Σαν σήμερα 18 Οκτωβρίου… Η επέλαση της μεταλλομάνας Σουηδίας, με αιχμή του δόρατος της τους εξαιρετικούς Opeth!

ALBUM ANNIVERSARY

13 χρόνια πριν, οι Opeth έρχονται να δώσουν τη δική τους διάσταση στο death metal μέσα από το εξαιρετικό Still Life, άλμπουμ μέσα από το οποίο αρκετός κόσμος ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή μαζί τους. Είναι το πρώτο τους, με τον μπασίστα Martin Mendez και το πρώτο που φέρει το λογότυπο ή οποιοδήποτε είδος λεζάντας στο εξώφυλλο.  Πρόκειται για ένα concept άλμπουμ που ηχογραφήθηκε με μόλις δύο πρόβες να έχουν προηγηθεί, για τη θεματολογία του οποίου ο ίδιος ο Mikael Åkerfeldt αναφέρει σχετικά: «Το Still Life δεν έχει σατανική, αλλά αντιχριστιανική θεματολογία. Ακούγεται αρκετά αφελές όταν το εξηγώ αυτό. Τοποθετείται σε μια εποχή πολύ παλιά, όταν ο χριστιανισμός είναι πολύ μεγαλύτερη σημασία από ότι έχει σήμερα. Ο κεντρικός ήρωας κατά έναν τρόπο εξορίζεται από την πατρίδα του επειδή πιστεύει σε κάτι διαφορετικό από τους υπόλοιπους κατοίκους εκεί. Το άλμπουμ βασικά ξεκινά από την επιστροφή του μετά από πολλά χρόνια για να επανασυνδεθεί με την παλιά του αγάπη. Προφανώς πολλά άσχημα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν με το, όπως το αποκαλώ στο άλμπουμ, «συμβούλιο». Τα μεγάλα αφεντικά της πόλης ξέρουν ότι επέστρεψε. Τον αντιμετωπίζουν κατά μία έννοια ως υποκριτή. Μοιάζει με τον συνήγορο του διαβόλου ή όπως αλλιώς αποκαλείται».  Είναι μια δουλειά στην οποία αντικατοπτρίζεται η φιλοσοφία της μπάντας σύμφωνα με την οποία δεν έχει νόημα να παίζεις απλά metal και να φοβάσαι να πειραματιστείς. Οι ίδιοι το κάνουν πρωτοτυπώντας, παρουσιάζοντας μια πρωτόγνωρη πτυχή του όρου death metal, που είχε καθιερωθεί με τα πάντα να περιστρέφονται γύρω από το θάνατο. Το “Still Life”, όπως μαρτυρά και ο τίτλος μόνος του, είναι το κοντράστ της ζωής και του θανάτου και ακόμα κι αν ο τελευταίος είναι νικητής, εισάγονται έννοιες ασυνήθιστες για το είδος, όπως η ομορφιά και η αγάπη. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι όλο αυτό καταφέρνουν να το αποτυπώσουν απόλυτα μέσα από τη μουσική τους. Ειδικά ακούγοντας το για πρώτη φορά σε καθηλώνει αφού ποτέ δεν ξέρεις τι να περιμένεις. Η μαγεία του συνοψίζεται στο ότι μπορεί την ίδια στιγμή να είναι βίαιο και ήρεμο, σκληρό και μελωδικό. Μέσα στον καταιγισμό των σκληρών metal riff, έρχονται διαλείμματα από μελωδικά ακουστικά περάσματα. Οι μεταβάσεις είναι εντελώς απροσδόκητες, οι ταχύτητες μεταβάλλονται διαρκώς, οι συνθέσεις μολονότι πολύπλοκες σου συνεπαίρνουν το μυαλό. Τόσο στα ακουστικά μέρη όσο και στα metal κυριαρχούν οι κιθάρες και συνολικά το κάθε μουσικό όργανο αξιοποιείται στο έπακρο. Οι ερμηνείες του Åkerfeldt επίσης εντυπωσιάζουν, με τα καθαρά του φωνητικά να εκπέμπουν μια νοσταλγία και μια ζεστασιά και τα growl από την άλλη να ακούγονται θυμωμένα ως και δαιμονισμένα ανά στιγμές. Επτά εκπληκτικά κομμάτια, με το καθένα να έχει έναν διαφορετικό λόγο να θεωρείται μοναδικό, συνθέτουν το Still Life, ένα έργο αριστουργηματικού χαρακτήρα!

