Σαν σήμερα 6/12… Ένα δυσοίωνο, μαγικό ταξίδι, στο doom δάσος των Cathedral! Ακόμη: 44 χρόνια για ένα κορυφαίο άλμπουμ των Rolling Stones και της μουσικής γενικότερα!

 

 

 

 

 

 

 

 

ALBUM ANNIVERSARY

 

 

Στο ξεκίνημα των 90’s η άνθιση και εξάπλωση της grunge είναι το κυρίαρχο στοιχείο στη διαμόρφωση των νέων μουσικών πραγμάτων, όπως πιθανόν όλοι γνωρίζουμε. Η metal σκηνή βλέπει τη δύναμη της να εξασθενεί, σημειώνοντας μια αξιοσημείωτη καμπή. Μέσα στη γενικότερη παρακμή, οι νεαροί πρωτοεμφανιζόμενοι Cathedral, κατορθώνουν 21 χρόνια πριν, να αναστήσουν ολόκληρο το doom είδος, κυκλοφορώντας το Forest of Equilibrium, ένα ντεμπούτο που θεωρείται κλασσικό στο είδος του. Το στοιχείο που κυριαρχεί είναι οι αργοί, σχεδόν πένθιμοι ρυθμοί, με τα αργόσυρτα riff και τις χαμηλοκουρδισμένες κιθάρες να υπνωτίζουν τον ακροατή σε φάσεις. Ο ήχος είναι υπερβολικά σκοτεινός, αφήνοντας παράλληλα και κάτι μυστηριώδες να πλανάται στην ατμόσφαιρα. Κοιτώντας και το εξώφυλλο του, ένα από τα ομορφότερα που έχει να επιδείξει ποτέ metal άλμπουμ, θα λέγαμε πως όλο το έργο έχει τη μαγεία να συνεπαίρνει τον ακροατή σ’ ένα μεγάλο ταξίδι σε κάποιο στοιχειωμένο δάσος, με διάφορα παράξενα, απόκοσμα ανθρωπόμορφα πλάσματα να εμφανίζονται, βυθίζοντας τον ακόμα περισσότερο, στη ζοφερή, παράξενη φύση του δίσκου. Τα φωνητικά του Lee Dorian,  είναι καθαρότερα σε σχέση με τους Napalm Death που βρισκόταν πριν, έχουν όμως κάποια υπολείμματα από το death. Η φωνή του δε, είναι ιδανική και παράλληλα έχει ένα απόκοσμο στυλ, που κάνει τα κομμάτια να ακούγονται πιο δυσοίωνα. Η παραγωγή του συντελεί κι αυτή σε μια στοιχειωμένη αίσθηση, ενώ οι στίχοι του, ποιητικοί και συμβολικοί έχουν το δικό τους μερίδιο στην όλη ατμόσφαιρα. Γενικά αυτός ο υπερβολικά σκοτεινός ήχος του “Forest of Equilibrium”, το καθιστά μοναδικό σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη κυκλοφορία του συγκροτήματος. Η ακρόαση του θεωρείται πάντως δύσκολη, μια και οι εξαιρετικά αργές ταχύτητες του,  σε συνδυασμό με τη μεγάλη διάρκεια των συνθέσεων, ενδεχομένως να κουράσουν ορισμένους. Απ’ την άλλη  όμως, το γεγονός ότι και οι μακροσκελείς συνθέσεις εμπλουτίζονται με διάφορους ήχους από ακουστικές κιθάρες, φλάουτο ή εκκλησιαστικό όργανο, βοηθά σε ένα ενδιαφέρον μουσικό αποτέλεσμα.  Κατά γενική ομολογία, οι Cathedral μας προσφέρουν τη δική τους doom metal εκδοχή, μέσα από ένα άλμπουμ ορόσημο του είδους, μια μοναδική οντότητα που όμοια της δεν έχει υπάρξει.

