Σαν σήμερα 13/12… Αρκετοί γεννήθηκαν, ο θάνατος όμως μιας κορυφαίας μορφής του metal τους επισκιάζει όλους. Το έργο του τα λέει όλα: Chuck Schuldiner!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

A STAR FALLS

 

 

Μια από τις σπουδαιότερες φυσιογνωμίες που πέρασαν ποτέ από τη metal μουσική, ένας μουσικός που με την μοναδική ευφυΐα του κατάφερε κάτι σπάνιο, να ορίσει ένα ολόκληρο μουσικό ιδίωμα, παθιασμένος με τη μουσική όσο λίγοι, cool τύπος όπως λένε όσοι τον γνώρισαν, ο Chuck Schuldiner, έφυγε από κοντά μας σαν σήμερα, έντεκα χρόνια πριν, άφησε όμως πίσω του μια τεράστια κληρονομιά και συνεχίζει να υπάρχει μέσα από τη μουσική του και τις τεράστιες επιρροές που άσκησε μέσω αυτής. Γεννήθηκε στις 13 Μαΐου του 1967, στο Long Island της Νέας Υόρκης. Οι γονείς του, δάσκαλοι και οι δύο, ήταν εβραίοι, ο πατέρας του  αυστριακής καταγωγής και η μητέρα του νότιο-αμερικανή. Ο Chuck, είχε έναν μεγάλο αδερφό και μια μεγαλύτερη αδερφή.  Το 1968, η οικογένεια μετακόμισε στη Florida. Η ενασχόληση του με την κιθάρα ξεκίνησε, στα 9 του χρόνια, μέσα από ένα τραγικό γεγονός, το θάνατο του δεκαεξάχρονου αδελφού του, σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Οι γονείς του για να τον βοηθήσουν να ξεπεράσει τη θλίψη του και να απασχολήσουν το μυαλό του, του αγόρασαν μια κιθάρα. Ξεκίνησε να κάνει μαθήματα και σύντομα αποφάσισε ότι προτιμούσε να είναι αυτοδίδακτος, αφού το “Mary had a Little Lamb", που του έμαθε ο δάσκαλός του, του φάνηκε γελοίο. Κάποια μέρα, οι γονείς του είδαν μια ηλεκτρική κιθάρα σε ένα παζάρι και του την αγόρασαν. Εκείνος, την άρπαξε αμέσως και δεν την ξανάφησε ποτέ σε όλη του τη ζωή. Αγόρασε ενισχυτές και έπαιζε συνέχεια, γράφοντας και μαθαίνοντας μόνος όλο και περισσότερα πράγματα. Πέρναγε ολόκληρα σαββατοκύριακα στο γκαράζ ή το δωμάτιο του παρέα με αυτήν. Για πρώτη φορά έπαιξε δημόσια στις αρχές της εφηβείας του. Η πρώτη και σημαντικότερη επιρροή του, ήταν οι Kiss. Ήταν δεκατριών ετών όταν η μητέρα του, τον πήγε να τους δει και του άρεσαν τρομερά. Στη συνέχεια, τα ακούσματα του επεκτάθηκαν σε ονόματα όπως οι Exciter, Iron Maiden, Mercyful Fate, Venom, Watchtower, Anvil, και Black Sabbath. Κιθαρίστες της δεκαετίας του ’80, είχαν επίσης, ιδιαίτερη επίδραση πάνω του. «Ήμουν τυχερός που ξεκίνησα να παίζω κιθάρα στα 80’s, αφού υπήρχαν πολλοί σπουδαίοι κιθαρίστες γύρω μου για να με εμπνεύσουν, όπως οι Eddie Van Halen, Yngwie Malmsteen και ειδικά οι Dave Murray και Adrian Smith», είχε πει κάποτε. Σύμφωνα με τη μητέρα του, του άρεσε να ακούει τα πάντα εκτός από country και rap. Στο σχολείο ήταν καλός μαθητής, ώσπου τελικά άρχισε να βαριέται την εκπαίδευση και τελικά