ήταν λες και οι άνθρωποι συμφώνησαν μαζί με το καθεστώς να πιστέψουν ένα μεγάλο ψέμα. Οι άνθρωποι θα έκαναν ό,τι ήθελαν με τον όρο να μη το γνώριζε το καθεστώς… Σε αντάλλαγμα, το καθεστώς κάνει ό,τι θέλει με την οικονομία, τους φυσικούς πόρους, το περιβάλλον και τελικά το μέλλον της χώρας».

 

 

Δυστυχώς, υπάρχει και μια ευρύτερη άποψη για όλα αυτά. Το Ιράν δεν είναι το μοναδικό [κράτος του οποίου το] καθεστώς που επιβάλλει ποινές σε όσους αψηφούν τους νόμους αυστηρής λογοκρισίας. «Ταξίδεψα στην περιοχή πριν κάποια χρόνια και πήρα συνέντευξη από πολλούς μουσικούς που δουλεύουν στην  αφάνεια στη Μέση Ανατολή», λέει ο Sobhani. «Σε όλες τις χώρες της περιοχής, από το Λίβανο μέχρι και το Ιράν, κάθε μορφή τέχνης που είναι ασύμφωνη με τις Αρχές καταπνίγεται. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις».

 

Κάποιος με προσωπική εμπειρία στο θέμα είναι ο Travis Beard, Αυστραλιανός φωτορεπόρτερ που ταξιδεύει ανά την υφήλιο εδώ και δύο δεκαετίες. Επισκέφτηκε κατασκηνώσεις Αφγανών προσφύγων για πρώτη φορά το 2001, γεγονός που τον οδήγησε στη δημοσιογραφία με βίντεο και να ιδρύσει τις Combat Communications ως μια ομάδα για καλλιτέχνες στο Αφγανιστάν.

 

Ο Beard επίσης οργάνωσε το Sound Central, το εναρκτήριο ροκ φεστιβάλ στο Αφγανιστάν το 2011. «Αυτό ήταν», εξηγεί, «μια εντελώς καινούργια σκέψη για μια βαθύτατα συντηρητική χώρα όπου η ζωντανή μουσική είχε προηγουμένως κηρυχθεί παράνομη από τους Ταλιμπάν.

 

«Χρησιμοποιήσαμε τον όρο ‘stealth fest’ [κρυφό φεστιβάλ] στη διαφήμιση», θυμάται. «Για λόγους ασφαλείας έπρεπε να είμαστε πολύ διακριτικοί. Οπότε στείλαμε μεν πληροφορίες για το φεστιβάλ, αλλά δώσαμε την ημέρα και το μέρος το αργότερο δυνατό, μέσω τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών και τηλεόρασης. Η ιδέα ήταν να δώσουμε σε ταραχοποιά στοιχεία όσο το δυνατόν λιγότερο χρόνο να ετοιμάσουν επίθεση. Αυτό ήταν προς όφελος μας, αφού η μέρα πέρασε χωρίς φασαρίες. Είχε λίγο κόσμο, ίσως γύρω στους 500, και πιθανώς ήταν 80% Αφγανοί και 20% ξένοι. Το Sound Central ήταν το πρώτο μουσικό φεστιβάλ εκεί, εκτός [αυτών με] παραδοσιακή μουσική, για πάνω από 30 χρόνια. Επομένως ήταν πολύ σημαντικό».

 

Ο Beard θέλει να δείξει ότι το μεγαλύτερο μέρος της αντίστασης κατά της rock δεν οφείλεται στις Αρχές, αλλά σε απόλυτα παραδοσιακά στοιχεία της ορθόδοξης Αφγανής κοινωνίας. Ωστόσο, κατόρθωσε να κάνει το Sound Central μια ετήσια εκδήλωση, τουλάχιστον για ακόμα δύο χρόνια. Άρχισε επίσης να συνεργάζεται με ένα metal συγκρότημα, τους District Unknown, και να προωθεί τη μουσική τους. Το ντοκιμαντέρ του, Martyrs Of Metal (2014), είναι μια ενδιαφέρουσα μελέτη της metal σκηνής στην Kabul, με τους District Unknown ως σημείο αναφοράς του. Τον Ιούνιο της προηγούμενης χρονιάς, το συγκρότημα και ο Beard κέρδισαν το βραβείο Global Metal στα Metal Hammer Golden Gods Awards στο London.

 

Ωστόσο, μέχρι τότε, το Αφγανιστάν βρισκόταν πάλι σε αναταραχή και όλα τα μέλη είχαν καταφύγει στη Δύση. «Σ’ ένα σημείο είχαμε κάνει το τρίτο φεστιβάλ και αρκετές εμφανίσεις εκτός Kabul, και τότε κατάλαβα ότι ήταν πλέον καιρός», λέει ο Beard. «Ότι τελικά έπρεπε να προχωρήσω. Η χώρα έχει πλέον κάνει έναν πλήρη κύκλο, σε θέματα ασφαλείας. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως τρόπος να επαναλάβουμε ό,τι είχαμε κάνει. Με την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων και της ξένης βοήθειας, η δουλειά μας έγινε ακόμα πιο δύσκολη. Οι District Unknown έφυγαν χάρη σε διαφορετικούς τρόπους – κάποιοι με φοιτητικές visa ή υποτροφίες, κάποιοι με γάμους με Αφγανοαυστραλούς ή Αφγανοαμερικάνους. Είναι λίγο διασκορπισμένοι αυτή τη στιγμή αλλά ακόμα προσπαθούν να συνθέσουν μουσική επικοινωνώντας μέσω διαδικτύου για να συνεχιστεί η προσπάθεια τους. Αλλά όσον αφορά στη μουσική σκηνή του Αφγανιστάν, έχει κυριολεκτικά εξαφανιστεί».