 

 

Έχοντας συμπληρώσει αισίως 44 χρόνια ζωής, το Beggars Banquet, έβδομη δουλειά των Rolling Stones, εξακολουθεί να εντυπωσιάζει και να αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα του συγκροτήματος. Παρά το ότι με το ψυχεδελικό “Their Satanic Majesties Request” που προηγήθηκε, οι Stones είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν την προσοχή του κόσμου, επιλέγουν εδώ να συνεχίσουν, επιστρέφοντας στις ρίζες του ήχου τους, που αυτή τη φορά πατάει για τα καλά στο rock – blues είδος. Οι ηχογραφήσεις κρατούν τέσσερις μήνες και στην καρέκλα του παραγωγού, για πρώτη φορά κάθεται ο Jim Miller, μια συνεργασία που καρποφόρησε τελικά. Οι Mick Jagger και  Keith Richards βάζουν όλη τη μαεστρία τους στο συνθετικό τομέα, αναμειγνύοντας το ταλέντο αλλά και την ευφυΐα τους, δημιουργώντας μια άκρως καινοτόμα δουλειά με έναν μεγάλο αριθμό μουσικών οργάνων και μια σειρά από διαφορετικά μουσικά είδη να παρελαύνουν, πετυχαίνοντας έναν άκρως συναρπαστικό και μοναδικό ήχο. Υπάρχουν πραγματικά, τόσες πολλές επιρροές και τόση μεγάλη ποικιλία ήχων στο άλμπουμ, που προκαλούν την έκπληξη, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατή ο οποίος δεν μπορεί να φανταστεί τι πρόκειται να ακολουθήσει. Μετά από έξι χρόνια παρουσίας στη σύνθεσή τους, ο Brian Jones λέει ένα αξιοπρεπέστατο αντίο, συμβάλλοντας σημαντικά στο δημιουργικό κομμάτι του άλμπουμ. Στο “Beggars Banquet”, υπάρχουν ασφαλώς κομμάτια που υπερέχουν από άλλα, στην κορυφή όλων όμως στέκεται το ασυναγώνιστο “Sympathy for the Devil”, μια από τις σπουδαιότερες συνθέσεις στην ιστορία της μπάντας και της μουσικής γενικότερα. Ο δίσκος στο σύνολο του, περιέχει τόσο καλά κομμάτια και κλασσικές επιτυχίες, που σίγουρα δεν πρέπει να προκαλεί καμιά εντύπωση το γεγονός ότι συγκαταλέγεται μέσα στα κορυφαία άλμπουμ όλων των εποχών. Είναι μια δουλειά αριστουργηματική και καινοτόμα, που αιχμαλωτίζει μέσα της όλη τη μαγεία των Rolling Stones, καθιστώντας τους μια από τις σημαντικότερες μουσικές δυνάμεις του πλανήτη. 

 

 

 

A STAR IS BORN

 

 

56 ετών γίνεται ο κιθαρίστας και ιδρυτικό μέλος των R.E.M., Peter Buck. Γεννήθηκε στο Berkeley, της California και αφού έζησε για κάποιο καιρό στο in Los Angeles και San Francisco, η οικογένεια του μετακόμισε στην Atlanta. Ήταν αριστούχος μαθητής και μπήκε στο Πανεπιστήμιο, αλλά το εγκατέλειψε και πήγε στην πόλη Athens, της πολιτείας Georgia, όπου παρακολούθησε επίσης το τοπικό Πανεπιστήμιο. Το 1980, ενώ βρισκόταν εκεί, δούλευε σε ένα δισκοπωλείο όπου και συνάντησε τον Michael Stipe, μελλοντικό του συνεργάτη στους R.E.M. Ανακάλυψαν ότι είχαν τα ίδια μουσικά γούστα και αργότερα που συνάντησαν τους συμφοιτητές τους, Mike Mills και Bill Berry, αποφάσισαν να σχηματίσουν μπάντα, διακόπτοντας τις σπουδές τους. Η μπάντα ονομάστηκε τελικά R.E.M. και ο Buck έμεινε μαζί τους μέχρι και τον Σεπτέμβρη του 2011 που διαλύθηκαν. Ο κιθαρίστας, έχει κάνει ακόμα παραγωγές σε πολλές μπάντες και έχει συμβάλει σε άλμπουμ άλλων μουσικών. Στην καριέρα του έχει υπάρξει επίσημο μέλος σε διάφορα “side project” γκρουπ. Αρκετές φορές έχει συνεισφέρει στις σημειώσεις που περιέχονται στα booklet αρκετών συλλογών, επανεκδόσεων ή ειδικών εκδόσεων τόσο για υλικό των R.E.M. όσο και για άλλων ονομάτων. Το Μάρτιο του 2012, ο Buck ανακοίνωσε την πρόθεση του να δουλέψει πάνω σε ένα σόλο άλμπουμ, συνεργαζόμενος με τον τραγουδιστή και συνθέτη Joseph Arthur. 