το παράτησε. Αργότερα μετάνιωσε για την απόφασή του και είχε δηλώσει πως αν δε γινόταν μουσικός, θα είχε γίνει κτηνίατρος ή μάγειρας. Το 1983, σε ηλικία 16 ετών, σχημάτισε τους Mantas, μια εμβρυακή μορφή των Death. Αφού ηχογράφησαν ένα ντέμο, διαλύθηκαν και ο Schuldiner, προσπάθησε να βρει άλλα μέλη για την μπάντα του, ανεπιτυχώς όμως. Τον Ιανουάριο του 1986, πήγε στο Τορόντο και προσωρινά ενσωματώθηκε στους Καναδούς, Slaughter. Επέστρεψε γρήγορα όμως για συνεχίσει με τον σχηματισμό των Death. Η μπάντα περνώντας από διάφορες αλλαγές στη σύνθεσή της, κυκλοφόρησε το ντεμπούτο της το 1987, δουλειά που θεωρείται ο πρώτος πραγματικός death metal δίσκος. Μετά το τρίτο άλμπουμ των Death, ο μουσικός αποφάσισε να σταματήσει να δουλεύει με σταθερά μέλη στο συγκρότημα και προτιμούσε να συνεργάζεται με session μουσικούς. Κάπως έτσι κέρδισε τη φήμη του «τελειομανή» στην metal κοινότητα. Συνέχισε υιοθετώντας ένα πιο τεχνικό και progressive στυλ μουσικής και σε όλη του την καριέρα δε φοβήθηκε να καταπιαστεί με αμφιλεγόμενα ζητήματα στιχουργικά. Το 1998, έβαλε για λίγο τους Death στον πάγο, ώστε να δουλέψει πάνω σε ένα άλλο project του, τους Control Denied και το 1990, κυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ για λογαριασμό τους. Είχε συμμετάσχει μεταξύ άλλων, παίζοντας κιθάρα στο άλμπουμ “Jesus Killing Machine” του supergroup, Voodoocult και έπαιξε ένα guest σόλο σε ένα κομμάτι των Naphobia, το 1995. Το Μάιο του 1999, ο μουσικός άρχισε να αισθάνεται μια ενόχληση στο πάνω μέρος του λαιμού του και θεώρησε πως επρόκειτο για τσιμπημένο νεύρο. Κατόπιν συστάσεων, προχώρησε σε μαγνητική τομογραφία που έδειξε την ύπαρξη όγκου, ο οποίος, όπως έδειξαν οι εξετάσεις, εντοπιζόταν στον εγκέφαλο και ήταν κακοήθους μορφής. «Σοκαρίστηκα γιατί το έμαθα σχεδόν στα γενέθλια μου και ένιωσα χάλια. Είναι τρομερό, γιατί νόμιζα ότι είχα έναν χτυπημένο μυ στο λαιμό μου και όχι όγκο στον εγκέφαλο. Δεν μπορούσα ποτέ να το φανταστώ. Πήγα σε πολλούς γιατρούς και όταν έμαθα τελικά την αλήθεια, ήταν σαν εφιάλτης. Είναι όμως κάτι που πρέπει να αντιμετωπίσω άμεσα, να προχωρήσω και να προσπαθώ να μην απογοητεύομαι γιατί ξέρω ότι έχω όλη τη ζωή μπροστά μου και είναι πολύ σημαντικό. Προσπαθώ να μην το σκέφτομαι πολύ, γιατί πρέπει να περιμένω να δω τα αποτελέσματα απ’ τις ακτινοθεραπείες. Έχω ήδη αρχίσει να γράφω κομμάτια για ένα επόμενο άλμπουμ και βάζω τα δυνατά μου για να έχω μια ομαλή ζωή. Είναι δύσκολο, αλλά αυτό πρέπει να κάνω». Τον Οκτώβρη του 1999, η οικογένεια του ανακοίνωσε ότι ο όγκος είχε αντιμετωπιστεί και πως ο Chuck βρισκόταν σε φάση αποθεραπείας. Λίγους μήνες μετά υποβλήθηκε σε επιτυχή επέμβαση για την