Σαν σήμερα 11/12… Sixx, Drugs and Rock ‘n’ roll…! Ακόμη: Οι Deep Purple ανοίγουν τις πρώτες σελίδες της ιστορίας τους!

A STAR IS BORN

Ένας σταρ που έχει καθιερωθεί μέσα από τη συμμετοχή του στους Mötley Crüe αλλά και την έντονη ζωή του, με πολλά ναρκωτικά και γυναίκες, ο Nikki Sixx, κλείνει σήμερα τα 54 του χρόνια. Ο Frank Carlton Serafino Feranna, Jr., όπως ονομάζεται στην πραγματικότητα, γεννήθηκε στο San Jose της California. Ο πατέρας του, ιταλικής καταγωγής, εγκατέλειψε το γιο και τη γυναίκα του, σχεδόν  αμέσως μετά τη γέννησή του αλλά ο Nikki δεν έμαθε ποτέ το γιατί. Όπως έχει πει σε συνέντευξή του, η μητέρα του έβγαινε με κάθε άντρα στην πόλη, προσπαθώντας να καλύψει τα κενά της και είχε συνάψει σχέση με τον  ηθοποιό, Richard Pryor. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια μετακινούμενος σε διάφορα μέρη με τη μητέρα του, που μια τον κράταγε η ίδια και μια τον έδινε στους γονείς της. Βρισκόταν άλλοτε στο Mexico, άλλοτε στο Idaho με τους παππούδες του, στο Texas ή πίσω στο Los Angeles. Είχε αλλάξει επτά σχολεία σε 11 χρόνια. Ενδεικτικό της προβληματικής κατάστασης στην οποία μεγάλωσε, είναι ένα περιστατικό που συνέβη στα 14 χρόνια του, όταν ο ίδιος μαχαίρωσε το χέρι του και κάλεσε την αστυνομία, λέγοντας πως η μητέρα του, του επιτέθηκε. Αναγκάστηκε να αποσύρει τις κατηγορίες, ώστε να μην καταλήξει εκείνη στη φυλακή και ο ίδιος σε ίδρυμα. Τελικά τον εγκατέλειψε και αυτή και τον έστειλε να ζήσει στο Idaho, στους γονείς της. Εκεί ανέπτυξε μια ιδιαίτερα προβληματική συμπεριφορά, καταστρέφοντας σπίτια γειτόνων, κλέβοντας σε καταστήματα, ενώ αποβλήθηκε από το σχολείο επειδή διακινούσε ναρκωτικά. Οι παππούδες του, τον ξαναέστειλαν στη μητέρα του, που είχε μετακομίσει στο Seattle. Έζησε εκεί για λίγο και έμαθε να παίζει μπάσο, το οποίο αγόρασε πουλώντας μια κιθάρα που είχε κλέψει από ένα μαγαζί. Σύντομα έφυγε από το σπίτι και πέρασε μέρος της ζωής του στους δρόμους, πουλώντας ναρκωτικά και μάλιστα βρέθηκε για λίγο και σε ένα κέντρο κράτησης ανηλίκων στο Seattle. Η αγάπη του για τη μουσική και η ενασχόληση του με τη rock των 70’s,  που περιλάμβανε ακούσματα από Sweet, Stooges, New York Dolls, Aerosmith, Kiss, Alice Cooper, Cheap Trick κλπ, τον οδήγησε στο να πάρει την απόφαση να ασχοληθεί με αυτήν. Σκεφτόταν ότι για να γίνει rocker θα έπρεπε να μετακομίσει στο Los Angeles. Έβγαλε εισιτήριο και έκανε αυτό ακριβώς. Βρέθηκε στο Los Angeles σε ηλικία 17 ετών και ξεκίνησε για να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Έχοντας περάσει από ορισμένες δουλειές, όπως υπάλληλος σε κατασκευαστικό εργοστάσιο και σε κάβα, πέρασε επιτυχώς από ακρόαση στην μπάντα Sister, του Blackie Lawless (W.A.S.P.). Ήταν η εποχή που αποφάσισε να αλλάξει το όνομα του, σε Nikki Sixx, θέλοντας να αυτοπροσδιοριστεί διαφορετικά και να ξεκοπεί από τη ζωή που πέρασε πριν. Μετά την ηχογράφηση