Σαν σήμερα, οι τσαντισμένοι Slayer κατασκηνώνουν στην κορυφή του metal,προσφέροντας ένα κειμήλιο για το είδος σε παγκόσμιο επίπεδο!

 Το να κατακτήσει κανείς την κορυφή, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το να διατηρηθεί σ’ αυτήν είναι ακόμα πιο δύσκολο. Χρειάζεται ικανότητα, χρειάζεται ευελιξία, ταλέντο και αναμφισβήτητα εξυπνάδα. Όλα τα παραπάνω οι Slayer τα διέθεταν και με το παραπάνω, όταν 28 χρόνια πριν, κατόρθωναν να διατηρήσουν ακέραιη την αυτοκρατορία τους στο thrash ιδίωμα, αυτοκρατορία που επέκτειναν και παγίωσαν, μετά το ιστορικό “Reign in Blood”, του 1986.

 

Οι Αμερικανοί γνωρίζοντας ότι άλμπουμ σαν το τελευταίο τους δε γράφονται κάθε μέρα, σοφά σκεπτόμενοι, δεν κατέφυγαν σε μια προσπάθεια επανάληψης του, αλλά αποφάσισαν να χαμηλώσουν ταχύτητες, ώστε αφενός να διαφοροποιηθούν, αφετέρου να συστηθούν και σε καινούρια μερίδα κόσμου. Κάπως έτσι, έφτιαξαν το South of Heaven, σημειώνοντας μια απ’ τις καλύτερες δουλειές τους και καταφέρνοντας να διατηρήσουν τον πήχη πολύ ψηλά. Με την βελτίωση και την ωριμότητα να έχουν επέλθει για τα καλά στο στρατόπεδο της μπάντας, οι Slayer, μας δείχνουν περισσότερο την τεχνικότητα που διαθέτουν, κάτι στο οποίο συμβάλλει η ελάττωση στο γρήγορο τέμπο. Το σημαντικό βέβαια είναι, πως ο σκληρός ήχος τους δε χαραμίζεται σε καμία περίπτωση και η μουσική τους δεν χάνει την ταυτότητά της, ούτε αλλοιώνεται.

Πλέον ακούγονται λιγότερο βίαιοι μεν, περισσότερο «τσαντισμένοι» δε. Μιλώντας κανείς για “South of heaven”, μιλάει κατ’ αρχάς για δαιμονισμένα riff, μεγαλειώδη ορισμένα εξ’ αυτών, που ακόμα κι αν δεν είναι τόσο γκαζωμένα όσο πριν, διαθέτουν δύναμη και όγκο και γενικότερα για βαριές, παχιές κιθάρες, με πιο χαμηλά κουρδίσματα, καθαρές κάποιες φορές. Μιλάει επίσης, για φονικά σολαρίσματα, πιο περίτεχνα και περίπλοκα αυτή τη φορά, για σκοτεινούς και απειλητικούς στίχους καθώς και για γιγαντιαία τύμπανα. Εδώ πλέον το απέραντο ταλέντο του Dave Lombardo, αρχίζει ν’ αναδεικνύεται σε όλο του το μεγαλείο, μέσα από ένα παίξιμο, που ξεφεύγει από το πιο μονότονο στυλ του παρελθόντος, τεχνικά αριστουργηματικό, που χαρίζει φοβερό όγκο στο όλο εγχείρημα. Είναι η στιγμή που αποδεικνύει το μέγεθος της κλάσης του ως ντράμερ και καθιερώνεται στη συνείδηση του πλανήτη, δείχνοντας ότι οι ικανότητες του δεν περιορίζονται στην φοβερή δύναμη και τεχνική του στα πόδια. Αυτός που επίσης μας δείχνει περισσότερο τις ικανότητες του, είναι ο Tom Arraya, ο οποίος εκμεταλλεύεται τα νέα δεδομένα του ήχου για να δώσει μια πιο μελωδική προσέγγιση στη φωνή του, μειώνοντας τις δόσεις ουρλιαχτών και άγριων φωνητικών σε σχέση με το παρελθόν, υιοθετώντας ένα πιο ήπιο ερμηνευτικά στυλ που κινείται σε χαμηλότερες κλίμακες. Η παρουσία είναι πολύ καλή και όσον αφορά το μπάσο, που έχει αρκετά ευδιάκριτο ήχο, βοηθούμενο και απ’ την παραγωγή. Γι’ αυτήν, το συγκρότημα θα καταφύγει και πάλι στη δοκιμασμένη συνταγή του Rick Rubin και θα δικαιωθεί, αφού το αποτέλεσμα είναι επίσης εξαιρετικό.

Φυσικά όλα αυτά μικρή σημασία θα είχαν, αν δεν είχαμε να κάνουμε με κομμάτια υψηλού επιπέδου συνθετικά, (ο αδικοχαμένος Jeff Hanneman, έχει μεγαλουργήσει μουσικά)  με κάποια ενδεικτικά, το ομώνυμο, το “Behind the crooked cross”,  το “Mandatory Suicide” ή την άκρως πετυχημένη και ταιριαστή διασκευή του «Dissident Aggressor», των Judas Priest. Λογικά μάλλον, το άλμπουμ έτυχε θερμής υποδοχής από κοινό και κριτικούς, με το συγκρότημα να συνεχίζει το καλό σερί του στα chart, μπαίνοντας για 2η συνεχόμενη φορά στο Billboard και μάλιστα κατά 37 θέσεις υψηλότερα, αγγίζοντας την 57η θέση της κατάταξης. Απ’ την άλλη πάντως δεν έλειψαν και αυτοί που όντας πιο εξοικειωμένοι με το στυλ των προηγούμενων κυκλοφοριών της μπάντας, αισθάνθηκαν απογοήτευση ακούγοντας το “South of heaven”.  Μέσα στους όχι ακριβώς απογοητευμένους, αλλά μάλλον δυσαρεστημένους, συγκαταλέγεται παραδόξως και ο Kerry King, που επικρίνοντας τις επιδόσεις του για το άλμπουμ, ισχυρίστηκε ότι έπαιξε πιο ανιαρά από ποτέ και πως συμμετείχε  σε μικρό βαθμό συνθετικά, γιατί δεν είχε έμπνευση, αποδίδοντας το γεγονός στο ότι είχε παντρευτεί πρόσφατα. Ο κιθαρίστας παραδόξως, κατατάσσει το άλμπουμ στα λιγότερο αγαπημένα του με τους Slayer, κάτι που δείχνει πως προφανώς ο γάμος του έκανε κακό γενικότερα. Αυτό που μένει τελικά και έχει σημασία όμως, είναι αυτό που ισχύει σήμερα και σήμερα το “South of Heaven”, επαινείται και μνημονεύεται ως ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα των Αμερικανών!

 

Comments