Σαν σήμερα 13/11… Οι απαίσιες ώρες της νύφης… Ακόμη: Από την αναγέννηση των Angra στη μετά θάνατον ζωή των Nocturnal Rites!

 

 

 

 

 

 

 

 

ALBUM ANNIVERSARY

 

 

Διανύοντας μια άκρως δημιουργική περίοδο, οι My Dying Bride, κυκλοφορούν το Νοέμβρη του 2001, το The Dreadful Hours και καταφέρνουν να διατηρηθούν στα υψηλά επίπεδα του αριστουργηματικού "The Light at the End of the World", που προηγήθηκε. Η καταλληλότερη  λέξη για να ορίσει το άλμπουμ είναι μία: σκοτάδι. Οι Βρετανοί έχουν επιστρέψει για τα καλά στη γνώριμη βαριά και σκοτεινή τους διάθεση, βασίζονται κατά πολύ στον παραδοσιακό doom ήχο τους με τη διαφορά όμως ότι τον εξελίσσουν προσδίδοντας του μια πιο φρέσκια πνοή. Το άλμπουμ συνάδει απόλυτα με το μήνα κυκλοφορίας του. Έχει μια βαθιά, σκοτεινή ατμόσφαιρα που παραπέμπει σε καταθλιπτικές εικόνες του Νοέμβρη. Χαρακτηρίζεται από το έντονο συναισθηματικό φορτίο που κουβαλάει, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων, από μελαγχολία και πόνο μέχρι οργή και απόγνωση. Ο ήχος στηρίζεται έντονα στις κιθάρες που συνήθως βγάζουν ένα θλιμμένο τόνο, το πιάνο προσφέρει τη δική του ομορφιά, χρησιμοποιείται όμως με φειδώ, ενώ αυτή τη φορά είναι αρκετή αισθητή η απουσία των ήχων του βιολιού. Στα κομμάτια καθρεφτίζεται η συνθετική ικανότητα του συγκροτήματος με την υψηλή τεχνικότητα και το άρτιο παίξιμο τους να καταφέρνει να ανεβάσει ακόμη ψηλότερα τον ήδη ανεβασμένο πήχη. Οι ρυθμοί είναι ευμετάβλητοι, οι συνθέσεις εμπνευσμένες και περίπλοκες γι’ αυτό και για να μπορέσει κανείς να εμβαθύνει κάποιος στην ουσία του άλμπουμ, σίγουρα θα χρειαστεί αρκετές ακροάσεις. Η φωνή του Aaron Stainthorpe μεταμορφώνεται παράλληλα με τις αλλαγές που συμβαίνουν μέσα στα κομμάτια και άλλοτε παίρνει τόνο μελαγχολικό, άλλοτε γίνεται τραχιά και κακή σε death ύφος, ενώ τα ουρλιαχτά του παραπέμπουν συχνά σε black metal φωνητικά.  Οι στίχοι είναι ιδιαίτερα προσεγμένοι και ξεδιπλώνουν δραματικές ιστορίες, φόνων, οικογενειακής κακοποίησης και αγάπης. Ο ήχος είναι καθαρός και η παραγωγή εξαιρετική. Λογικά λοιπόν, ανατρέχοντας στο δισκογραφικό παρελθόν του συγκροτήματος, το “The Dreadful Hours” μπορεί εύκολα να συμπεριληφθεί στις καλύτερες δουλειές των My Dying Bride.

 

 

