43 χρόνια πριν, η επιδραστικότερη heavy metal μπάντα που πέρασε ποτέ απ’ τον πλανήτη, βάζει τα ισχυρότατα θεμέλια, πάνω στα οποία θα χτίσει μια ολόκληρη αυτοκρατορία στο μέλλον. Με ένα ντεμπούτο που αμέτρητοι σίγουρα ζήλεψαν, οι Iron Maiden, συστήνονται με μια δουλειά που συναρπάζει για την συνέπεια, την ωριμότητα και τη ποιότητά της, δεδομένου ότι μιλάμε για παρθενική δουλειά. Η κινητήρια δύναμη, Steve Harris, δείχνει απ’ την αρχή το τεράστιο μουσικό του όραμα αλλά και το γεγονός πως διαθέτει το ταλέντο, τις ικανότητες και φυσικά το μυαλό για να το κάνει πραγματικότητα.
Από την αρχή της ίδρυσης της μπάντας, το 1975, ο φοβερός αυτός μουσικός νους,γνώριζε τι ήταν αυτό που ήθελε να κάνει. Ένα στυλ παρόμοιο με αυτό των Wishbone Ash, με βασικό στοιχείο του τις δισολίες. Τον Απρίλιο του 1980, όταν ανέβηκε στα ράφια των δισκοπωλείων το Iron Maiden, το συγκρότημα είχε ήδη αποκτήσει φήμη στους underground κύκλους, μέσα από το EP “The soundhouse tapes” αλλά και τις πολλές εμφανίσεις του, σε μαγαζιά της Βρετανίας. Όλοι ήταν ανυπόμονοι για ένα ολοκληρωμένο στούντιο άλμπουμ, λίγοι όμως θα περίμεναν μια τέτοια δισκάρα!
Με εμφανείς τις επιρροές από punk, progressive αλλά και του πιο heavy ήχου, όπως τουλάχιστον το προσέγγιζαν οι μπάντες της εποχής, βρισκόμαστε μπροστά σε οκτώ εκπληκτικές συνθέσεις, γεμάτες ενέργεια, με έναν ήχο ωμό και αρκετά επιθετικό, με πολλές δισολίες, ορχηστρικά περάσματα, απίθανα μελωδικά riff, πανέμορφα σολαρίσματα και ιδιαίτερα ποικιλόμορφες. Αγαπημένα κομμάτια παρελαύνουν εδώ και εντυπωσιάζουν. Για τι να πρωτομιλήσει κανείς; Για το αγαπημένο ομώνυμο, που δεν λείπει από κανένα setlist τους, για το τρομερό εναρκτήριο “Prowler”, στο οποίο καθρεφτίζεται ολόκληρο το μουσικό στυλ της μπάντας εκείνη την εποχή, για το “Remember Tomorrow”, με τη φοβερή ατμόσφαιρα και τις διαρκείς εναλλαγές, για το απίστευτο επίτευγμα που ακούει στο όνομα, "Phantom of the Opera”" μια απ’ τις πιο πολύπλοκες συνθέσεις που έγραψαν ποτέ και για το οποίο ο Bruce Dickinson, είπε αργότερα, πως κλείνει μέσα του την ουσία όλων των Maiden;
Όποιο κομμάτι και να πάρει κανείς, δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις ευφυείς συνθετικές ικανότητες, αλλά και το περίσσιο ταλέντο των μελών της σύνθεσης του γκρουπ. Η κιθάρα του Dave Murray, ο οποίος πιστώνεται στίχους και μουσική για το “Charlotte the Harlot”, συνεργάζεται πανέμορφα με αυτήν του Dennis Stratton, που στη συνέχεια θ’ αποχωρήσει απ’ το συγκρότημα. Το παίξιμο στα ντραμς του Clive Burr, έχει την απαιτούμενη δύναμη και ορμή, συνεισφέροντας σημαντικά με τα γεμίσματα του, ενώ το μπάσο του Harris, έχει κυρίαρχη θέση στο συνολικό μουσικό αποτέλεσμα και οι ιδιαίτερες εκτελεστικές του ικανότητες, το κάνουν ν’ ακούγεται σαν τρίτη κιθάρα. Όσο για τον Paul Di Anno, μπορεί να μην έχει το φωνητικό εύρος του διαδόχου του, Bruce Dickinson, ασφαλώς όμως η τραχιά του χροιά, η punk αύρα που αποπνέει και το χρώμα της φωνής του, δένουν απόλυτα με τη μουσική.
Το “Iron Maiden”, βγαίνει στην αγορά και λαμβάνει αμέσως διθυραμβικές κριτικές. Από την πρώτη εβδομάδα δε, φτάνει στην 4η θέση των βρετανικών album chart και επιτρέπει στους Βρετανούς, να παίξουν σαν πρώτο όνομα σε περιοδεία τους στην Αγγλία και να ανοίξουν στη συνέχεια τη συναυλία των Kiss στις ευρωπαϊκές τους εμφανίσεις, ενώ παίζουν και ως support group για τους Judas Priest. Παρ’ όλα αυτά λίγους μήνες αργότερα, εμφανίζεται μια ψιλογκρίνια στο συγκρότημα, που αφορά την παραγωγή του δίσκου. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Harris, οι κιθάρες δεν έβγαζαν αρκετά δυνατό ήχο και δηλώνει πως δεν υπήρξε ποτέ ευχαριστημένος με την παραγωγή. Μάλιστα ο Di Anno αναφερόμενος στον παραγωγό τους, Will Malone, είχε σχολιάσει πως: «Ακόμη κι ο Beethoven θα τα’ χε καταφέρει καλύτερα αν και κουφός». Όπως και να’ χει για πολλούς οπαδούς τους ο δίσκος αυτός αποτελεί την καλύτερη τους δουλειά, ακόμα κι αν στο μυαλό του ηγέτη τους δεν ήταν ποτέ.
Το σίγουρο όμως είναι πως πρόκειται για ένα κλασσικό και καινοτόμο ντεμπούτο, τρομερά συμπαγές και με φοβερή ροή, που κατέστησε τους Iron Maiden βασικούς συντελεστές του NWHOBH. Δεν είναι τυχαίο που σημαντικά ονόματα του metal αργότερα διασκεύασαν κομμάτια του, όπως οι Metallica, Anthrax, Opeth, Iced Earth και Trivium. Κι όλα αυτά 43 χρόνια πριν!
Τότε που το heavy metal βρήκε τους κύριους εκφραστές του!