ενός ντέμο όμως, απολύθηκε μαζί με τον Lizzie Grey. Οι δυο τους σχημάτισαν κατόπιν τους London, αλλά ο Sixx σύντομα τους εγκατέλειψε. Το 1981, μαζί με τον ντράμερ Tommy Lee, ίδρυσαν τους Mötley Crüe, με τα υπόλοιπα μέλη τους να προστίθενται γρήγορα. Η επιτυχία τους συνοδευόταν από έντονη χρήση ηρωίνης και όπως γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του “ Heroin Diaries”, «Το αλκοόλ και η κοκαΐνη ήταν… απλή υπόθεση. Όταν γνώρισα την ηρωίνη, πραγματικά την αγάπησα.»  Μάλιστα εκτιμά ότι ήταν αρκετές οι φορές που πήρε υπερβολική δόση. Η ζωή του ήταν νύχτες γεμάτες ηρωίνη και κόκα που τον είχαν καταντήσει να κάθεται σπίτι του, πάνω σε ένα έπιπλο, με παρανοϊκές ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις που κατέληγαν σε απεγνωσμένες κλήσεις στην αστυνομία. Οι σχέσεις του με τους ανθρώπους ήταν βίαιες και η ερωτική σχέση που είχε αναπτύξει με τη βελόνα, τελικά σταμάτησε το Δεκέμβρη του 1987, όταν έφτασε να είναι κλινικά νεκρός από υπερβολική δόση. Όταν σε κάποια συνέντευξη, χρόνια μετά, ρωτήθηκε σχετικά, αν θα ξαναέκανε το ίδιο εφόσον μπορούσε να γυρίσει πίσω το χρόνο, απάντησε: «Αν ήξερα τι επρόκειτο να μου συμβεί, όχι. Δεν το έχω μετανιώσει όμως, βλέποντας που είμαι τώρα και μπορώντας να μοιραστώ την εμπειρία μου.» Όπως ήταν φυσικό, κατέληξε σε κέντρο αποτοξίνωσης όπως και οι υπόλοιποι απ’ το συγκρότημα και δύο χρόνια μετά επέστρεψαν στα δισκογραφικά δρώμενα. Στους Mötley Crüe συνεχίζει μέχρι σήμερα, καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του όμως έχει κάνει και άλλα πράγματα. Εκτός από τη συμβολή του σε άλμπουμ ονομάτων όπως, οι Alice Cooper, Steve Jones, Lita Ford, Meat Loaf, Drowning Pool κ.α., είναι δημιουργός ενός internet based side project, που ονομάζεται 58 και έχει κυκλοφορήσει ένα single και ένα άλμπουμ. Επίσης, το 2002, μαζί τον Tracii Guns, σχημάτισαν τους Brides of Destruction και δύο χρόνια μετά, κυκλοφόρησαν την πρώτη τους δουλειά, σημειώνοντας επιτυχία. Ο μουσικός, αποχώρησε το 2004, για να επανενωθεί με τους Mötley Crüe, για μια περιοδεία. Η πιο πρόσφατη ανεξάρτητη κίνηση του, ήταν η ίδρυση των Sixx:A.M. αρχικά για να ηχογραφήσει ένα ηχητικό συμπλήρωμα στην αυτοβιογραφία του “ The Heroin Diaries: A Year in the Life of a Shattered Rock Star”. Τελικά κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ, ένα το 2007 και ένα το 2011. Εκτός από τη μουσική, έχει ασχοληθεί και ως σχεδιαστής μόδας, ραδιοφωνικός παραγωγός και φωτογράφος. Στην προσωπική του ζωή, υπήρξε παντρεμένος από το 1989 μέχρι το 1996, με την Playboy Playmate, Brandi Brandt και απέκτησαν τρία παιδιά. Ένα μήνα μετά το διαζύγιο τους, παντρεύτηκε άλλη μια Playboy Playmate, την ηθοποιό Donna D'Errico, με την οποία έχει μια κόρη. Χώρισαν το 2007. Από τότε διατήρησε μια σχέση με την Kat Von D, σχεδιάστρια τατουάζ και στη συνέχεια με την Courtney Bingham. 