 

 

Η έκτη δουλειά των HammerFall κυκλοφορεί έξι χρόνια πριν, ονομάζεται Threshold και αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. Τα τελευταία χρόνια το ζητούμενο με τους Σουηδούς ήταν ότι ακολουθούσαν την πεπατημένη, χωρίς καμία αλλαγή στον ήχο τους, οπότε η εικόνα τους ήταν αυτή μιας μπάντας που επαναλαμβάνει τον εαυτό της και ίσως καταντά λίγο βαρετή. Η προσδοκώμενη αλλαγή συμβαίνει με το “Threshold”, ένα άλμπουμ πιο heavy και σκοτεινό από οτιδήποτε άλλο είχε το συγκρότημα στο ενεργητικό του ως τότε. Δεν είναι ότι απαρνούνται τη καθιερωμένη τους συνταγή, αφού αν μη τι άλλο προσφέρουν αυτό που ξέρουν καλά οι Σουηδοί: παραδοσιακή power metal με άκρως μελωδικές συνθέσεις και όμορφα riff και στίχους γύρω από επικές μάχες και ηρωικές νίκες. Στο σύνολο του όμως το άλμπουμ ακούγεται πιο εμπνευσμένο και με περισσότερη φρεσκάδα που φαίνεται τόσο στη σύνθεση και την παραγωγή, αλλά και στο εκτελεστικό κομμάτι. Είναι το τελευταίο με τον κιθαρίστα Stefan Elmgre και τον Magnus Rosen στο μπάσο, αφού και οι δύο αποχώρησαν με διαφορά ενός έτους. Τα κομμάτια του άλμπουμ, συνδυάζουν δύναμη και μελωδία, τα riff είναι βελτιωμένα, σε πιο heavy στυλ  και δεν θυμίζουν αντίγραφα παλιότερων. Στις κιθάρες κρύβεται και η μεγαλύτερη δύναμη των HammerFall άλλωστε, με το παίξιμο τους να είναι άκρως καλαίσθητο και συναρπαστικό. Από την άλλη όποτε αυτές δεν κυριαρχούν στο τραγούδι, η μουσική γίνεται αυτόματα αρκετά βαρετή. Αυτή είναι και η σοβαρότερη ασθένεια που βασανίζει το συγκρότημα και φαίνεται εντονότερα στις μπαλάντες. Είναι ιδιαίτερα αδύναμες και βλάπτουν τη συνολική εικόνα του άλμπουμ. Κατά τα άλλα η φωνή του Joacim Cans παρουσιάζεται αρκετά βελτιωμένη, παραμένει όμως υπό αμφισβήτηση το αν η εξέλιξη του συμβαδίζει με αυτή των υπολοίπων μελών του συγκροτήματος. Το Threshold είναι σίγουρα πάντως μια καλή, καλύτερη από άλλες, δουλειά του συγκροτήματος, οι κριτικές του ήταν αρκετά καλές και στα σουηδικά chart έμεινε για οκτώ εβδομάδες στην κορυφή.

 

 

Μένοντας και κλείνοντας στη Σουηδία, συναντάμε ένα λιγότερο αναγνωρισμένο συγκρότημα, αρκετά υποτιμημένο, που όμως διακρίνεται για αρκετές δισκογραφικές δουλειές, μια από τις καλύτερες των οποίων κυκλοφόρησε 12 χρόνια νωρίτερα και είχε τίτλο Undead. Οι Tad Morose, βρίσκονται εδώ και σχεδόν μια εικοσαετία μέσα στα μουσικά δρώμενα και χαρακτηρίζονται για τον power metal ήχο τους, που διαφέρει από τα συνηθισμένα λόγω της πιο σκοτεινής του προσέγγισης. Στο πέμπτο στούντιο άλμπουμ τους, αλλάζουν δισκογραφική και ξεκινούν μια πιο σταθερή πορεία, την οποία ευνοεί και το ότι η σύνθεσή τους από δω και στο εξής μένει αμετάβλητη. Το “Undead” είναι από τις δουλειές που όσο πιο πολύ τις ακούς τόσο σε κερδίζουν. Ο ήχος της μπάντας είναι ισχυρότερος από ποτέ, πολύ φρέσκος, διατηρώντας τις παραδοσιακές του ρίζες, με το power να βρίσκεται σε περίοπτη θέση. Οι στίχοι του είναι σκοτεινοί και μελαγχολικοί, η ατμόσφαιρα του γοητεύει σε συνδυασμό με τα γλυκά του riff πολλά εκ των οποίων παραπέμπουν στους Tad Morse των παλιών ημερών. Ο ρυθμός μεταξύ των κομματιών ποικίλλει και η παραγωγή του είναι ογκώδης. Για δεύτερη φορά έχουν τον Urban Breed στα φωνητικά που ανταποκρίνεται περίφημα στο ρόλο του.  Είναι κρίμα πως ενώ πρόκειται για μια μπάντα που έχει τα φόντα και την ποιότητα που θα μπορούσαν να την αναδείξουν σε ένα μεγάλο όνομα κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει.  Ο τραγουδιστής τους Urban Breed, το αποδίδει στο ότι δεν έχουν καταφέρει να κλείσουν συνεργασία με ένα καλό μάνατζερ και πιθανόν να έχει δίκιο, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ, η μπάντα περιορίστηκε σε ελάχιστες τοπικές εμφανίσεις μόνο και συμμετείχε σε δύο φεστιβάλ.  Το “Undead” έχει όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να το κάνουν να φιγουράρει στις κορυφαίες θέσεις με τα καλύτερα άλμπουμ των Σουηδών και αναμφισβήτητα αξίζει ακρόασης και προσοχής. 

