Ανταπόκριση: BLIND GUARDIAN @ Principal Club Theater, Θεσσαλονίκη (08/10/2023)


Κυριακή, εκλογές και 3η στη σειρά εμφάνιση των Γερμανών Blind Guardian στην πόλη μας, η οποία  λίγες εβδομάδες πριν είχε βγει sold out. Η Αθήνα πήρε δεύτερη ημερομηνία, και ώρες πριν την άφιξη στην συμπρωτεύουσα, έγινε γνωστό ότι θα υπάρξει και Τρίτη εμφάνιση στην Αθήνα,  τέταρτη συνολικά στη μέση της νέας εβδομάδας. Δεδομένου του πόσοι Θεσσαλονικείς έμειναν εκτός, ίσως η απόφαση για την πολυπόθητη αυτή τρίτη ημερομηνία να μην ήταν και η πιο σωστή, κάτι που πολλοί έσπευσαν, και δικαίως, να σχολιάσουν. Αλλά όσοι ήταν στο Principal την Κυριακή, τουλάχιστον έμειναν μόνο με χαμόγελα.

Ο κόσμος είχε γεμίσει το χώρο από νωρίς, κάνοντάς μέχρι και το πάρκινγκ στον σχετικά έρημο περίγυρο του Μύλου κυριολεκτικά άθλο να επιτευχθεί και περίμεναν στο κατάμεστο Principal να δουν το συγκρότημα, κάποιοι ξανά, κάποιοι πρώτη φορά, από κοντά.


 


 

Στις 21:30 ακριβώς έγινε με τα “Imaginations From The Other Side”, “Blood Of The Elves” και “Nightfall”, ανάμεσα στα οποία υπήρξαν κενά για επικοινωνία μεταξύ μπαντας και κοινού. Από τις λίγες φορές που έχω δει συγκρότημα να φαίνεται πραγματικά συκγινημένο από την τόσο ένθερμη υποδοχή. Ο ενθουσιασμός και η σύνδεση μεταξύ των θαυμαστών και της μπάντας ήταν πραγματικά ασυναγώνιστες. Συνέχισαν το εντυπωσιακό σετ με τα “The Script For My Requiem”, “Violent Shadows” και "Skalds and Shadows", από τα οποία το κοινό δεν έχασε ούτε λέξη, ενώ αντίστοιχη εικόνα υπήρξε και στα “Time Stands Still” και “Deliver Us From Evil”.

 



 

Κάπου εκεί ήταν και η ώρα για το “Bard Song”, το οποίο τραγουδήθηκε σχεδόν αποκλειστικά από τους παρευρισκόμενους, λέξη προς λέξη, χωρίς να παραλειφθεί συλλαβή ή νότα –πραγματικά εξαιρετικά συγκινητικό, ενώ αντίστοιχη ήταν και η εξέλιξη στα “Majesty” και “Traveler in Time”, λίγο πριν μας αποχαιρετήσουν προσωρινά και επιστρέψουν για ένα χορταστικό encore. Παρατάχθηκαν στη σκηνή υπό τους ήχους του “Sacred Worlds” και ακολούθησε η προσθήκη του “Lord of The Rings” στο setlist, πριν κουνηθεί όλο το Principal στα “Valhalla” και “Mirror Mirror”. Οριστικό κλείσιμο με το “Barbara Ann” και με ένα κατάμεστο Club να υποκλίνεται στην αυθεντία των Blind Guardian.

 

Kάποια αρνητικά παραμένουν ο ήχος, καθώς μπροστά ήταν όλα πολύ έντονα ενώ πίσω καταλήξαμε να μην ακούμε πολύ καθαρά τα φωνητικά -και όχι, δεν ήταν εξ αιτίας του συνεχόμενου τραγουδιού από τους παρευρισκομενους. Μεγάλο μείον επίσης ήταν και ο ελλιπής εξαερισμός και κλιματισμός, καθώς το μπροστινό μέρος έβραζε και στο πίσω υπήρχαν ελάχιστες οάσεις δροσιάς, πριν τον εξώστη, κανοντας για πολλούς ασφυκτική την ατμόσφαιρα. Δεν υπήρξε υποψία για παραπάνω εισιτήρια από ότι θα έπρεπε, απλά δε φάνηκε να υπήρξε και η κατάλληλη αντιμετώπιση για αυτό το sold out μετά από πολύ καιρό στο χώρο.

