Σαν σήμερα 27/10… Η βόμβα μεγατόνων του Lemmy και το άλμπουμ μεγαθήριο των Celtic Frost! Ακόμη: Ο μεγάλος K.K. Downing άφησε την κιθάρα και έπιασε το μπαστούνι!

 

 

 

 

 

 

 

 

ABLUM ANNIVERSARY

 

33 χρόνια πριν, οι Motörhead, έχοντας πάρει μεγάλη φόρα μετά την κυκλοφορία του “Overkill”, έρχονται μόλις επτά μήνες αργότερα, να εκτοξεύσουν την επόμενη βόμβα τους , το Bomber, τίτλος εμπνευσμένος από το μυθιστόρημα του Len Deighton «Bomber», ένα πραγματικό χρονικό από βομβαρδισμό της Βρετανικής Πολεμικής Αεροπορίας. Το τρίτο άλμπουμ των Βρετανών, κουβαλάει πολλά από τα στοιχεία του προκατόχου του και ακολουθεί την πετυχημένη συνταγή: εκρηκτικές κλασσικές rock n roll συνθέσεις, ντυμένες με ογκώδεις heavy metal τόνους, punk και blues επιρροές. Η τριάδα των Lemmy , "Fast" Eddie Clarke και "Philthy Animal" Taylor τα δίνει όλα και ο καθένας ξεχωριστά «βομβαρδίζει» όσον αφορά το εκτελεστικό κομμάτι. Ο Taylor είναι φοβερός πίσω από τα τύμπανα, το μπάσο του Lemmy είναι μεγαλοπρεπές και ο "Fast" Eddie Clarke ξεδιπλώνει την τρομερή του εκτελεστική ικανότητα μέσα από τρομερά, τεχνικά σολαρίσματα. Ανάμεσα στα όργανα υπάρχει απόλυτη ισορροπία, με μια παραγωγή που τους δίνει τη μέγιστη ευκρίνεια, από τον Jimmy Miller που συνεχίζει να κάθεται στην καρέκλα του παραγωγού. Ο Kilmister βρίσκεται σε μεγάλη έμπνευση όσον αφορά το στιχουργικό τομέα και γίνεται καταπέλτης,  εκτοξεύοντας με ωμότητα συναισθήματα θυμού εναντίον του πατέρα του, που εγκατέλειψε τον ίδιο και τη μάνα του, της αστυνομίας, της τηλεόρασης και της μουσικής βιομηχανίας , ενώ αναφέρεται επίσης στα ναρκωτικά και το σεξ.  Το “Bomber” γέννησε μερικές κλασσικές επιτυχίες του συγκροτήματος και διέγραψε καλή πορεία στα chart της Αγγλίας. Θεωρείται από τα κορυφαία άλμπουμ των Motörhead και μπορεί να είχε γνωρίσει και ακόμα μεγαλύτερη αποθέωση αν δεν είχε ένα “Overkill” πίσω του και ένα “Ace of spades” μπροστά του.

 

 

Ένα κλασσικό και αξεπέραστο άλμπουμ, ένα άλμπουμ «μεγαθήριο» που έβαλε τη δική του σφραγίδα στη διαμόρφωση του black και death είδους μέσα από τις επιρροές που άσκησε, κυκλοφόρησε 27 χρόνια νωρίτερα. Οι Celtic Frost γράφουν ιστορία μέσα από τη δεύτερη δουλειά τους, To Mega Therion. Εξαιρετικές συνθέσεις, καταιγισμός δυνατών riff,  μια black metal πανδαισία με μεγάλες δόσεις death και thrash καθώς και κάποια gothic και Avant-garde metal στοιχεία σε πολύ πρώιμο στάδιο, συνθέτουν το σκηνικό του δίσκου και θέτουν τις βάσεις για τη μουσική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει στο μέλλον το συγκρότημα. Για πρώτη φορά στα χρονικά εισάγονται γυναικεία φωνητικά στο συγκεκριμένο είδος μουσικής, ενώ υπάρχει και μια δεύτερη καινοτομία, η προσθήκη kettle drums, τυμπάνων που χαρακτηρίζονται για το βαθύ τους ήχο. Η μπάντα, με τους τρεις μουσικούς της να συνεργάζονται άψογα, μας ταξιδεύει μέσα σε μια σκοτεινή, ζοφερή ατμόσφαιρα που σε πολλές στιγμές εκπέμπει κάτι το βίαιο και άγριο. Μεγάλο προσόν της δουλειάς των Ελβετών είναι πως σε αντίθεση με άλμπουμ αυτού του είδους, η συγκεκριμένη δε γίνεται επαναλαμβανόμενη χάρη στις έντονες διακυμάνσεις και τις εναλλαγές του ρυθμού. Το άλμπουμ έχει ασκήσει σημαντική επιρροή σε πληθος συγκροτημάτων όπως οι Nile, Dimmu Borgir, Therion και πολλοί άλλοι. Το πολύ ιδιαίτερο εξώφυλλο του, είναι ένας πίνακας του H.R. Giger, με τίτλο “Satan I”. “To Mega Therion” είναι από τα καλύτερα άλμπουμ που έκαναν ποτέ οι Celtic Frost και αποτελεί πολύτιμο λίθο της συλλογής του extreme metal. 