αφαίρεση υπολειμμάτων του όγκου. Η οικογένεια του αδυνατούσε να ανταπεξέλθει στο υπέρογκο χρηματικό ποσό που απαιτούνταν για ιατρικά έξοδα και έγιναν πολλοί έρανοι, δημοπρασίες και συναυλίες ώστε να συγκεντρωθούν χρήματα. Δύο χρόνια μετά την αρχική διάγνωση, το Μάιο του 2001, ο καρκίνος επέστρεψε. Ο Schuldiner, αρνήθηκε το χειρουργείο, το οποίο έπρεπε να γίνει άμεσα, λόγω έλλειψης χρημάτων. Οι ασφαλιστικές αρνούνταν να καλύψουν τα έξοδα νοσηλείας του. Πολλοί καλλιτέχνες όπως, οι Kid Rock, Korn και Red Hot Chilli Peppers, έβγαλαν σε πλειστηριασμό προσωπικά τους αντικείμενα ενώ άλλοι όπως οι Dave Grohl, Napalm Death, Ozzy Osbourne, Anthrax κ.α. έκαναν τεράστιες προσπάθειες για να συγκεντρώσουν χρήματα. Ο άτυχος μουσικός, υποβλήθηκε σε βαριάς μορφής χημειοθεραπείες , που έκαναν τον οργανισμό του να αποδυναμωθεί ιδιαίτερα. Στα τέλη του Οκτώβρη, είχε αρρωστήσει από πνευμονία. Ενάμιση μήνα μετά, στις 13 Δεκεμβρίου του 2001, έχανε τη μάχη με την επάρατη νόσο. Η σωρός του αποτεφρώθηκε και στο μνημόσυνο του παραβρέθηκαν πολλά ονόματα του χώρου, συμπεριλαμβανομένων των Mike Patton, Glen Benton, King Diamond, Ville Valo, Trey Azagthoth και Max Cavalera.  Πόσο τραγική κατάληξη, για έναν άνθρωπο που περιέγραφε τον εαυτό του, ως λάτρης της ζωής και δηλώνοντας σε συνέντευξή του πως θα ήθελε να ζούσε για πάντα, αν ήταν δυνατό. Καταδίκαζε ανοιχτά και είχε αποκηρύξει όλα τα στερεότυπα metal μουσικών που είναι επιβλαβείς για τους ανθρώπους και τα ζώα ή κατά της ζωής. Δεν είχε έντονη θρησκευτική ανατροφή και όταν είχε ρωτηθεί αν έβαζε σατανιστικά στοιχεία στη μουσική του, ήταν κατηγορηματικά αρνητικός, απαντώντας πως δεν ήθελε να ενσωματώνει κανενός είδους θρησκευτικό θέμα στη μουσική του και πως οι στίχοι του ήταν καθαρά εμπνευσμένοι από ταινίες τρόμου ή φαντασίας. Πίστευε επίσης, πως αν υπάρχει κόλαση αυτή ήταν στη γη και πως οι δαίμονες ήταν οι άνθρωποι που δημιουργούν το κακό. Ήταν ανοιχτά κατά των ναρκωτικών και είχε δηλώσει πως: «τα μόνα μου ναρκωτικά είναι το αλκοόλ και το χόρτο». Ο Chuck Schuldiner έμεινε στην ιστορία ως ο πατέρας του death metal. Κάποια στιγμή που ρωτήθηκε αν θεωρεί τον εαυτό του τόσο σημαντικό, απάντησε πως δεν είναι σύμφωνος με αυτό. «Είμαι απλά ένας τύπος από μια μπάντα και πιστεύω ότι οι Death είναι μια metal μπάντα. Αν μιλάμε για το όνομα και το στυλ ερμηνειών, εντάξει. Είμαι οπαδός του heavy metal και το μόνο που ελπίζω είναι να έχω κάνει κάτι προς όφελός του», έλεγε δείχνοντας το μέγεθος της μετριοφροσύνης του. Έφυγε από τη ζωή μόλις στα 34 χρόνια του. Σήμερα 11 χρόνια μετά, ποιος ξέρει πόσα ακόμα θα είχε συλλάβει αυτός ο τεράστιος μουσικός νους, ο Chuck Schuldiner;

