TAD MOROSE – “March Of The Obsequious”

Συντάκτης: Άγγελος Κατσούρας

 

Δέκατος δίσκος για τους λατρεμένους Tad Morose! Το γράφω πρώτος για να το πιστέψω κι εγώ ο ίδιος! Το καμάρι της Σουηδικής βαρύτητας από το Bollnäs έκλεισε πέρυσι τριάντα χρόνια ζωής και τρόπον τινά το γιορτάζει φέτος με το νέο άλμπουμMarch Of The Obsequious. Μιλάμε για το τέταρτο άλμπουμ της «επιστροφής» των Tad Morose μετά το κενό μεταξύ 2003-2013 στο οποίο έμεναν ανενεργοί μετά από έξι υπέροχα άλμπουμ και το φοβερό ΕΡ “Paradigma”. Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι Σουηδοί έχουν δείξει μια πολύ όμορφη συνέπεια κυκλοφορίας δίσκων (2013, 2015, 2018, 2022) και έτσι έχουν αρχίσει να έχουν μια κάποια αναγνώριση έστω και πάρα πολύ αργά στην καριέρα τους, πράγμα που έπρεπε ήδη να έχει έρθει πολύ νωρίτερα, αλλά εδώ ταιριάζει η αθάνατη ρήση του ελληνικού λαού «κάλλιο αργά παρά ποτέ». Ένας λόγος που πιστεύω ότι έχουν κερδίσει ακόμα και όσους τους αγνοούσαν για χρόνια, είναι αυτή η αλλαγή σε πιο heavy/power αισθητική σε σχέση με την πιο προοδευτική αρχή που είχαν σαν συγκρότημα στις πρώτες μέρες δόξας τους. Μπορεί να μην έλαβαν τη λίγο μεγαλύτερη δημοτικότητα, που είχαν τα αδέρφια τους και συντοπίτες Morgana Lefay, αλλά αποτελούσαν πάντα παράδειγμα απλού, λιτού και απέριττου βαρύτατου Σουηδικού μετάλλου όπως το αγαπήσαμε σφόδρα.

 

Στα τρία άλμπουμ που προηγήθηκαν του March Of The Obsequious, οι Tad Morose βάρυναν ακόμα περισσότερο τον ήχο τους, με την κιθάρα του ηγέτη ChristerKruntAndersson να είναι τόσο χαρακτηριστική, που οι οπαδοί τους δεν υπάρχει περίπτωση να μην αναγνωρίσουν. Ο τραγουδιστής Ronny Hemlin με τη φοβερή του θεατρικότητα και καθαρή άρθρωση, έχει δώσει στο συγκρότημα ένα στοιχείο ανανέωσης το οποίο σε κάθε δίσκο προσθέτει όλο και περισσότερους νεωτερισμούς, τα υπόλοιπα βασικά στοιχεία είναι όπως τα ξέρουμε. Καθαρός ήχος, φοβερό rhythm section με τον Tommi Karppanen στο μπάσο και τον Peter Moren στα τύμπανα και κάπως έτσι, και με την επιστροφή του Markus Alberson στο συγκρότημα εκ νέου στις κιθάρες, η ομάδα είναι έτοιμη για άλλο ένα ποιοτικότατο άλμπουμ στο οπλοστάσιο τους. Το πρώτο δείγμα του δίσκου ήταν για το ομότιτλο εναρκτήριο κομμάτι, όπου οι Tad Morose ηχούν το λιγότερο εντυπωσιακοί, απλά αλλά βαριά κι επαναλαμβανόμενα riffs σε συνδυασμό με τη φωνή του Hemlin η οποία πατάει υπέροχα πάνω στις συνθέσεις, φέρνουν το παιχνίδι στα μέτρα του συγκροτήματος και μέχρι το τέλος, διατηρείται ένα ίδιο συναίσθημα που κρατάει τις συνθέσεις του δίσκου να υπηρετούν η καθεμιά ξεχωριστά, αλλά και όλες μαζί συνολικά το ίδιο concept, αυτό δηλαδή της απέριττης έκφρασης.

 

Πάρα πολύ βασικό να τονίσουμε είναι ότι το δέκατο άλμπουμ των Tad Morose είναι και το μικρότερο της καριέρας τους μέχρι σήμερα (!) με λιγότερο από 40 λεπτά διάρκειας, κάτι που δε μας είχαν συνηθίσει είναι η αλήθεια και το οποίο έρχεται σε –μεγάλη- αντίθεση ειδικά με τον προκάτοχο του, “Chapter X”, το οποίο είχε 14 κομμάτια και διαρκούσε μια ώρα! Αυτή η μικρότερη διάρκεια είναι άμεσα αντιληπτή, καθώς μεγαλύτερο κομμάτι είναι το “Witches Dance” με διάρκεια μόλις 4:51. Δεν ξέρω αν ηθελημένα θέλανε ένα μικρότερο σύνολο το οποίο αφομοιώνεται πιο εύκολα –αν και κάτι μου λέει ότι σύντομα θα το μάθουμε-, η ουσία όμως είναι ότι το εγχείρημα αυτό πέτυχε και ο δίσκος δείχνει να «αναπνέει» καλύτερα απ’ότι περιμέναμε, έχοντας συνηθίσει και την ποσότητα κομματιών και διάρκειας στα άλμπουμ τους. Σε καιρούς που το κλασικό heavy metal πολλάκις αγκομαχεί στο πώς να εκφραστεί σωστά, υποκύπτοντας σε πάρα πολλά κλισέ, οι Tad Morose μαζί με τη δεδομένη power αύρα τους, κάνουν τα πάντα πιο εύκολα και προσφέρουν ένα δίσκο που μπορεί να θυμήσει στον εκάστοτε ακροατή τι είναι αυτό που πραγματικά του αρέσει να ακούει σε αυτή τη μουσική. Ο αέρας εμπειρίας του συγκροτήματος χωρίς να τους λες βετεράνους που τους πήραν τα χρόνια υπερισχύει.

 

Πάρα πολύ θετικό για τον δίσκο είναι ότι η ροή δεν κάνει κοιλιά και μάλιστα αποτυπώνεται και στο δεύτερο μισό του, κάτι που δε συναντάμε και πάρα πολύ συχνά. Ειδικά το δίδυμο του “Escape” με τον φοβερό ανατολίτικο ρυθμό και του “A Trail Of Sins” είναι το κάτι άλλο εκεί στο ξεκίνημα της δεύτερης πλευράς. Δεν ξέρω αν και κατά πόσο εύκολο είναι να ξεχωρίσει κάποιος ένα ή περισσότερα τραγούδια, αλλά τα δυο συγκεκριμένα μετά τη μέση του δίσκου λειτουργούν ως «γέφυρα» στο να πάει ο δίσκος ομαλά και γεμάτος ποιότητα μέχρι το τέλος. Και όπως πάντα λέω, είναι πολύ βασικό ένας δίσκος να τελειώνει το ίδιο όμορφα όσο όμορφα ανοίγει. Στον τομέα αυτό το March Of The Obsequious πετυχαίνει διάνα, καθώς το “This Perfect Storm” είναι ιδανικό κομμάτι να κλείσει τον δίσκο και να γεμίσει ελπίδα ότι ίσως τελικά και να μπορεί να υπάρχει μια όμορφη σειρά δίσκων σε αυτό το στυλ, αν κάποιοι το πάρουν απόφαση να δουλέψουν το ίδιο σκληρά, όπως κάνουν εδώ και πολλές δεκαετίες οι Tad Morose. Και όλοι μας ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι η απόσταση ότι «λέω ότι θα παίξω καλά» από το «όντως παίζω καλά» είναι μεγαλύτερη από όσο φαντάζει στο τέλος.

 

Περίμενα ως συνήθως ένα πολύ ωραίο άλμπουμ από το συγκρότημα, δεν έχουν βγάλει και κάτι που δε μου έχει αρέσει πάρα πολύ εξάλλου (οκ ίσως το “St. Demonius” να μπορούσε να μου αρέσει λίγο πιο πολύ, αλλά και πάλι γουστάρω με χίλια). Κι όμως, η «παρέλαση των δουλοπρεπών» των Σουηδών καταφέρνει να γείρει την πλάστιγγα υπέρ της εξ’αρχής. Πανέμορφο άλμπουμ. Σοβαρό σε εποχές που η ασοβαρότητα στις κλασικές φόρμες κάνει πάρτυ. Βαρύ σε καιρούς που πήξαμε σε έλλειψη από κιθάρες και βαριά riffs, εξάλλου δεν πρέπει να κάνουμε ποτέ έκπτωση σε αυτό. Ειλικρινά, απορώ με το γούστο του μεταλλικού κοινού σε μπάντες όπως οι Tad Morose, Morgana Lefay, Nocturnal Rites, Hexenhaus, Memento Mori, Memory Garden και γενικά όλες τις Σουηδικές μπάντες, που θα έπρεπε να είναι πολύ πιο ευρέως γνωστές και αποδεκτές. Οι δε Tad Morose ποτέ δεν έδειξαν να νοιάζονται για το αν και πόση αποδοχή είχαν και μπράβο τους. Τραβάνε το δικό τους μοναχικό δρόμο και στο τέλος δικαιώνονται με το παραπάνω με τη στάση τους, την τιμιότητα τους και το αγέρωχο στυλ τους, που δε φθίνει ποτέ ποιότητας. Το να είσαι ο εαυτός σου και να το γνωρίζεις εσύ και λίγοι πιστοί, είναι σημαντικότερο από όλη την αποδοχή των μαζών.

 

 

 

Βαθμολογία: 82/100

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας



 

Comments