 

 

 

A STAR FALLS 

 

 

24 χρόνια συμπληρώνονται από το θάνατο του Roy Orbison, Αμερικανού τραγουδιστή και συνθέτη που ξεχώρισε με τις ερμηνείες και τις πολύπλοκες συνθέσεις του, καθώς και για τις συναισθηματικές του μπαλάντες. Μεγάλωσε στο Texas και ξεκίνησε τραγουδώντας σε μια σχολική μπάντα, κομμάτια rockabilly και country, μέχρι που έκανε δισκογραφικό συμβόλαιο. Τη μεγαλύτερη επιτυχία του τη σημείωσε μεταξύ του 1960 και 1964, όταν 22 από τα κομμάτια του βρίσκονταν μέσα στο Top 40 του Billboard, μεταξύ των οποίων τα "Only the Lonely", "Crying",και "Oh, Pretty Woman".  Η καριέρα του έμεινε στάσιμη κατά τη δεκαετία των 70’s , αλλά μέσα από διασκευές των τραγουδιών του, το όνομα του ήρθε πάλι στο προσκήνιο.  Το 1988, ενσωματώθηκε στο supergroup Traveling Wilburys με τους George Harrison, Bob Dylan, Tom Petty και Jeff Lynne και κυκλοφόρησε και νέο σόλο δίσκο. Λόγω της ιδιαίτερης, δυνατής, παθιασμένης φωνής του, πολλοί κριτικοί τον αποκαλούσαν “The Caruso of Rock”. Επίσης, οι Elvis Presley και ο Bono, είχαν εκφράσει το θαυμασμό τους, δηλώνοντας πως ήταν η μεγαλύτερη και πιο ξεχωριστή φωνή που είχαν ακούσει. Ήταν γνωστός για τον τρόπο που επέλεγε να τραγουδάει, συνήθως όρθιος και μοναχικός, φορώντας μαύρα ρούχα και μαύρα γυαλιά, κάτι που έδινε ένα μυστήριο στην προσωπικότητα του. Ο Orbison, λίγο πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ του “Mystery Girl”, που μάλιστα περιείχε και μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, το “You got it”, πέθανε σε ηλικία 52 ετών από καρδιακή προσβολή. Η ζωή του στιγματίστηκε από προσωπικές τραγωδίες. Το 1966, η σύζυγός του σκοτώθηκε σε ατύχημα με μηχανή και δύο χρόνια αργότερα, το σπίτι της οικογένειας κάηκε ολοσχερώς ενώ ο ίδιος απουσίαζε σε περιοδεία, με τους δύο από τους τρεις γιους του να χάνουν τη ζωή τους στην πυρκαγιά. Ο τρίχρονος γιος του, γλίτωσε τελευταία στιγμή, αφού τον έσωσαν οι γονείς του καλλιτέχνη. Ο Orbison, το 1973, έχασε και τον μεγαλύτερο αδερφό του και πάλι σε ατύχημα με μηχανή. To 1987, o τραγουδιστής εισήχθη στο Rock and Roll Hall of Fame, το 1987. Το Rolling Stone τον έχει κατατάξει στην 37η θέση με τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες όλων των εποχών και στην 13η της λίστας με τους εκατό σπουδαιότερους τραγουδιστές. 

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη & The Unknown Force

 

Comments