Συντάκτης: Άγγελος Χατζηγιάννης
Η σπουδαιότερη ελληνική power metal μπάντα επιστρέφει, με μία ακόμα κορυφή στην εντυπωσιακή δισκογραφία της.
Όταν ένας φίλος της metal από το εξωτερικό κάνει την έρευνά του για τις πιο γνωστές ελληνικές μπάντες, η αναζήτησή του θα βγάζει σχεδόν πάντα τρία ονόματα: Rotting Christ, SepticFlesh και Firewind. Και τα τρία συγκροτήματα αποτελούν διαφήμιση της χώρας μας στις metal κοινότητες, έκαστο στο είδος του, ενώ συγκεκριμένα οι Firewind είναι ένα συγκρότημα, που καθόρισε τις μουσικές επιλογές μου όσο λίγα άλλα.
Φτάνοντας αισίως στο δέκατο άλμπουμ στην πληθωρική του δισκογραφία, το πνευματικό παιδί του αγαπημένου μας Gus G συνεχίζει τις υψηλές πτήσεις στα μεγάλα σαλόνια του σκληρού ήχου, δίχως κανένα σημάδι προσγείωσης. Το “Stand United” διαδέχεται το προ τετραετίας ομότιτλο άλμπουμ των Ελλήνων power metallers και για ακόμα μία φορά καταφέρνει να ακούγεται φρέσκο και πιο βελτιωμένο σε σύγκριση με τον προκάτοχό του.
Το εισαγωγικό riff του “Salvation Day” μου θύμισε πόσο πολύ μου είχε λείψει η μουσική των Firewind, με τους οποίους είχα χάσει επαφή μετά την αποχώρηση του Apollo Παπαθανασίου στο μακρινό πλέον 2013. Μια πρώτη ακρόαση του δίσκου μου ξεκαθάρισε πως εκείνες οι «εφηβικές» ημέρες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, καθώς το συγκρότημα έχει μεγαλώσει τρομακτικά σαν brand name από τότε, αλλά ταυτόχρονα έχει μεταβεί σε μία πιο heavy πραγματικότητα που ταιριάζει με την ωριμότητα αυτή.
Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να πούμε για τον Gus G που δεν έχουν ειπωθεί ήδη: ο guitar hero από τη Θεσσαλονίκη έχει αποκτήσει τεράστια εμπειρία μέσα στα χρόνια, από τις περιοδείες του με τον Ozzy Osbourne και τη διόλου ευκαταφρόνητη solo καριέρα του, μέχρι τις αμέτρητες συνεργασίες του με μεγάλα ονόματα της metal σκηνής όπως οι Kamelot, οι Pagan’s Mind και οι Tiamat. Στο “Stand United” λοιπόν τον συναντάμε για άλλη μια φορά σε τρομερή φόρμα, με τις «πολύχρωμες» κιθάρες και τα εντυπωσιακά του solo να οδηγούν το κάθε κομμάτι στον δίσκο.
Οι Πέτρος Χριστοδουλίδης και Jo Nunez σε μπάσο και τύμπανα αντίστοιχα είναι ξανά άξιοι συμπαραστάτες του Gus, ο πρώτος με τα διαπεραστικά basslines του και ο δεύτερος με το ιλιγγιώδες drumming του, αφήνοντας κι αυτοί το ανεξίτηλο στίγμα τους σε άλλον έναν δίσκο των Firewind. Το πραγματικό highlight στα μάτια μου ωστόσο έρχεται στο πρόσωπο του τέταρτου μέλους της μπάντας.
Το έχω πει πολλές φορές στο παρελθόν και θα το γράψω και εδώ: η επιλογή του Herbie Langhans στο μικρόφωνο των Firewind ως αντικαταστάτη του Henning Basse ήταν -χρησιμοποιώντας αθλητικούς όρους- η μεταγραφή από το πάνω ράφι που χρειαζόταν η μπάντα για να ανέβει επίπεδο και να μεγαλώσει τη μετοχή της. Ο Langhans είναι ένας φανταστικός ερμηνευτής, η φωνή του είναι δουλεμένη και ώριμη, και η μετάβαση του ήχου της μπάντας σε πιο heavy μονοπάτια «κουμπώνει» ιδανικά στη φωνή του, εκτοξεύοντας τις συνθέσεις σε ποιότητα.
Η riffάρα του “Destiny Is Calling” -που μας θυμίζει το “Head Up High” του μακρινού “Premonition”-, το εθιστικό “Fallen Angel” και η διασκεδαστική διασκευή του “Talking In Your Sleep” των Romantics είναι μόνο μερικά από τα highlights σε αυτόν τον συμπαγή δίσκο, καθώς κάθε κομμάτι έχει κάτι να προσφέρει στο γενικό σύνολο.
Η δισκογραφική επιστροφή των Firewind είναι γεγονός και μάλιστα ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της φετινής χρονιάς. Η παρέα του Gus G. συνεχίζει την ξέφρενη πορεία της με έναν δίσκο – σημείο αναφοράς στην ύστερη περίοδο της ωριμότητας που διανύει, διατηρώντας αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που μετέτρεψαν ένα πάλαι πότε ταπεινό showcase project σε ένα αδιαφιλονίκητο brand name με παγκόσμια αναγνώριση.
Βαθμολογία: 84/100
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Χατζηγιάννης