11 χρόνια πριν οι Angra καταφέρνουν να ξεπεράσουν τους σκοπέλους που δημιούργησε η αποχώρησε των 3/5 της μπάντας, ξαναγεννιούνται και το δηλώνουν ξεκάθαρα μέσα από την τέταρτη κυκλοφορία τους με τίτλο Rebirth. «Κάθε εμπόδιο για καλό», λέει ο λαός και στην περίπτωση των Angra ταιριάζει γάντι. Από εκεί που πολλοί τους θεωρούσαν ξοφλημένους, η μπάντα επιστρέφει με ισχυρότερη σύνθεση, ένα δυνατό άλμπουμ και πολύ όρεξη, κάνοντας την ευχάριστη έκπληξη. Η μουσική εξερευνά περισσότερο progressive μονοπάτια, διατηρώντας αναλλοίωτο τον power metal χαρακτήρα της και  παραπέμποντας σε εποχές “Holy Land” με ένα ελαφρώς ταχύτερο τέμπο.  Στο σύνολο του, το άλμπουμ περιέχει μια σειρά από αξιόλογες μελωδικότατες συνθέσεις, ανώτερες μάλιστα του “Fireworks” που είχε προηγηθεί. Ο Edu Falaschi, αποδεικνύεται ιδανικός αντικαταστάτης, μπαίνει αμέσως στο κόλπο και χωρίς να αποκλίνει ιδιαίτερα από το ερμηνευτικό στυλ του Matos, εκμεταλλεύεται τις καλές τοποθετήσεις της φωνής του καθώς και την πιο επιθετική χροιά της και τα πάει περίφημα, αν όχι καλύτερα από τον προκάτοχό του. Ο Felipe Andreoli παίζει τεχνικά και το μπάσο του είναι ευδιάκριτο, ενώ ο Aquiles Priester έχει το ταλέντο να μπορεί να αναδείξει με τα τύμπανα του την πιο progressive κατεύθυνση της μπάντας. Το “Rebirth” κουβαλάει τον φρέσκο αέρα της ανανέωσης που πνέει μέσα στον ήχο του και η ατμόσφαιρα του είναι τόσο cool-αριστή ώστε η ακρόαση του να αποτελεί μια ευχάριστη, χαλαρωτική εμπειρία. 

 

 

 

Αλλαγές όμως και στο στρατόπεδο των Nocturnal Rites, δώδεκα χρόνια πριν, με τον Jonny Lindkvist , το νέο πρόσωπο πίσω από το μικρόφωνο της μπάντας. Οι Σουηδοί κυκλοφορούν το τέταρτο άλμπουμ τους, Afterlife, το οποίο σηματοδοτεί μια πιο heavy προσέγγιση στον power metal ήχο τους. Επιπλέον, κάποια speed και thrash στοιχεία με τα οποία φλέρταρε το συγκρότημα, καταλαμβάνουν εδώ μια ουσιαστικότερη θέση. Τα κομμάτια χαρακτηρίζονται για την ενέργεια και τη μουσικότητα τους και η δομή τους είναι καθόλα σφιχτή και άρτια. Σημαντικό ρόλο παίζει η χρήση των πλήκτρων που αυτή τη φορά χαρίζουν έναν πιο σκοτεινό τόνο, συνεχίζοντας να εμπλουτίζουν τον ήχο της μπάντας. Όσο για τον νέο τους τραγουδιστή, αποτελεί μια απόλυτη επιτυχημένη επιλογή, αφού η φωνή του Lindkvist είναι ισχυρή, μελωδική και με βάθος. Οι γνωστές επιρροές της μπάντας από Iron Maiden, εξακολουθούν να υπάρχουν, γεγονός που σε συνδυασμό με τα πολλά πλεονεκτήματα του, χρήζουν το άλμπουμ ικανό να κερδίσει τόσο τους λάτρεις της metal της δεκαετίας των 80’s όσο και γενικότερα τους φίλους της metal. Αν σε κάτι υστερεί το “Afterlife”, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί η έλλειψη ποικιλίας ανάμεσα στο στυλ των κομματιών. Γενικά όμως οι κριτικές που έλαβε ήταν κυρίως θετικές και μάλιστα για πολλούς εδώ εντοπίζεται η πρώτη επαφή τους με την μπάντα, ενώ οι περισσότεροι το βρίσκουν σίγουρα καλύτερο από το “The Sacred Talisman” που προηγήθηκε ένα χρόνο νωρίτερα. Στην αυγή της νέας δεκαετίας, οι Nocturnal Rites, έρχονται να αποδείξουν, ότι δικαιωματικά τους αξίζει μια καλή θέση στο power metal στερέωμα.

 

Για το RockOverdose.gr: Χαρά Νέτη & The Unknown Force

Comments