Συντάκτης: Άγγελος Κατσούρας
Τα καμάρια μου επέστρεψαν! Το στολίδι της Βοστώνης (όχι δεν είναι οι Boston Celtics), οι εν ψυχρώ δολοφόνοι της μουσικής ασφάλειας, ο υπερ-παίχτης μιας ολόκληρης γενιάς που συνεχώς ανεβάζει επίπεδο και τον βλέπουν όλοι με τα κιάλια… Νέο –όγδοο παρακαλώ- άλμπουμ Revocation κυρίες και κύριοι και με δεδομένο ότι έρχεται και μετά τη μεγαλύτερη δισκογραφική απουσία τους, με τη συμπλήρωση σχεδόν τεσσάρων ετών μετά το “The Outer Ones”, είναι βασικός λόγος να δούμε συνολικά το 2022 λίγο πιο ευχάριστα. Δεν το λες και γενικά ευχάριστο με όσα συμβαίνουν γύρω μας έτσι; Δυστυχώς για αδιευκρίνιστους ακόμα λόγους, το ελληνικό κοινό σε μεγάλο –ευτυχώς μικρότερο από παλιά- βαθμό, δεν έχει καταλάβει ακόμα για τι μέγεθος κι αξία μπάντας μιλάμε, αλλά θεωρώ ότι πλέον με το “Netherheaven” όπως ονομάζεται ο νέος δίσκος, αυτό θα αλλάξει άρδην προς ακόμα μεγαλύτερη αναγνώριση, πάντα σε ελληνικά δεδομένα διότι οι Revocation έξω σαρώνουν κι αφήνουν πτώματα όπου κι αν παίζουν. Με πρώτο δείγμα του “Netherheaven” να είναι το καταπληκτικό, θαυμάσιο, υπεράνω περιγραφής opener “Diabolical Majesty”, τα σημάδια ήταν θετικότατα υπεράνω προσδοκιών. Μιλάμε για ένα από τα κορυφαία κομμάτια της καριέρας τους και ίσως ένα από τα πέντε (ή μήπως τρία;) καλύτερα, που έχω ακούσει μέσα στο 2022.
Μιλάμε για φονικό καταπέλτη όπου ο David Davidson αποδεικνύει γιατί τον θεωρώ Mustaine της γενιάς του (κι όχι μόνο λόγω κοινού ονόματος). Ο άνθρωπος (αν και αμφισβητείται αν δεν είναι εξωγήινος) παίζει πάλι τα άπαιχτα, πλάϊ του το rhythm section του μπασίστα Brett Bamberger (έκλεισε δεκαετία πλέον στη μπάντα) και του ντράμερ-οδοστρωτήρα Ash Pearson, έχει σπρωχτεί στα όρια και τουλάχιστον παικτικά –το τονίζω, παικτικά- μιλάμε για τον απόλυτο Revocation δίσκο. Το τρίο χαζεύει κόσμο, ριφφάρες/σολάρες/δομές για Όσκαρ από τον αρχηγό και ηγέτη της μπάντας, μπασάρα να συνοδεύει και να δίνει όγκο, ενώ τα τύμπανα είναι τέτοιου επιπέδου, που δε θα μπορούσαν να ακουστούν καλύτερα ακόμα και με οποιοδήποτε πιθανό προγραμματισμό από ρομπότ. Το εξώφυλλο μιλάει από μόνο του και ο υπόγειος παράδεισος των Revocation είναι πρακτικά μια κόλαση ρυθμών, στην οποία ο ακροατής προσπαθεί να βρει αδύνατες εξόδους διαφυγής, όντας για πάντα εγκλωβισμένος σε ένα πανηγύρι απόλυτης μεταλλικής έκφρασης όσο ελάχιστες φορές. Πολλοί δίκην υπερβολής μιλάνε για το συνολικά κορυφαίο άλμπουμ τους, άρα καταλαβαίνετε ότι υπάρχει ήδη ένας Α' αντίκτυπος, ενώ δεν έχει περάσει ακόμα εβδομάδα που κυκλοφόρησε. Πρόσφατα μας χάρισαν και το έτερο βίντεο για το “Nihilistic Violence”, του οποίου το Slayer-ικό ξέσπασμα μετά τη μέση με έστειλε αδιάβαστο.