 

 

A STAR IS BORN

 

Τα 48 του χρόνια κλείνει σήμερα ο Νεοϋορκέζος μουσικός Dan Lilker. Οι πρώτες του επιρροές ήταν από κλασσική ροκ μουσική, όπως οι Zeppelin, Cream, Rush κ.α. Ξεκίνησε αποκτώντας τις βασικές γνώσεις στο πιάνο και στα δεκατέσσερα χρόνια του αγόρασε μπάσο στο οποίο βρήκε τον εαυτό του. Η πρώτη μπάντα στην οποία έπαιξε ονομαζόταν White Heat και τη σχημάτισε με κάποια παιδιά από την καλοκαιρινή του κατασκήνωση. Έπαιζαν διασκευές των Zeppelin και των Van Halen αλλά και hard rock υλικό. Στα 17 του χρόνια, διατηρούσε μια σχολική μπάντα μαζί με τον Ian Scott, ο οποίος ήταν ο μόνος στο σχολείο που γούσταρε μπάντες όπως οι AC/DC, ενώ ο Lilker εκείνη την εποχή ήταν φαν των Judas Priest. Έχοντας καταλήξει φίλοι και ανταλάσσοντας δίσκους, κάποιος τους έστρεψε το ενδιαφέρον στους Iron Maiden και τους Motörhead που τους ενθουσίασαν. Σιγά – σιγά τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πιο επαγγελματικά και κατέληξαν να σχηματίσουν τους Anthrax. Στο συγκρότημα συμμετείχε στο ντεμπούτο άλμπουμ, “Fistful of Metal” και στην περιοδεία που ακολούθησε. Λίγο αργότερα όμως, άρχισαν εντάσεις μεταξύ του ίδιου και της υπόλοιπης μπάντας που τον κατηγορούσαν ότι δεν πλήρωνε για τα έξοδα ενοικίασης του χώρου για τις πρόβες και  για μια γενικότερη αντιεπαγγελματική συμπεριφορά. Έτσι αποχώρησε από τους Anthrax και πήγε στους Nuclear Assault, την πρώτη μπάντα με την οποία έκανε εκτενείς περιοδείες στην Ευρώπη και την Ιαπωνία. Παράλληλα συμμετείχε και στους S.O.D. έχοντας στο ενεργητικό του τέσσερα άλμπουμ και αρκετές περιοδείς.  Το 1990, οι δρόμοι του με τους Nuclear Assault χωρίστηκαν  και σχημάτισε  τους Brutal Truth με τους οποίους προχώρησαν σε τέσσερις κυκλοφορίες, μέχρι το 1999 που διαλύθηκαν, για έρθει η επανένωση τους το 2006. Όπως έχει πει ο ίδιος σε συνέντευξη του, οι αναμνήσεις του από αυτούς θα είναι πάντοτε θολές λόγω των χόρτων που κάπνιζαν.  Έχει παίξει μπάσο για διάφορες μπάντες, ενώ γνωρίζει επίσης κιθάρα και ντραμς και ασκεί και ερμηνευτικά καθήκοντα. 

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη & The Unknown Force

 

 

Comments