Σαν σήμερα 3 Σεπτεμβρίου… (Άλμπουμ ορόσημα για IRON MAIDEN – JUDAS PRIEST – OVERKILL!)

 

 

 

ALBUM ANNIVERSARY

 

 

 

 

Ένας κορυφαίος δίσκος από μια κορυφαία μπάντα, κλείνει σήμερα 28 χρόνια ζωής. Πέμπτο άλμπουμ, πέντε αστέρων, από πέντε εξέχουσες μορφές του χώρου και ο λόγος για το αλησμόνητο Powerslave. Οι Iron Maiden έχουν ξεκινήσει πέντε σχεδόν χρόνια νωρίτερα το ταξίδι τους προς την κορυφή και εδώ πλέον την κατακτούν, την κάνουν κτήμα τους συνεχίζοντας από εκεί τη μεγαλειώδη τους πορεία. Έχει προηγηθεί ένα εκπληκτικό “Piece of Mind” και το ερώτημα όλων είναι πως θα μπορούσαν να εξελίξουν τον ήχο τους κάνοντας κάτι ανώτερο. Οι Βρετανοί, σοφά σκεπτόμενοι, απλά κράτησαν τα καλύτερα στοιχεία της τελευταίας τους δουλειάς, συμπεριέλαβαν το επιθετικό στυλ του “Number of the beast”, τονίζοντάς το ακόμη περισσότερο, έβαλαν όλη τους την τεχνική και προσθέτοντας την ενέργεια και τη δύναμη ενός live δίσκου, έφτιαξαν αυτό τον διαχρονικής αξίας πολύτιμο λίθο. Η θεματολογία του “Powerslave” είναι εμπνευσμένη από την Αρχαία Αίγυπτο, όπως απεικονίζεται και στο εντυπωσιακό του εξώφυλλο, με θεματικό πυρήνα το ομώνυμο κομμάτι του άλμπουμ. Με κομμάτια μεγαθήρια, όπως το ομώνυμο, το Aces High ή το Two minutes to midnight οι πρωτοπόροι της heavy metal δίνουν απλά τα διαπιστευτήρια τους και κάνουν εμφανές πως η συνθετική τους ικανότητα και η δημιουργικότητα τους βρίσκεται στο ζενίθ, αγγίζοντας την τελειότητα. Το επικό δε δημιούργημα του ιθύνοντα νου των Maiden, Steve Harris, The rime of the ancient mariner, διάρκειας μεγαλύτερης των δεκατριών λεπτών είναι μια περίτρανη απόδειξη του χαρακτηρισμού «μουσική ιδιοφυία» που του αποδίδεται. Ο Martin Birch στην παραγωγή συμβάλλει τα μέγιστα στην ευκρίνεια του ήχου και την καθαρότητα της απόδοσης των οργάνων, ειδικά των τυμπάνων στα οποία ο McBrain μεγαλουργεί, παίζοντας με απίστευτη τεχνικότητα και ακρίβεια. Το “World Slavery Tour” που ακολούθησε αποτελεί την μεγαλύτερη περιοδεία της μπάντας με 193 εμφανίσεις μέσα σε 331 ημέρες και βοήθησε αν μη τι άλλο στη γιγάντωση του ονόματός τους. 

 

 

 

Σαν σήμερα, πριν από 22 χρόνια ο metal χώρος δέχεται ένα ευχάριστο ισχυρό σοκ. Βρισκόμαστε στο 1990, εκεί που όλοι παρακολουθούν την ασταμάτητη βουτιά της metal, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις να ανατρέπουν τον κανόνα, όταν οι Judas Priest επιστρέφουν στα δισκογραφικά δρώμενα με ένα επικό Painkiller προκαλώντας αλλεπάλληλα κύματα ενθουσιασμού και φτάνοντας στο απόγειο της καριέρας τους. Το δυνατό συνθετικό τρίο των Halford – Downing – Tipton ενισχύεται ιδιαίτερα από την έλευση του Scott Travis που έρχεται να αντικαταστήσει των επί χρόνια ντράμερ της μπάντας Dave Holland. Το Painkiller σηματοδοτεί την πρώτη συμμετοχή σε άλμπουμ του Travis με το συγκρότημα και την τελευταία του Rob Halford ως το 2003. Η συγκεκριμένη σύνθεση όμως της μπάντας, πιστώνεται το καλύτερο για πολλούς άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ και ένα από τα καλύτερα στην ιστορία της metal. Φρέσκος ήχος αποτελούμενος από ατόφια heavy metal, ίσως ό,τι πιο heavy έχει να επιδείξει η μπάντα στη Halford εποχή, αψεγάδιαστη παραγωγή, κιθάρες που κόβουν την ανάσα, αξεπέραστες συνθέσεις. Οι ταχύτητες που αναπτύσσονται είναι τρομερές και η δύναμη του δίσκου αποτυπώνεται σε κάθε νότα, στις ερμηνείες του Halford στα τύμπανα του Travis, ακόμα και στο χαρακτηριστικό του εξώφυλλο. Ο ήχος είναι εντυπωσιακά καθαρός φτάνοντας ίσως στα υψηλότερα στάνταρ που έχουν πετύχει ποτέ οι Priest. Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία που καθιστούν το άλμπουμ απλά “…Killer”.  Αν κάποιος θέλει να μιλήσει για ένα αμφιλεγόμενο σημείο του δίσκου αυτό θα μπορούσε να είναι μόνο το στιχουργικό κομμάτι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι στίχοι στο σύνολο τους αδύναμοι. Άλλωστε όταν έχεις να κάνεις με τέτοιας ανεκτίμητης αξίας δουλειές, που περιέχουν μελωδίες αυτού του βεληνεκούς, είναι μάλλον υπερβολή ή και κακεντρέχεια να προσπαθήσεις να βρεις ψεγάδια.