 


 


Αλλά το καλό είναι ότι όταν μένουμε με τέτοια χαμόγελα μετά από μια τέτοια εμφάνιση, τα άσχημα σιγά σιγά εξαφανίζονται. Οι Blind Guardian έπαιξαν σχεδόν 2 ώρες, με αρκετές στιγμές που ο Hansi Kürsch στράφηκε στο κοινό να εκφράσει ο ίδιος, από μεριάς του συγκροτήματος, το θαυμασμό του και την ευγνωμοσύνη του αλλά και να εισάγει τα επόμενα κομμάτια λέγοντας μικρές ιστορίες. Πήραμε και το gold star, αφού μας είπε ότι είναι σύνηθες η τρίτη συναυλία στη σειρά να είναι και η καλύτερη, αφού η πρώτη είναι για ζέσταμα, η δεύτερη για διόρθωση τυχόντων λαθών της πρώτης και άρα η τρίτη η πιο ξεκούραστη και πιο αποδοτική.

 

 

Δεν είναι πολλές οι μπάντες στις διάφορες metal υποκατηγορίες που στέκονται επάνω στη σκηνή για τέτοια διάρκεια, ασχέτως εμπειρίας και ιστορίας. Ξέρουμε πώς δεν το βλέπουν πολλοί έτσι. Ήταν άρτιοι σε όλα τους και κέρδισαν και τον κάθε δύσπιστο. Παράλληλα, το sold out όχι μόνο απέδειξε τη δίψα για το σχήμα από τη Γερμανία που έπειτα από αρκετές επισκέψεις στην Αθήνα, έπρεπε επιτέλους να προστεθεί και η Θεσσαλονίκη, αλλά ανέδειξε και πώς έχουμε ίσως ελπίδες να δούμε ονόματα τέτοιου βεληνεκούς πιο συχνά στην πόλη. Στο επανιδείν, λοιπόν, θα πω εγώ.

 

 

Για το Rock Overdose,

Κείμενο / Φωτογραφίες: Γεωργία Λαδοπούλου

 


 

Ανταπόκριση #2 του αναγνώστη μας Αποστόλη Πανταζόγλου 

Το ημερολόγιο έγραφε 17 Μαΐου 2015 την τελευταία φορά που οι αγαπημένοι του ελληνικού κοινού, Blind Guardian ισοπέδωναν τη Θεσσαλονίκη. 8 χρόνια ήταν πάρα πολλά. Και ίσως να ήταν και περισσότερα καθώς κατά τη διάρκεια της συναυλίας ο Hansi Kursch μας είπε ότι έγιναν πολλές διαπραγματεύσεις με τους διοργανωτές για να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη συναυλία. Και ευτυχώς έγινε.

Περιοδεία λοιπόν για την προώθηση του νέου δίσκου “The God Machine” που κυκλοφόρησε το 2022. Βέβαια με μόλις τρία κομμάτια που έπαιξαν από το δίσκο δεν την λες και ακριβώς προώθηση αλλά δε νομίζω να χάλασε και κανέναν. Προσωπικά πάντως δε με χάλασε καθόλου. Περισσότερος χώρος για παλαιότερα κομμάτια. Και ακούσαμε αρκετά.

 

 


Πάνω κάτω ξέραμε τι να περιμένουμε καθώς είχαν προηγηθεί και οι 2 sold out συναυλίες στην Αθήνα τις 2 προηγούμενες ημέρες. Ειδικά η δεύτερη, σύμφωνα με όσους ήταν εκεί, ήταν πολύ δυνατή. Όσο όμως και αν ξέρεις τι θα ακούσεις είτε μιλώντας με άτομα που έχουν πάει, είτε από άλλες φορές που τους έχεις δει, όταν οι Γερμανοί ανεβαίνουν στο σανίδι, για μένα είναι σαν να είναι η πρώτη φορά. Και ειδικά όταν πρώτο κομμάτι είναι το αγαπημένο “Imaginations From The Other Side”. Καλησπέρα και 1-0 από τα αποδυτήρια. Από κάτω χαμός όπως ήταν αναμενόμενο. Μετά τον αρχικό ενθουσιασμό όμως κάπου παραξενεύτηκα λίγο με τον ήχο. Σαν να μου ακουγόταν πιο χαμηλά απ’ ότι έπρεπε ο Hansi. Και αυτό έγινε ακόμα πιο εμφανές όταν πριν ξεκινήσει το επόμενο τραγούδι, το “Blood Of The Elves” όσο ο τραγουδιστής μιλούσε με τον κόσμο, δυσκολευόμουν να καταλάβω τι έλεγε γιατί δεν ακουγόταν δυνατά. Ίσως να έφταιγε και το σημείο που καθόμουν αλλά λόγω του sold out και της πολύ καλής οπτικής που είχα από εκεί που ήμουν δεν ήθελα να κάνω πειράματα και να ψάχνω αν κάπου ακούγεται καλύτερα. Άλλωστε συνήθως τέτοια πράγματα δεν τα αφήνω να με επηρεάσουν.