 

 

 A STAR IS BORN

 

Ο άνθρωπος που αποτέλεσε  θεμέλιο λίθο των  Judas Priest, o "K. K." Downing (Kenneth Downing, Jr., όπως είναι το κανονικό του όνομα), κλείνει σήμερα τα 61 του χρόνια. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο West Bromwich της Αγγλίας και σε ηλικία 16 ετών τον έδιωξαν από το σχολείο. Λίγο αργότερα οι γονείς του, του έδειξαν την πόρτα της εξόδου και εκείνος διέβη το κατώφλι της.  Ενώ πλησίαζε τα 20, ανακάλυψε τη ροκ και την κιθάρα. Μεγάλη επιρροή του ήταν ο  Jimi Hendrix, πάνω στο στυλ του οποίου έχτισε τον δικό του τρόπο παιξίματος της κιθάρας. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, μαζί με το φίλο του Ian Hill, αποφάσισαν να σχηματίσουν μια μπάντα, που έμελλε να γίνει οι Judas Priest. Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του, ξεχώρισε μέσα από τεχνικά του σόλο, στα οποία με το πέρασμα των χρόνων ενσωμάτωνε διάφορα στοιχεία όπως pinch harmonics, dive bombs, και tremolo picking, δίνοντας συχνά έμφαση στην ταχύτητα, την τεχνική ακρίβεια και τη μελωδία. Τον Απρίλιο του 2010, αποφάσισε να αποσυρθεί από τα μουσικά δρώμενα και αποχώρησε από τους Judas Priest. Όντας συνταξιούχος πλέον, έχει αφιερωθεί στην άλλη μεγάλη αγάπη της ζωή του, το γκολφ. 

 

 

 

Τα 42 του χρόνια συμπληρώνει ο Σουηδός ντράμερ, Adrian Erlandsson με συμμετοχή σε διάφορα metal συγκροτήματα. Σύμφωνα με τα όσα έχει αναφέρει σε συνεντεύξεις του, μεγάλωσε σε ένα σπίτι που δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου μουσική, ούτε καν ραδιόφωνο, μέχρι τα δέκα του χρόνια. Ο πατέρας του, του έκανε δώρο ένα Walkman αλλά δεν είχε ιδέα για το τι να ακούσει. Όταν όμως μετακόμισαν, απέκτησε ένα φίλο που έμεινε λίγο παρακάτω και είχε ηλεκτρική κιθάρα, κάτι που τον ενθουσίασε. Ο αδερφός του φίλου του, τους έβαλε μια μέρα να ακούσουν το “Back in black” των AC/DC και ο Adrian έπαθε τέτοια πλάκα που γύρισε σπίτι και είπε στον μπαμπά του πως χρειάζονταν πικάπ. Αυτό και έγινε και μάλιστα το “Back in Black” ήταν ο πρώτος δίσκος που αγόρασε. Ο φίλος με την κιθάρα, ήθελε να φτιάξει μια μπάντα αλλά δεν είχαν ντράμερ. Ήθελε να παίξει ο ίδιος και τα ντραμς, αλλά δε θα τον άφηνε η μαμά του. O Erlandsson άρπαξε την ευκαιρία λοιπόν και ξεκίνησε μαθήματα, αποκτώντας το δικό του κιτ. Η καριέρα του, ξεκίνησε από τους At the Gates, μια τοπική death metal μπάντα αποτελούμενη από εφήβους, που σύμφωνα με τον ίδιο κανείς δεν ενδιαφερόταν στην πραγματικότητα για το είδος της μουσικής που θα έπαιζαν. Τα πράγματα τα είδαν λίγο πιο σοβαρά την τελευταία χρονιά πριν τη διάλυσή τους, όταν ξεκίνησαν κάποιες περιοδείες, κάτω από άσχημες συνθήκες αφού συχνά ξέμεναν ακόμα και από φαγητό μια και δεν είχαν λεφτά. Όταν διαλύθηκαν, συνέχισε στους The Haunted μαζί με κάποιους από τα μέλη της πρώτης μπάντας του. Εν συνεχεία σε μια συναυλία με τους Haunted το ‘99,  τον προσέγγισαν οι Cradle of Filth, που εμφανίζονταν στον ίδιο χώρο. Έτσι, του ζητήθηκε να τους βοηθήσει με κάποιες ηχογραφήσεις και με λίγες συναυλίες. Η συνεργασία απέδωσε και τελικά ενσωματώθηκε σταθερά στη σύνθεσή τους, συμμετέχοντας σε έξι άλμπουμ τους και σε περιοδείες τους. To 2006, ο ντράμερ σχημάσισε τους Nemhain σε συνεργασία με τη γυναίκα του, επιστρέφοντας στις ροκ ρίζες του. Το πρώτο τους άλμουμ κυκλοφόρησε το 2009. Το 2006 επίσης, ενσωματώθηκε στη Μεξικανική death metal μπάντα Brujeria για κάποιες εμφανίσεις και τώρα ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει μαζί τους άλμπουμ. Αφού έκανε διάφορες συμμετοχές σε μικρότερου βεληνεκούς συγκροτήματα, το Μάρτιο του 2009, έπειτα από συστάσεις του Jeff Walker, προσχώρησε στους Paradise Lost.

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη & The Unknown Force

Comments