Ημερομηνία δημοσίευσης: 29 Σεπτεμβρίου 2017
Οι Satyricon έχουν καταντήσει ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα συγκροτήματα στο black metal, ακριβώς επειδή εδώ και μπόλικα άλμπουμ έχουν εγκαταλείψει αυτόν τον ήχο. Όχι απόλυτα 100%, αλλά η μουσική τους βάση εδώ και πολύ καιρό είναι άλλη από αυτή που τους γνώρισε πολύ κόσμος. Ήδη από το "Volcano", το πρώτο άλμπουμ με το οποίο συντελέστηκε αυτή η αλλαγή κατεύθυνσης και ο πειραματισμός με άλλα παιχνίδια, έχουν περάσει 15 χρόνια. Και ανά καιρούς έχουν παίξει με παιχνίδια όπως η pop, το rock 'n' roll, το progressive, και ενίοτε και όλα μαζί, όπως στο προηγούμενο ομώνυμο άλμπουμ που δίχασε περισσότερο από ποτέ τους ακροατές, κυρίως επειδή επρόκειτο μακράν για το πιο ανάλαφρο άλμπουμ τους.
Αυτά τα στοιχεία διατηρούνται και σε αυτό το άλμπουμ, ωστόσο βρίσκονται πάντα όλα μαζί ανακατεμένα στις συνθέσεις, καθώς υπάρχουν κομμάτια στα οποία επικρατεί περισσότερο το rock 'n' roll μονάχο του, όπως στο "The Ghost Of Rome", ή κομμάτια στα οποία κυριαρχεί περισσότερο το (υπόγειο) progressive όπως στο ομώνυμο, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν σημεία που προσπαθούν να επιχειρήσουν μια ενορχήστρωση ασυνήθιστη για τα δεδομένα των Satyricon, όπως το διακριτικό σαξοφωνάκι στο "Dissonant", αλλά υπάρχουν και τα κομμάτια στα οποία υπάρχουν όλα τα στοιχεία μαζί (με εξαίρεση την pop, η οποία είναι σχεδόν ανύπαρκτη εδώ πέρα), αυτό όμως που κάνει τη διαφορά από το προηγούμενο άλμπουμ είναι η επαναφορά της black επίστρωσης στον ήχο, με έμφαση στις κιθάρες. Χονδρικά, πρόκειται για ανάμειξη ήχου μεταξύ του προηγούμενου ομώνυμου και του rock 'n' roll mid-tempo black των δύο προηγούμενων από το ομώνυμο άλμπουμ, δηλαδή τα "The Age Of Nero" και "Now, Diabolical". Μη μπερδευτείτε όμως, καθώς μιλάμε καθαρά για το ηχητικό κομμάτι, όχι για το συνθετικό.
Και φυσικά, να επαναλάβω για ακόμα μια φορά πως συζητάμε με βάση το γεγονός πως η πρώτη, καθαρόαιμη black metal περίοδος του συγκροτήματος αποτελεί οριστικά και αμετάκλητα παρελθόν, δυστυχώς ή ευτυχώς, οπότε όλη η συζήτηση γίνεται αποκλειστικά με τη μουσική βάση της δεύτερης και τωρινής περιόδου. Οπότε, ότι και να συζητάμε εδώ πέρα, αν έχετε εγκαταλείψει ήδη το καράβι στο τέλος της πρώτης περιόδου, δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθήσετε να ακούσετε και αυτό το άλμπουμ.
Για να επανέλθουμε στο άλμπουμ τώρα, υπάρχουν κάνα δύο κομμάτια στο δίσκο τα οποία δεν διαθέτουν τόσο πολύ εκείνη τη black metal επίστρωση που προαναφέραμε, με αποτέλεσμα να μοιάζουν κομμάτια βγαλμένα από τα sessions του "Satyricon" (όπως το προαναφερθέν "The Ghost Of Rome"), υπάρχουν όμως και κομμάτια που διαθέτουν μια επιθετικότητα την οποία είχαμε πολύ καιρό να διακρίνουμε (ας μην ξεχνάμε όμως πως οι Satyricon δεν είναι σχήμα που δισκογραφεί συχνά). Και το παράδοξο είναι πως αυτή η επιθετικότητα διακρίνεται ακόμα και στα κομμάτια που διατηρούν αυτό το χαρακτηριστικό mid-tempo της τωρινής περιόδου. Κι αυτό το λέω γιατί υπάρχουν και γρήγορα σημεία στο δίσκο, τα mid-tempo όμως συνεχίζουν να υπερέχουν. Ακόμα κι έτσι όμως, η ενέργεια που εκλύεται είναι πολύ έντονη και εμφανής.
Ωστόσο, προσωπικά, δε μπορώ να αποφασίσω με απόλυτη σιγουριά στο πόσο καλύτερος ή χειρότερος είναι ο δίσκος σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές τους. Εννοείται όμως πως η σύγκριση πρέπει να γίνει μεταξύ των άλμπουμ της δεύτερης περιόδου τους, καθώς μιλάμε για τελείως διαφορετικά είδη και οντότητες. Μιλάμε δηλαδή για τα άλμπουμ μετά το "Volcano", καθώς πιο πίσω θα ήταν ιερόσυλο και άδικο λόγω της ανομοιότητας να γίνει οποιαδήποτε σύγκριση. Θα δεχτώ μονάχα πως εδώ και δεκαπέντε χρόνια το συγκρότημα δε κινείται πια στα χνάρια του καθαρόαιμου black. Και θεωρώ πως γι αυτό ακριβώς οποιαδήποτε σύγκριση είναι καταδικασμένη. Από εκεί και πέρα, αυτό το άλμπουμ έχει μεν μια πιο επιθετική και λιγότερο υπόγεια και πειραματική αύρα από το προηγούμενο, ωστόσο παραμένει αρκετά πιο υπόγειο σε σχέση με τα πιο πιασάρικα άλμπουμ, δηλαδή τα τρία προηγούμενα από το ομώνυμο. Επίσης, πρόκειται μακράν για το πιο ώριμο συνθετικά άλμπουμ τους αντικειμενικά. Αλλά αυτή η υπόγεια, progressive συνθετική φύση δεν είναι κάτι συνηθισμένο, ακόμα και για αυτόν τον πειραματικό χαρακτήρα των Satyricon, και είναι κάτι που δυσκολεύομαι να το συνηθίσω.
Γενικά πάντως, το άλμπουμ δεν είναι κακό. Απλά, δεν έχει αυτό το κάτι παραπάνω για να διατηρηθεί αναλλοίωτο στο χρόνο. Όπως σχεδόν η πλειοψηφία των άλμπουμ της δεύτερης περιόδου τους, με τη διαφορά πως εκείνα έχουν και ορισμένα πιασάρικα κομμάτια που έχουν γίνει σημείο αναφοράς στη δισκογραφία τους. Είμαι βέβαιος όμως πως ακόμα και αυτό το άλμπουμ θα προκαλέσει θύελλα συζητήσεων και πληθώρα αντίθετων απόψεων για την ποιότητα (ή όχι) του άλμπουμ. Γι αυτό, ειδικά σε αυτήν την περίπτωση, ακούστε μόνοι σας και κρίνετε αποκλειστικά με βάση το γούστο σας αν σας αφορά ή όχι.
Βαθμολογία: 75/100
Για το Rock Overdose,
Σταύρος Πισσάνος