 

 

 

Μιλώντας πιο πάνω για κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις στις αρχές της δεκαετίας ’90 που έσωσαν τα προσχήματα στην φθίνουσα πορεία της metal της εποχής, πέφτουμε πάνω σε μία από αυτές. Σεπτέμβρης του 1991 και οι Overkill κυκλοφορούν την πέμπτη  κατά σειρά δουλειά τους που τυγχάνει να είναι και μια από τις καλύτερες της καριέρας τους. Διατηρώντας τον πήχη που έθεσε το “The years of decay” ψηλά , το Horrorscope έχει να επιδείξει κομμάτια καλογραμμένα, ευκολομνημόνευτα με την υπογραφή των μοναδικών και ιδιαίτερων ερμηνειών του Bobby Blitz η φωνή του οποίου είναι στα καλύτερα της. Για πρώτη φορά εδώ εμφανίζεται το κιθαριστικό δίδυμο των Merritt Gan και Rob Cannavino υπεύθυνο για τις κιθαριστικές μελωδίες που ξετυλίγονται άλλοτε σε γρήγορο και άλλοτε σε πιο αργό τέμπο αποκτώντες ανά στιγμές δαιμονισμένες ταχύτητες. Η ποικιλομορφία στη σύνθεση των τραγουδιών κάνουν ακόμα πιο ενδιαφέρον το συγκεκριμένο άλμπουμ. Πρόσθετο δε δυνατό χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι και η μεγάλη εναλλαγή συναισθημάτων που ξεχύνονται καθώς οι νότες ξεπηδούν, κάνοντας περάσματα από το φόβο και τον τρόμο, στην αισιοδοξία, τη μελαγχολία και την οργή. Μπορεί ένα χρόνο νωρίτερα να προκλήθηκε αναστάτωση στους κόλπους της μπάντας από την αποχώρηση του κιθαρίστα και συνθέτη της Bobby Gustafson, το “Horrorscope” όμως, ήρθε να αποδείξει ότι αφενός ουδείς αναντικατάστατος και πως αφετέρου δεν υφίστατο λόγος ανησυχίας από την πλευρά των οπαδών των Overkill για ενδεχόμενη καταστροφή του συγκροτήματος από την εν λόγω απώλεια.

 

 

 

 

A STAR IS BORN

 

 

 

Επέτειος γέννησης σήμερα για τον Steve Jones, κιθαρίστα και ιδρυτικό μέλος των Sex Pistols. Έχοντας περάσει μια αρκετά προβληματική παιδική ηλικία, με τον πατέρα του να τους έχει εγκαταλείψει δύο χρόνια μετά τη γέννηση του και μεγαλώνοντας με την πολύ νεαρή μητέρα και τους παππούδες του, ο βρετανός μουσικός, βρέθηκε ως έφηβος μπλεγμένος σε μικροεγκληματικές δραστηριότητες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να περάσει ένα χρόνο από τη ζωή του σε κέντρο προφυλάκισης, που όπως έχει δηλώσει ο ίδιος πάντως, ήταν πιο ευχάριστα από το σπίτι του. Η μουσική ήταν αυτή που του έδωσε έναν τρόπο να ξεφύγει από την μέχρι τότε ζωή του. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 μαζί με τους Paul Cook και Wally Nightingale ίδρυσαν τους The Strand, μια πρωταρχική μορφή των Sex Pistols, στους κόλπους των οποίων ο Jones ξεκίνησε να μαθαίνει κιθάρα ως αυτοδίδακτος. Το 1975 πλέον, ιδρύονται οι Sex Pistols και οι κιθαριστικές του ικανότητες έχουν φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο που και μετά τη διάλυση της μπάντας, ο Jones αφενός συνεχίζει με την ίδρυση άλλης μπάντας, των The Professionals, αφετέρου μετρά στο ενεργητικό του πληθώρα συνεργασιών με ονόματα όπως οι: Thin Lizzy, Joan Jett, Kraut, Adam Ant, Bob Dylan, Iggy Pop, Andy Taylor, Megadeth. Το 1996 σχημάτισε τους Neurotic Outsiders όπου εκτός από κιθάρα εκτελούσε και ερμηνευτικά καθήκοντα. Πέραν των μουσικών του ικανοτήτων έχει κάνει και εμφανίσεις στην τηλεόραση με την ιδιότητα του ηθοποιού. Από το Φεβρουάριο του 2004 και για σχεδόν πέντε χρόνια διατηρούσε και καθημερινή ραδιοφωνική εκπομπή σε σταθμό του Los Angeles.

 

 

62 ετών γίνεται σήμερα ο μπασίστας και συνθέτης των της αμερικάνικης μπάντας King’s X, Doug Pinnick. Με καταγωγή από το Illinois, προέρχεται από μια ιδιαίτερα μεγάλη και μπλεγμένη οικογένεια που απαρτίζεται από δεκαπέντε παιδιά από οκτώ πατεράδες και τρεις μητέρες. Ο δικός του πατέρας έχει οκτώ παιδιά με δύο γυναίκες και η μητέρα του επτά παιδιά με έξι άντρες. Κοινός οικογενειακός παρονομαστής η μεγάλη αγάπη όλων για τη μουσική, με τον ίδιο να δηλώνει ότι λάτρευε τη μουσική από τότε που γεννήθηκε και πως οι δάσκαλοι και καθηγητές του έδειχναν ενδιαφέρον πάντα για το ταλέντο του. Μεγάλωσε με τη γιαγιά του σε αυστηρό περιβάλλον και αναγκαστικά άκουγε μουσική εκτός σπιτιού. Έμαθε στο σχολείο να τραγουδά ξεχωρίζοντας από όλους τους συμμαθητές του. Ξεκίνησε να παίζει μπάσο στα 23 του και δέκα χρόνια αργότερα αγόρασε κιθάρα. Στα πρώτα γκρουπ που συμμετείχε εκτελούσε μονάχα φωνητικά καθήκοντα. Το 1979 γνωρίζεται με τον τραγουδιστή Greg X. Volz και μετά και τη γνωριμία του με τον κιθαρίστα Ty Tabor σχηματίζουν τους The Edge. Αλλάζοντας το όνομα τους σε Sneak Preview το 1983, κυκλοφορούν ένα ομώνυμο LP για να φτάσουμε στο 1986 και στη δημιουργία των King’s X. Ο Αμερικανός μουσικός έχει στο ενεργητικό του δεκατέσσερα άλμπουμ με την μπάντα, τέσσερεις σόλο δίσκους και πολυάριθμες συμμετοχές σε project και guest εμφανίσεις. 

 

 

 

 

Άλλος ένας μουσικός από το Illinois του Chicago έχει σήμερα την τιμητική του, ο ντράμερ και ιδρυτικό μέλος των Disturbed, Mike Wengren, που κλείνει σήμερα τα 41 του χρόνια. Ξεκίνησε να παίζει τύμπανα στα δέκα του χρόνια και παρακολούθησε μαθήματα για ένα μήνα, πήρε όμως το όλο θέμα σοβαρά πέντε χρόνια αργότερα. Το 1994 υπήρξε μέλος της σύνθεσης των Brawl που αποτέλεσαν τις ρίζες από τις οποίες γεννήθηκαν οι Disturbed, με τους οποίους έχει γευτεί τους καρπούς της τεράστιας επιτυχίας που έχει σημειώσει η μπάντα, συμμετέχοντας και στα πέντε άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα. Ο ήχος και η τεχνική παιξίματός του αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα του συγκροτήματος. Τον Αύγουστο του 2005, προς το τέλος μιας εμφάνισης των Disturbed, ο frontman, David Draiman,  παρέδωσε το μικρόφωνο στον Wengren ο οποίος άρχισε να εξιστορεί το πώς γνώρισε την κοπέλα του. Στη συνέχεια την κάλεσε επί σκηνής κάνοντας της πρόταση γάμου. 

 

Για το RockOverdose.gr:  Χαρά Νέτη

Comments