 

Ο Beard είναι επίσης απόλυτα ενήμερος για την κατάσταση στο Ιράν και νιώθει συμπόνια για τις δύσκολες στιγμές τον Yousef Emadi και τους αδερφούς Rajabian: «Βασικά δεν υπάρχει ελευθερία εκεί. Έχω πάει αρκετές φορές και τη μία είχα ρωτήσει έναν φίλο αν μπορώ να φέρω μουσικό εξοπλισμό μαζί μου. Μου ‘χε πει, ‘Δεν μπορείς να περάσεις μια κιθάρα απ’ το αεροδρόμιο, θα σε συλλάβουν.’ Πραγματικά είναι ακραίο το [πολιτικό] κλίμα. Θα μπορούσες να το κατατάξεις στα ίδια επίπεδα με τη Σαουδική Αραβία και τη Βόρειο Κορέα. Οι θρησκευόμενοι αστυνομικοί απλά καταδιώκουν τέτοιου είδους πράγματα. Συνήθιζα να πηγαίνω σε υπόγεια στούντιο στο Ιράν, που βρίσκονταν δύο ορόφους υπογείως και όλοι ήταν πολύ επιφυλακτικοί. Σχεδόν υπήρχε και μια μυστική γλώσσα για να προφυλάσσονται».

 

 

Όλα αυτά μπορεί να σκιαγραφούν ένα ζοφερό μέλλον στον αγώνα για καλλιτεχνική ελευθερία σε συγκεκριμένα μέρη του κόσμου, αλλά υπάρχει ελπίδα σε κάποια εξ αυτών. «Μπορεί να ακουστώ αφελής, αλλά πραγματικά πιστεύω στην πολιτιστική μεταρρύθμιση και τη σταδιακή αλλαγή μέσω της τέχνης και της μουσικής», υποστηρίζει η Melody Safavi. «Οι άνθρωποι πάντα θα βρίσκουν τρόπο να εκφράζονται δημιουργικά ακόμα και στις πιο κλειστές κοινωνίες. Και πραγματικά, είναι μέσω της καταπίεσης που κάποια απ’ τα πιο δημιουργικά έργα τέχνης τείνουν ν’ αναδύονται. Οι άνθρωποι πάντα θα βρίσκουν διέξοδο με τα δικά τους εργαλεία και μέσα στο πλαίσιο της δικής τους κουλτούρας και κοινωνίας».

 

Σύμφωνα με τον Arash Sobhani, το κλειδί είναι όλοι οι καλλιτέχνες παγκοσμίως να συσπειρωθούν. «Είναι πολύ στενάχωρο τρεις από τους λαμπρότερους και πιο αφοσιωμένους καλλιτέχνες να τους μεταχειρίζονται σαν εγκληματίες λόγω της τέχνης τους», λέει αναφερόμενος στον Emadi και στους Rajabian. «Έτσι σκοτώνεις την τέχνη και τον πολιτισμό και ανοίγεις το δρόμο για την εξάπλωση της διαφθοράς και του ριζοσπαστισμού. Ο Mehdi Rajabian, ο Hossein Rajabian και ο Yousef Emadi διώκονται λόγω της τέχνης και της μουσικής. Και αυτοί που νοιάζονται για τη μουσική και την τέχνη δεν πρέπει να σιωπήσουν».

 

Ο Travis Beard είναι πεπεισμένος ότι υπάρχει κάτι αδιαμφισβήτητο στην απλή πράξη της σύνθεσης μουσικής. «Ένα πράγμα που έμαθα από την εμπειρία μου στο Αφγανιστάν και την ευρύτερη περιοχή είναι ότι η μουσική είναι μια πραγματικά παγκόσμια γλώσσα”, λέει. «Ειδικά η metal και η rock. Την έχω δει να εξαπλώνεται σ’ όλες τις άκρες της Γης και αυτό που με εκπλήσσει είναι ότι, όπου και να πας, η νεολαία θέλει αυτή τη μουσική. Και αυτό δεν εμποδίζεται εύκολα. Αν και οι φίλοι μου έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, θα υπάρχουν 16χρονα και 17χρονα κάπου στην Kabul που θ’ ανακαλύπτουν τη metal. Θα την ακούσουν, θα τη μοιραστούν και ίσως ξεκινήσουν μια μπάντα. Και νομίζω ότι αυτό συμβαίνει παντού, είτε είναι στη Βόρειο Κορέα είτε στο Αφγανιστάν. Η rock είναι ισχυρή και ανθεκτική. Δεν μπορείς να την σβήσεις».

 

Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα της Amnesty International.

 

Για το Rock Overdose,
Γκουτσίδης Στέργιος

Πηγή
http://teamrock.com

Comments