 

Ταξίδι στο θαυμαστό κόσμο του Tolkien με το “Nightfall” και το κοινό, να μην αφήνει στίχο που να μην τον τραγουδάει. Το ίδιο φυσικά και στο επόμενο κομμάτι “The Script For My Requiem”. Εδώ κάπου να πω ότι τα τελευταία χρόνια ο Hansi μας έχει συνηθίζει φωνητικά να κινείται πολύ έξυπνα, φέρνοντας τα τραγούδια εκεί που θέλει και να αποφεύγει τις ψηλές νότες. Αυτή τη φορά όμως δεν φοβήθηκε και σε αρκετά σημεία έφτασε (σχεδόν) τις νότες από τις studio εκτελέσεις των τραγουδιών. Συνέχεια με το “Violent Shadows”, δεύτερο κομμάτι του περσινού δίσκου, κατά τη διάρκεια του οποίου είδα, πολλούς – ειδικά νεότερης ηλικίας – να τα δίνουν όλα και να μη σταματάνε το τραγούδι. Πράγμα αν μη τι άλλο πολύ ευχάριστο. Κάπου εκεί είχε φτάσει η ώρα και για το πρώτο ακουστικό κομμάτι της βραδιάς, “Skalds And Shadows” με τον κόσμο να παίρνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο όπως ήταν αναμενόμενο. Η αλήθεια είναι ότι στα περισσότερα τραγούδια, όπως και στο “Time Stands Still (At The Iron Hill)” που ακολούθησε, ο κόσμος δε σταματούσε να τραγουδάει. “Deliver Us From Evil”, τρίτο και τελευταίο κομμάτι του “The God Machine” για τη βραδιά.

 

Από εκεί και πέρα όλα τα κομμάτια ένα και ένα. Τι να πει κανείς για το “The Bard’s Song – In The Forest”; Όποιος δε το έχει ζήσει σε συναυλία δε νομίζω να μπορεί να καταλάβει το πόσο ωραία και όμορφη στιγμή είναι. Μουσική από λούνα παρκ για τη συνέχεια και “Majesty”. Δυστυχώς ένα μικρό ατύχημα στην παρέα δεν μου επέτρεψε να το απολαύσω όσο ήθελα (συγνώμη Αμάντα!!!) αλλά όταν ακούγονται τέτοια oldschool κομμάτια είναι η στιγμή που λες, το μαγαζί πάει για ανακαίνιση. Ειδικά όταν επόμενο κομμάτι είναι το “Traveler In Time”.

 

Καθιερωμένο “διάλειμμα”, και μετά από λίγο η μπάντα επιστρέφει για το encore με το “Sacred Worlds” ένα άκρως επικό κομμάτι, το οποίο live είναι απλά εκπληκτικό. Επιστροφή στη Μέση-Γη με το “Lord Of The Rings” με τον κόσμο να δίνει φυσικά ακόμα ένα ρεσιτάλ.

Για να φτάσουμε στο τέλος της βραδιάς με τα κομμάτια που όλοι περίμεναν. “Valhalla”, “Mirror Mirror” και headbanging δίχως αύριο. Όπως ακριβώς έπρεπε δηλαδή.

Κλείσιμο με λίγο rock ‘n’ roll με τη διασκευή “Barbara Ann” και παντού χαμόγελα.

Για ακόμα μία φορά οι Γερμανοί απέδειξαν πόσο μεγάλη μπάντα είναι και πόσο δυνατή είναι η σχέση τους με το ελληνικό κοινό. Ας ελπίσουμε να μη χρειαστεί να περάσουν πάλι 8 χρόνια για να τους ξαναδούμε στα μέρη μας.

 

Για το Rockoverdose.gr

Απόστολος “Astaldo” Πανταζόγλου

 

 

Comments