 

 

 

A STAR IS BORN

 

 

64 ετών γίνεται σήμερα ο κιθαρίστας Ted Nugent. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Detroit του Michigan και ανατράφηκε σε ένα αυστηρό περιβάλλον, αφού ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός. Κατά τη δεκαετία του ’60, σχημάτισε τις πρώτες του μπάντες αντλώντας την έμπνευση του από βρετανικά blues – rock σχήματα, όπως οι Rolling Stones και οι Yardbirds. Απέκτησε την πρώτη του φήμη, σχηματίζοντας τους Amboy Dukes με τους οποίους κυκλοφόρησε κάποια άλμπουμ στα τέλη των 60’s. Μετά από αρκετές αλλαγές στη σύνθεσή τους, έμεινε τελικά το μοναδικό σταθερό τους μέλος και άλλαξε το όνομα τους σε Ted Nugent & the Amboy Dukes, κυκλοφορώντας τρία άλμπουμ. Το 1975, κατάργησε το όνομα «Amboy Dukes» και ξεκίνησε σόλο καριέρα, ηχογραφώντας διαδοχικούς δίσκους με τους οποίους σημείωσε επιτυχία μέσα από δημοφιλή τραγούδια που είχαν συχνή αναμετάδοση από τα ραδιόφωνα. Έκανε εκτενείς περιοδείες από τις οποίες προέκυψαν και δύο live άλμπουμ μέχρι τις αρχές του ’80. Εκείνη την εποχή, ο μουσικός έγινε γνωστός και για τις δηλώσεις του ότι δεν πίνει αλκοόλ ούτε καπνίζει, γεγονός που οφείλεται στη σοβαρή επίπληξη που δέχτηκε από τον πατέρα του κάποιο βράδυ που γύρισε σπίτι και μύριζε οινόπνευμα. Από το 1982 μέχρι το 1989 κυκλοφόρησε κάποια άλμπουμ που είχαν μέτρια απήχηση και τότε σχημάτισε το supergoup, Damn Yankees, η ομώνυμη δουλειά των οποίων έγινε πολύ-πλατινένια στην Αμερική, κυρίως λόγω της μπαλάντας “High enough”. Συνέχισε επιστρέφοντας στην σόλο καριέρα του με το “Spirit of the Wild” του 1995, να ξεχωρίζει περισσότερο. Παράλληλα ξεκίνησε μια ραδιοφωνική εκπομπή και ανέλαβε την ιδιοκτησία διαφόρων επιχειρήσεων που σχετίζονται με το κυνήγι, ενώ προχώρησε  ακόμη και στη δημιουργία τηλεοπτικών προγραμμάτων για διάφορα δίκτυα. Επίσης στα τέλη του ’90, άρχισε να γράφει σε αρκετά έντυπα και είναι επιπλέον γνωστός για την ενασχόλησή του με τα πολιτικά δρώμενα.  

 

 

