Ημερομηνία δημοσίευσης: 6 Μαρτίου 2019
Πολυαναμενόμενη η επιστροφή των φινλανδών extreme metallers Children Of Bodom στις 8 Μαρτίου, μετά από δισκογραφική απουσία τριών χρόνων και κάτι. Αυτή τη φορά, οι COB έρχονται δυναμικά με το 10ο studio album τους, με τον τίτλο “Hexed”. Δε θα πω ψέματα, οι COB είναι η μεγάλη μου αδυναμία, τους ακολουθώ τα τελευταία 15 χρόνια από εποχές “Hate Crew Deathroll”, και η αλήθεια είναι ότι έχω ενθουσιαστεί αλλά και έχω απογοητευτεί μέσα στο χρόνο. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, γνωρίζω ότι οι περισσότεροι οπαδοί του συγκεκριμένου συγκροτήματος «χωρίζονται» σε δυο κατηγορίες, την μετά και πριν 2003 καριέρα τους. Από το ντεμπούτο “Something Wild” και τα διαμαντένια “Hatebreeder” και “Follow The Reaper”, οι Children Of Bodom κατάφεραν κάτι που εκείνη την εποχή ίσως καμία άλλη μπάντα δεν είχε καταφέρει. Να «παντρέψουν» νεοκλασσικές μελωδίες και death metal με μοναδικό τρόπο. Το “Hate Crew Deathroll” (2003) ήταν ο δίσκος που γεφύρωσε τον νεοκλασσικό τους ήχο με πιο μοντέρνα στοιχεία, ενώ από το 2005 και μετά (“Αre You Dead Yet?”) οι Children Of Bodom έφυγαν σχεδόν ολοκληρωτικά από τις παλιές τους συνήθειες και απευθύνθηκαν σε ένα πιο ευρύ και «αμερικάνικο» κοινό, με πιο mainstream και easy-listening συνθέσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον δίσκο του 2011 “Relentless Reckless Forever”.
Έκτοτε, πληθώρα οπαδών και όχι μόνο αδημονούσε για μια επιστροφή στον «παλιό» τους ήχο, με το ίδιο το συγκρότημα να μη φαίνεται να τους ενδιαφέρει και πολύ. Τέτοιου τύπου οπαδοί χάρηκαν ιδιαίτερα με το “Halo Of Blood” (2013), ενώ ήταν σε φάση meh με το τελευταίο δίσκο, “I Worship Chaos”(2015). Ο λόγος της μεγάλης μου αυτής εισαγωγής είναι ακριβώς αυτός.
Πιστέψτε με όταν σας λέω, επειδή κατά βάση και εγώ σε αυτή την κατηγορία ανήκω, ότι το “Hexed” είναι ο δίσκος που θα σας ταξιδέψει πίσω, και πρέπει οπωσδήποτε να ακούσετε, for old times’ sake. Για τους νεότερους οπαδούς, θεωρώ δεδομένη την ικανοποίηση. Πρόκειται για έναν overall πολύ καλό δίσκο, με χαρακτηριστικές Bodom-ικές συνθέσεις για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Ο Alexi Laiho, πάνω που φαινόταν να έχει στερέψει από ιδέες, θυμίζει τον παλιο καλό του εαυτό, ενώ σε συνδυασμό με τον Janne Wirman και τα πλήκτρα του, απολαμβάνουμε εκπληκτικές «μονομαχίες» μετά από πολύ καιρό. Δεν μπορώ να κρύψω τον ενθουσιασμό μου ακούγοντας κομμάτια όπως το ομώνυμο “Hexed”, ή το ατμοσφαιρικό και σκοτεινό “Kick in Τhe Spleen”, με black metal blastbeats και riff-άρες βγαλμένες από “Hatebreeder”! Από την άλλη, ο Daniel Freyberg, ο καινούριος κιθαρίστας του συγκροτήματος φαίνεται επίσης να έφερε μια νέα δυναμική και αέρα ανανέωσης στους Φινλανδούς, κρίνοντας από την άψογη συνεργασία και το εναρμονισμένο αποτέλεσμα με τον Laiho στις lead κιθάρες. Το “Hexed” είναι από αυτές τις περιπτώσεις που τα singles είναι πραγματικά το λιγότερο που έχει να προσφέρει ο δίσκος. Συγκεκριμένα, το “Under The Grass and Clover” που κυκλοφόρησε πρώτο είναι ίσως το πιο generic κομμάτι του δίσκου, ένω το “This Road” που είναι και το opening track έχει τις καλές του στιγμές. Όμως, για να φτάσεις στο ζουμί πρέπει να προχωρήσεις. Το “Platitudes And Barren Words” από την άλλη ενώ ξεκινά πολύ δυνατά, δίνει την αίσθηση ότι δεν εξελίσσεται στους ίδιους τόνους. Ευχάριστη έκπληξη και κάτι που οι φανατικοί περιμέναμε καιρό, η επανηχογράφηση του “Knuckleduster”, ένα ξεχασμένο track από το dvd-single του 2005 “Trashed, Lost & Strungout”. Στα κορυφαία του δίσκου και το “Glass Houses” με πολύ “Bodom After Midnight” vibes, riffs και πλήκτρα σε έκσταση!! Πιο τεχνικές στιγμές του δίσκου τα “Relapse(The Nature Of My Crime)” , “Say Never Look Back” και “Hecate’s Nightmare” με έμφαση στο τελευταίο, εμπνευσμένο φυσικά από την Εκάτη, αρχαιοελληνική θεότητα της μαγείας και νεκρομαντείας. Extra thumbs up γι αυτό, γιατί εδώ που τα λέμε, ο Laiho δεν το είχε και ποτέ ιδιαιτέρως με το στιχουργικό κομμάτι.
Σε γενικές γραμμές, το “Hexed” θα κάνει τους οπαδούς του «παλιού» ήχου των Bodom να ξαναγουστάρουν, και τους καινούριους να καταλάβουν το γιατί. ΕΥΤΥΧΩΣ, είναι ένας δίσκος κλάσεις ανώτερος από τον τελευταίο “I Worship Chaos”, και προσωπικά, αν και δεν μου αρέσουν οι συγκρίσεις, για τα μάτια του κόσμου, τολμώ να πω ότι για μένα τοποθετείται κάπου ανάμεσα σε “Hate Crew Deathroll” meets “Halo Of Blood”, με ταυτόχρονα πολλά τόσο μοντέρνα, αλλά και πιο old-school, νεοκλασσικά στοιχεία να δίνουν το παρόν. Αν μη τι άλλο, προκειται για ένα δυναμικό come back, και ίσως τον καλύτερο δίσκο των Children Of Bodom από το 2003 και μετά. Έχουμε ακόμα να δούμε και να ακούσουμε πολλά από αυτή τη μπάντα!
Βαθμολογία: 90/100
Για το Rockoverdose.gr
Σοφία Ντούσκα