Συντάκτης: Γεωργία Λαδοπούλου
Οι Gojira είναι πια από τα ονόματα, που δε χρειάζονται συστάσεις. Όλοι ξέρουμε ποιοι είναι, όπως και τι περιμένουμε από έναν επερχόμενο δίσκο. Πιστοί στο ραντεβού τους κάθε περίπου τέσσερα με πέντε χρόνια θα έρθουν φέτος, εν μέσω πανδημίας για το δίσκο νούμερο επτά, σηματοδοτώντας πλέον δύο δεκαετίες αξιοσημείωτης και αξιοζήλευτης μουσικής πορείας. Παράλληλα, για μία μπάντα που η περιοδεία είναι ζωτικό κομμάτι, το να κυκλοφορήσει δίσκο χωρίς να μπορεί να τον παρουσιάσει live είναι ένα ρίσκο.
Έχοντας αφήσει πίσω τους, οριστικά απ’ ότι φαίνεται, την “ταμπέλα” του death metal, οι Gojira αποδεικνύουν πως οι ταμπέλες δεν είναι για αυτούς. Όταν μάλιστα έχεις καθιερώσει το δικό σου ύφος και riff, ώστε να μην μπορεί κάποιος να ακούσει Fit For Αn Autopsy ή Numenorean χωρίς να πει ότι “αυτό εδώ είναι όλο Gojira”, γενικά δε σε νοιάζουν και πολλά. Εξ ου και το “Fortitude”, που είναι ένα υβρίδιο του “Magma” και του “The Way Οf All Flesh”. Η συνταγή με το “Magma” πέτυχε το 2016, και δικαίως, καθώς τους ανέδειξε ως τους “μεγάλους” του metal, κάνοντας τους πάντες, τουλάχιστον να τους παραδεχθούν.
Εδώ το “Magma” παρουσιάζεται σε κομμάτια σαν το “Another World” -που μας προετοίμασε από το καλοκαίρι ακόμα- όπως και στο bluesy αργόσυρτο καθρέφτισμα του “The Shooting Star”, που ακούει στο όνομα “The Chant”. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και το “The Trails”, όπου ο Joe δοκιμάζει τα καθαρά φωνητικά του σε πλήρη μορφή, σε αντίθεση με προηγούμενα εγχειρήματα στο “Born In Winter” και “Low Lands” που συμπλήρωνε με growls. Το “Amazonia” αποτελεί ίσως μία κατηγορία μόνο του, ως φόρος τιμής στους Sepultura με το δικό τους προσωπικό στυλ, αλλά και για να σημάνει το φιλανθρωπικό έργο τους για τη διάσωση του Αμαζονίου. Επομένως η μία γενική πτυχή του δίσκου είναι αυτή της ήρεμης δύναμης, όπως μας είχε δηλώσει άλλωστε η μπάντα από το 2016, όπου κάποια από τα δεδομένα άλλαξαν και θα τολμήσω να πω προς το καλύτερο, αφού έγινε φανερό πως το συγκρότημα ένιωθε άνετα με την εξέλιξη αυτή.
Παράλληλα, η δεύτερη πτυχή του “Fortitude”, εκτυλίσσεται ήδη από τη δεύτερη αποκάλυψη του δίσκου, η οποία έγινε λίγο καιρό πριν με το “Born For One Thing”. Ακούσαμε και κάτι από το παρελθόν εκεί μέσα, που σε πολλούς κέντρισε το ενδιαφέρον και έδενε πανέμορφα με ό,τι είχαμε ακούσει από το καλοκαίρι. Στην ίδια κατηγορία μπαίνει και το “Into Τhe Storm”, που εισάγει σημεία από το “Oroborus” με ένα πιο μοντέρνο για τα μέτρα των Gojira ρεφρέν, φτιαγμένο για live έμφανίσεις. Εκεί κάπου πατάει και το “Grind”, αντλώντας αύρα και από το “L’enfant Sauvage”, αλλά κάπου στα μισά καλμάρει και παρέχει το κατάλληλο κλείσιμο στο δίσκο. Οι καλύτερες δε στιγμές του “Fortitude”, έρχονται στο “Sphinx” με την χαρακτηριστική εισαγωγή κομμένη και ραμμένη από τους Gojira για τους Gojira, όπως και στα πιο μακροσκελή “Hold On” και “New Found”, που συνδυάζουν με απόλυτη επιτυχία όλα τα παραπάνω.
Το “Fortitude” είναι ένας δίσκος γεμάτος ευχάριστες εκπλήξεις, αλλά και σιγουριά. Μουσικά και στιχουργικά το υλικό που παρουσιάζει και εδώ το συγκρότημα είναι γεμάτο και πολύπλευρο και θα απαιτήσει την προσοχή μας για πολύ καιρό ακόμα, όπως ούτως ή άλλως γίνεται με κάθε έναν από τους δίσκους των Gojira. Δεν πρόκειται για έναν απλό δίσκο, αλλά για μία σημαντική υπενθύμιση ότι το συγκρότημα αυτό είναι από τα πιο συνεκτικά, εμπνευσμένα και δυναμικά ονόματα αυτή τη στιγμή γενικά και όχι απλά στη σκηνή την οποία εκπροσωπούν.
Βαθμολογία: 85/100
Για το Rock Overdose,
Γεωργία Λαδοπούλου