 

 

ALBUM ANNIVERSARY

 

 

Συνεχίζοντας να χτίζουν τα θεμέλια του ήχου και της καριέρας τους ολόκληρης, οι Deep Purple, 44 χρόνια πριν, κυκλοφορούν τη δεύτερη δουλειά τους, με τίτλο The Book of Taliesin, όνομα που προέρχεται από κάποιο χειρόγραφο του 14ου αιώνα, της Ουαλίας, που περιέχει ορισμένα ποιήματα του ποιητή του 6ου αιώνα, Taliesin. Μετά την απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία του ντεμπούτου τους άλμπουμ, κυρίως χάρη στο single “Hush”, η δισκογραφική τους ζήτησε να ξεκινήσουν άμεσα την ηχογράφηση του επόμενου δίσκου τους, ώστε να αυξηθεί και το setlist τους, για την μεγάλη προγραμματισμένη περιοδεία τους. Πιθανότατα εξαιτίας της πίεσης και της έλλειψης υλικού,  το συγκρότημα αποφάσισε να συμπεριλάβει και τρεις διασκευές, τα “Kentucky Woman” του Neil Diamond, “ We Can Work It Out” των Beatles και “River Deep, Mountain High” των Ike & Tina Turner. Ηχητικά, οι Βρετανοί, δεν απομακρύνονται ιδιαίτερα από το “Shades of Deep Purple” και διατηρούν το progressive ροκ στυλ τους, περιορίζοντας ελαφρώς τις ψυχεδελικές τους επιρροές. Τα σημάδια προόδου είναι ορατά, τόσο στη δημιουργικότητα τους που αυξάνεται, θέτοντας τον πήχη ψηλότερα όσον αφορά την ποιότητα του δικού τους υλικού, όσο και στην απόδοση των ίδιων των μουσικών. Οι συνθέσεις είναι μεγαλύτερες και η δομή τους πιο ποικιλόμορφη. Μεταξύ άλλων, πειραματίζονται και με ήχους από κλασσική μουσική, με το κομμάτι “Anthem” να αποτελεί την μεγαλύτερη ίσως βουτιά τους στα συγκεκριμένα μουσικά νερά. Όσον αφορά τα μέλη της μπάντας, ο Ian Paice έχει βελτιώσει και εξελίξει το παίξιμό του αλλά και ο Rod Evans παρουσιάζει σημαντικά σημάδια βελτίωσης, ερμηνεύοντας τα κομμάτια με μεγαλύτερη άνεση. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι στιγμές που το τεράστιο ταλέντο των Jon Lord και Ritchie Blackmore ξετυλίγεται μεγαλοπρεπώς. Η μεγαλύτερη αξία του άλμπουμ, έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι εδώ υπάρχουν αρκετά από τα πρώτα δείγματα του hard rock ήχου που θα αφομοιώσει η μπάντα στη συνέχεια, αφού ο ήχος από τις κιθάρες είναι αρκετά πιο κοφτερός από πριν. Ενδεικτικό αυτού, είναι το γεγονός πως η διασκευή του “Kentucky Woman”, που σημείωσε και την μεγαλύτερη επιτυχία από τα κομμάτια του δίσκου, θεωρείται από κάποιους κριτικούς, ως ένα από τα πρώιμα heavy metal τραγούδια που έγιναν ποτέ, αν και το συγκρότημα διαφωνεί με αυτό. Συμπερασματικά, χωρίς να εντυπωσιάζει, το “The Book of Taliesin”, είναι ένας δίσκος αρκετά διαφορετικός για την εποχή του που αποτελεί τη μετάβαση μεταξύ του πρώιμου ήχου των Deep Purple και αυτού πάνω στον οποίο θα στηριχτεί στο μέλλον η μπάντα.  

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη & The Unknown Force

Comments