Γενέθλια για έναν ακόμη Αμερικανό, τον ντράμερ, παραγωγό και ιδρυτικό μέλος της alternative metal μπάντας, Sevendust, Morgan Rose.Η έναρξη της καριέρας του τοποθετείται στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με το συγκρότημα Snake Nation όπου έπαιζε με τον μελλοντικό μπασίστα των Sevedust, Vinnie Hornsby. Οι δυο τους ένωσαν τις δυνάμεις τους μαζί και με τον Lajon Witherspoon και σχημάτισαν τους Rumblefish, που μετονομάστηκαν σε Crawlspace για να γίνουν τελικά Sevendust. Ο Rose, θεωρείται από τους πιο σεβαστούς και καινοτόμους ντράμερ στη μουσική βιομηχανία και μάλιστα έχει ψηφιστεί από δύο περιοδικά ως ένας από τους 100 καλύτερους ντράμερ όλων των εποχών. Στην μπάντα συνεισφέρει επιπλέον στιχουργικά αλλά και κάνοντας και δεύτερα φωνητικά στις ζωντανές της εμφανίσεις. Το 2009, όταν ο Tommy Lee χτύπησε το χέρι του, ήταν αυτός που έπαιξε για λογαριασμό του σε πέντε συναυλίες των Mötley Crüe. Κάτι ανάλογο συνέβη και σε μια περιοδεία με τους Korn, όπου συμμετείχε και η δική του μπάντα, οπότε έπαιξε διπλά εκείνο το βράδυ. Πρόσφατα εντάχθηκε στο hard rock γκρουπ Call Me No One και ηχογράφησε το ντεμπούτο άλμπουμ τους. 

 

 

 

 

Στα 35 του μπαίνει ο Φιλανδός μπασίστας και συνθέτης Lauri Porra, γνωστός περισσότερο από τη συμμετοχή του στους Stratovarius και τους Sinergy. Ξεκίνησε να παίζει μουσική σε ηλικία έξι ετών, αρχίζοντας με τσέλο, σε ένα τοπικό μουσικό σχολείο. Το 1993, ξεκίνησε να παίζει μπάσο και συνέχισε τις σπουδές του, στο Pop – Jazz ωδείο του Helsinki, παρακολουθώντας επίσης μαθήματα για πιάνο, κοντραμπάσο, τρομπέτα και ανδρικά φωνητικά. Για δύο χρόνια, από το 1997 ως το 1999, τραγούδαγε στην διάσημη ανδρική χορωδία YL. Το 2005, ενσωματώθηκε στη σύνθεση των Stratovarius και την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το πρώτο του σόλο άλμπουμ. Σχεδόν την ίδια εποχή, έγινε αντικαταστάτης του απελθόντος μπασίστα των Sinergy. Το 2008, κυκλοφόρησε μια δεύτερη σόλο δουλειά, ενώ γενικά γράφει μουσική για ταινίες και τηλεοπτικές σειρές της Φιλανδίας. Να σημειώσουμε τέλος, ότι το όνομα του “Porra” στα πορτογαλικά, χρησιμοποιείται υποτιμητικά στην αργκό, για γα υποδηλώσει τη λέξη σπέρμα. Το γεγονός αυτό, ήταν ο λόγος που ο Timo Tolkki τον προλόγιζε ως “Mr. Sperm”, σε συναυλίες των Stratovarius στη Βραζιλία.

 

 

 

 

 

Τα 31 της χρόνια κλείνει η Αμερικανίδα τραγουδίστρια και συνθέτρια και ιδρυτικό μέλος των Evanescence, Amy Lee. Ξεκίνησε από μικρή ηλικία μαθήματα πιάνου τα οποία συνέχισε για εννέα χρόνια. Έχει παρακολουθήσει σπουδές πάνω στη θεωρία της μουσικής και στη σύνθεση  και οι επιρροές της περιλαμβάνουν από μουσικούς της κλασσικής όπως ο Mozart μέχρι σύγχρονα ονόματα όπως οι Björk, Tori Amos, Danny Elfman και  Plumb. Το 1995, γνωρίστηκε με τον κιθαρίστα Ben Moody και μαζί σχημάτισαν τους Evanescence, με τους οποίους συνεχίζει ως σήμερα. Παράλληλα έχει συμμετάσχει σε πολλά μουσικά project και έχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως οι Korn, Seether, και David Hodges. Η Lee, είναι επίσης η αμερικανή πρόεδρος για την διεθνή οργάνωση που δραστηριοποιείται για το θέμα της επιληψίας. 

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη & The Unknown Force

 

 

Comments