Παρένθεση εικαστική εδώ, καθώς στο βίντεο του “Diabolical Majesty” o Davidson λανσάρει την κίτρινη custom made Jackson του με κίτρινα Nike παπούτσια και μπλουζάκι Bloodbath παραπομπή στο εξώφυλλο του “Left Hand Path” των Entombed με κίτρινο λογότυπο, ενώ στο αντίστοιχο βίντεο του “Nihilistic Violence” o Davidson λανσάρει την αντίστοιχη κόκκινη Jackson με το βίντεο σε κόκκινο φόντο. Κρίμα που δε φαίνεται αν φοράει τα αντίστοιχα κόκκινα Nike, αλλά ο τύπος πέρα από ΠΑΙΧΤΑΡΑΣ είναι και μέγας image maker. Ο δίσκος προχωράει, οι Revocation μαρσάρουν σε κάθε πιθανό κι απίθανο ρυθμό, ταχύτατα μέρη, εφιαλτικά και βαρύτατα mid-tempo σημεία, περάσματα άνευ φωνητικών με στεγνή/στυγνή επίδειξη δύναμη παιξίματος. Γενικώς ότι έχει αγαπηθεί στο συγκρότημα υπάρχει σε έξτρα μπολιασμένες με αδρεναλίνη δόσεις, ενώ είναι χαρακτηριστικό το γνώρισμα ότι εκεί που ακούς ένα γρήγορο σημείο ας πούμε θα σκάσει αλλαγή σε βαρύ υπόστρωμα, ή μετά από ένα πιο ήσυχο ή μελωδικό πέρασμα, θα μπει ΣΟΛΑΡΑ, που άλλοι δε μπορούν να παίξουν ούτε με τέσσερα χέρια. Θαυμαστό αποτέλεσμα που ειδικά στα κομμάτια 4-7 δηλαδή στη μέση του δίσκου, ακούγονται σαν να ανοίγει η φαρέτρα με τα θανατηφόρα βέλη των Revocation και ειδικότερα στην κιθαριστική δουλειά, τα πιο νοσηρά αργά μέρη όπου σκάει η εκάστοτε ΣΟΛΑΡΑ είναι οργασμικά.
Δε θα κρύψω ότι ο δίσκος είναι αρκετά ως πολύ πιο mid-tempo από αυτό που προσωπικά θέλω από τους Revocation, ωστόσο από την άλλη δε γίνεται να μη θαυμάσω εκ νέου και για πολλοστή φορά το ταλέντο τους να απλώνουν τις δομές τους με τέτοια διαφορετικότητα, τέτοιο υψηλό επίπεδο και τέτοια κλάση που… οκ μου πέφτουν πάλι τα σαγόνια στο έδαφος, δε μπορώ να το γράψω με πιο σοφιστικέ στυλ για να εντυπωσιάσω, “it is what it is”, που λένε και τα Αμερικανάκια γενικότερα. Οι Revocation γενικά είχαν πάντα την τεχνογνωσία να τέμνουν το thrash με το death σε ισόποσες δόσεις και τελικά να μη μπορείς να τους κατατάξεις σε κάποιο από τα δυο είδη συγκεκριμένα, αν και η αλήθεια να λέγεται, οι νεκρομεταλλικές επιρροές του Davidson στο “Netherheaven” προκρίνονται και πάλι, όχι τόσο εμφανώς όσο στον προκάτοχο “The Outer Ones”, αλλά σε μεγάλο ποσοστό. Το δίδυμο που κλείνει τον δίσκο πάντως είναι εκπληκτικό, με το “The Intervening Abyss Of Untold Aeons” (τίτλος για κομμάτι Nile ξεκάθαρα) να σκάει φρενήρες και τη μπάντα να διδάσκει τι θα πει ακραίος ήχος σε κάθε κατανοητή και μη μορφή του. Έχεις και τον Davidson να φτύνει στίχους όσο ποτέ, τι άλλο θες στην τελική;
Το τελευταίο κομμάτι μας αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση. Γλυκιά διότι το “Re-Crucified” είναι επίσης ένα από τα καλύτερα κομμάτια της καριέρας τους, και για την συμμετοχή του George “Corpsegrinder” Fisher των Cannibal Corpse, μπάντα που αποτελεί ένοχη απόλαυση του Davidson και που πολλάκις –πρόσφατα κιόλας ξανά- έχουν περιοδεύσει μαζί. Και πικρή γιατί είναι η τελευταία δυστυχώς φορά που ακούμε την φωνή του Trevor Strnad των The Black Dahlia Murder, o οποίος αυτοκτόνησε στις 11 Μαϊου πριν τέσσερεις μήνες και είναι νωπό ακόμα το σοκ της απώλειας του. Ως καρδιακός φίλος με τον Davidson χάρισε τη φωνή του στο κομμάτι, αλλά που να ήξερε κι ο ίδιος ο Davidson κι όλοι μας τι θα συνέβαινε. Με αυτό τον υπερκόμματο που θερίζει ψυχές, αλλά και με την γλυκιά θύμηση του Trevor Strnad, κλείνει άλλο ένα άλμπουμ-πριονοκορδέλα των Revocation. Το 8ο σε 14 χρόνια, δείγμα της πολύ σκληρής δουλειάς τους, του μη εφησυχασμού τους, της ολοένα κι αυξανόμενης αγάπης τους για τη μουσική γενικά και του γιατί είναι υπεράνω πολλών συγκροτημάτων εκεί έξω, διασημότερων και μη. Θα διασπάσω το βαθμό στη μέση, σε σχέση με το πόσο θα ήθελα να βάλω και σε συνάρτηση με το τι θα πάθουν όσοι τους ακούνε πρώτη φορά.
Βαθμολογία: 84/100
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας