Συντάκτης: Δάφνη Γεωργαδάκη
Με μεγάλη μου χαρά βρέθηκα στα Zero Gravity Studios την Κυριακή 3 Απριλίου, όπου είχα την ευκαιρία να συμμετέχω στην προακρόαση του νέου δίσκου των Disharmony, “Gods Made Of Flesh”, αλλά και την όμορφη συζήτηση που ακολούθησε με τη μπάντα και συναδέλφους συντάκτες. Ως νέα fan της μπάντας, που δεν είχε ιδιαίτερη επαφή με το υλικό τους μέχρι πρόσφατα, έχω να πω ότι το 2022 είναι μια πολύ καλή χρονιά για να τους ακολουθήσεις. Όχι γιατί πρέπει να στηρίζουμε την ελληνική σκηνή, αλλά γιατί έχουν φτιάξει έναν από τους ωραιότερους δίσκους που θα ακούσεις για φέτος.
Και εξηγώ: Όταν χάσαμε τον Warrel Dane (R.I.P.), χάσαμε μαζί του και κάθε πιθανότητα να ξαναδούμε δουλειά των Nevermore, κάτι που προσωπικά με χάλασε περισσότερο από όσο θέλω να παραδεχτώ. Ως die hard fan των Nevermore, Sanctuary και της solo δουλειάς του Dane, είμαι παραπάνω από ανοιχτή σε νέα ακούσματα που μπορεί έστω λίγο να μου θυμίσουν κάτι τέτοιο.
Κάπου εδώ έρχεται το “Gods Made Of Flesh”, ένας δίσκος που παντρεύει αρμονικά progressive, thrash και heavy στοιχεία και μέσα σε 57 λεπτά λέει μια ιστορία για τη σκλαβιά του ανθρώπου και τις διαφορετικές μορφές που λαμβάνει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Και επειδή λατρεύω τα concept albums - επειδή νιώθω σαν να μου διηγούνται ένα παραμύθι με γαμάτη μουσική υπόκρουση ("Scenes From A Memory", κοιτάζω εσένα) - έχω ήδη ψηθεί για αυτό που πρόκειται να ακούσω, πριν καν ο μάστορας πατήσει το Play.
Και πατάει το Play! Το “The Cynic And The Beggar” επιτίθεται χωρίς έλεος κι εγώ νιώθω σαν να γύρισα σπίτι. Η αγάπη των Disharmony για τους Nevermore είναι ξεκάθαρη, όπως και οι επιρροές τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν δικό τους χαρακτήρα. Ωραίες εναλλαγές, ξεσηκωτικός ρυθμός, catchy ρεφρέν και kudos στα τύμπαντα για τη δύναμη που προσδίδουν στο κομμάτι! Ένα ξεκίνημα γεμάτο ενέργεια, που μόνο θετικά μπορεί να σε προδιαθέσει.
Σε πιο thrash ύφος συνεχίζει το “Nogard”, με περισσότερη ταχύτητα, αλλά διατηρώντας και τη μελωδικότητά του (ένα κομμάτι του εαυτού μου τραγουδάει από μέσα του το “Born”. Ωραίες στιγμές). Τα “Cruel And Bitter” και “The Cry Of The Gods” δίνουν μια εξαιρετική ευκαιρία για headbanging! Αλλά μην το σκέφτεσαι, θα σου έρθει από μόνο του. Και σαν bonus, τα ρεφρέν τους είναι πολύ φιλικά προς sing-along, μια φορά θα τα ακούσεις στο live και μετά θα θυμάσαι τους στίχους για να τραγουδάς κι εσύ μαζί. Παραδέχομαι ότι το κλείσιμο του “Cruel And Bitter” κάπως σε στοιχειώνει, έτσι όπως σταματά η μουσική και αντηχεί ο στίχος “The less you feel”. Σου σηκώνεται η τρίχα ρε παιδί μου.
Αυτό που μπορεί να σου τραβήξει την προσοχή στο “The Cry Of The Gods”, αν σταματήσεις κάπου το headbanging, είναι η ακουστική κιθάρα, που ίσως σου φέρει μια ανάμνηση από Opeth, ειδικά στο “Deliverance”. Αλλά σε αυτό το στοιχείο θα εμβαθύνουμε αργότερα.
Ακολουθεί το σύντομο “Dreamers Lost”, ένα πέρασμα προς το “Of Flesh”, που είναι και το δεύτερο πιο μακροσκελές κομμάτι του δίσκου. Μέσα σε 7μιση λεπτά, έχει άπλετο χώρο για εναλλαγές, για καταιγιστικά solo και ακουστικές κιθάρες, για spoken φωνητικά (που σαφώς θα σου θυμίσουν Dane - με την πολύ καλή έννοια). Και ίσως εδώ έχουμε τους αγαπημένους μου στίχους σε όλο το δίσκο. Το “Of Flesh” είναι ένα ταξίδι απαισιοδοξίας, που ξεκινά με κάποια από τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά ερωτήματα (“Τι νόημα έχει το σωστό και το λάθος”) και καταλήγει - πιστό στη θεματική του δίσκου - στη ματαιότητα όλων και την αξιολύπητη κατάληξη του ανθρώπου. Εγώ πάντως το ένιωσα να μου μιλάει στην ψυχή.
Το “Trigger Of Pleasure” ακολουθεί, με τον σαφώς επιθετικό τόνο που επιτάσσει το thrash ύφος του και με μια οργή που ξεχύνεται στους στίχους και τη μουσική. Κι έπειτα το “Desertion”, ένα κομμάτι που φέρνει πίσω αυτό το Opeth στοιχείο που είχε δειλά δειλά εκδηλωθεί πρώτα στο “The Cry Of The Gods”, αλλά κρατάει δυνατά και το thrash στοιχείο του “Trigger Of Pleasure”. Και κάπως καταφέρνουν να συνδυάζονται αρμονικά!
Άλλο ένα σύντομο interlude ακολουθεί. Το “Shores Of Our Destiny” είναι πραγματικά απόκοσμο, ο ήχος των κυμάτων της θάλασσας κυριαρχεί και “πνίγει” τις φωνές των ανθρώπων που χάνονται στη θάλασσα. Φυσική συνέχειά του είναι το “Under The Waves”, η τραγική ιστορία των προσφύγων που έχασαν τη ζωή τους, “εξαπατημένοι” από την ελπίδα τους να βρουν μια καλύτερη ζωή, μακριά από τον τόπο τους.
Κι αν καταφέρεις να συνέλθεις από την εικόνα που έχει συνθέσει στο μυαλό σου το προηγούμενο κομμάτι (εμένα μου πήρε λίγο χρόνο η αλήθεια είναι), καταφθάνεις στο τελευταίο και πιο μακροσκελές κομμάτι του δίσκου, με τίτλο “L.I.F.E.”. Στο τέλος, όλοι οι άνθρωποι είναι σκλάβοι της ίδιας της θνητής φύσης τους. Όλοι ερχόμαστε σε αυτό τον κόσμο, ζούμε και μετά πεθαίνουμε και δεν υπάρχει μεγαλύτερη σταθερά από αυτή.
Αυτό πραγματεύεται το “L.I.F.E.”, στο οποίο γίνεται και απαγγελία από το έργο του Καζαντζάκη:
“Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο,
Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο,
Το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή.
Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει και η επιστροφή,
Ταυτόχρονα το ξεκίνημα και ο γυρισμός.
Κάθε στιγμή πεθαίνουμε”.
Μας κατέστρεψες μάστορα. Ο δίσκος κλείνει με fade out, έχοντας με επιτυχία καταστρέψει την ψυχολογία σου, αλλά με την καλή έννοια, αν αυτό βγάζει νόημα. Μερικές φορές, η τέχνη έχει την τάση να μας “μιλάει” για σκληρές αλήθειες, τις οποίες δεν θέλουμε να σκεφτόμαστε, γιατί μας πονάνε. Αλλά το κάνει με τέτοιον τρόπο, ώστε νιώθουμε σαν να μας αγκαλιάζει και να απαλύνει τον πόνο μας.
Κάπως έτσι λειτουργεί το “Gods Made Of Flesh”, ένα πόνημα που πρόκειται να κυκλοφορήσει στις 26 Απριλίου και ελπίζω να παρουσιαστεί live σχετικά σύντομα, αν και δεν έχω καμία πληροφορία για κάτι τέτοιο. Αν καθίσεις να προσέξεις τους στίχους, τα κοινωνικά μηνύματα και την ιστορία που έχει να αφηγηθεί, κάπου θα σε πονέσει η ψυχή σου, δεν χωράει αμφιβολία ως προς αυτό. Αλλά αξίζει να περάσεις το ταξίδι αυτό, γιατί είναι αληθινό, είναι καλοφτιαγμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια και στην τελική, θέλει ταλέντο για να μπορέσεις να αγγίξεις την ψυχή του ακροατή με το “καλημέρα σας”, με το πρώτο άκουσμα.
Να πας να το ακούσεις, να ακολουθήσεις τη μπάντα και να τη στηρίξεις, γιατί πραγματικά κυκλοφορούν την καλύτερη - ως τώρα - δουλειά τους και ένα κόσμημα της ελληνικής metal σκηνής.
Βαθμολογία: 90/100
Για το Rock Overdose,
Δάφνη Γεωργαδάκη