WITCH FEVER – “Congregation”

Συντάκτης: Δάφνη Γεωργαδάκη

 

Οι Witch Fever είναι ένα δυναμικό κουαρτέτο από το Manchester, που από το 2017 τεστάρουν τα όρια του punk ήχου και δημιουργούν, αρνούμενοι να καθοριστούν από στενούς ορισμούς. Το “Congregation” είναι ο πρώτος full length δίσκος τους, όπου μέσα από 13 κομμάτια, έστω και σχετικά μικρής διάρκειας, εκφράζουν δυναμικά την αποστροφή τους για μια πατριαρχική κοινωνία, κυβερνούμενη από θρησκείες, όπου ο σεξισμός είναι η νόρμα.

 

Από τη θεματολογία και μόνο, είναι περιττό να αναφέρω ότι δεν είναι ένα εύκολο ή ευχάριστο άκουσμα. Παρόλο που διαρκεί μόλις 40 λεπτά, δε νιώθεις ότι το “Congregation” έχει μικρή διάρκεια. Για του λόγου το αληθές, αν το ακούς συνειδητά, δηλαδή βρίσκεσαι πραγματικά εκεί, τα 2-3 λεπτά που διαρκεί ένα κομμάτι μπορεί να σου φανούν περισσότερα, γιατί η ατμόσφαιρα είναι μολύβι (και ναι, τα περισσότερα κομμάτια έχουν τόσο μικρή διάρκεια, δεν είναι τυχαίο ότι μιλάμε για punk βάση).

 

Προσωπικά, νιώθω ότι κάπως με “εξαπάτησε” η δουλειά τους και εξηγώ: Το πρώτο κομμάτι που άκουσα και με έκανε να ασχοληθώ με τον υπόλοιπο δίσκο, ήταν το ομώνυμο “Congregation”, το οποίο όμως είναι πιο ατμοσφαιρικό, αργόσυρτο και σκοτεινό από τα υπόλοιπα. Έχει κάποιες μελαγχολικές νότες doom, που μου βγάζουν πολύ ωραία πραγματάκια. Και τα φωνητικά είναι μεν μέσα στο συναίσθημα και εκφράζουν μια τραγικότητα, αλλά είναι “μετρημένα”, χωρίς υπερβολές και ξεσπάσματα.

 

Αυτό άκουσα και είπα ότι θα τα σπάσει αυτός ο δίσκος, αλλά έλα που τα υπόλοιπα κομμάτια δεν είναι σαν αυτό. Βασικό στοιχείο τους είναι τα ουρλιαχτά στα φωνητικά, όχι σε ένα και δύο σημεία, έτσι για την εσάνς, αλλά με συνέπεια και διάρκεια. Αλλά επειδή δε μιλάμε για brutal φωνητικά, μιλάμε για actual ουρλιαχτά, τα αυτιά μου κυριολεκτικά δεν αντέχουν να βγάλουν ολόκληρο το δίσκο. Το “Blessed Be Thy”, που φαίνεται να είναι και το πιο δημοφιλές από το σύνολο των τραγουδιών, συνδυάζει απαγγελία στίχων και ουρλιαχτά, τσακίζοντάς με και απαγορεύοντάς μου να δώσω την πρέπουσα σημασία στη μουσική, η οποία δεν είναι καθόλου άσχημη. Το δε “12”, που κλείνει τον δίσκο, άνετα το έβλεπα να χρησιμοποιείται σαν βασανιστικό όργανο.

 

Και εδώ έρχεται το βασικό μου θέμα με το “Congregation”: Παρόλο που με κερδίζει η θεματολογία και η μουσική που κυμαίνεται σε στοιχεία post-punk, με grunge (και φυσικά doom στο ομώνυμο του δίσκου), τα φωνητικά δεν αντέχονται, τουλάχιστον για τα δικά μου ακούσματα. Βέβαια, κατανοώ ότι ίσως η μπάντα θέλησε να προχωρήσει με αυτή την προσέγγιση για να βγει πιο δραματικό το αποτέλεσμα, αλλά δεν είναι για όλους.

 

Επίσης με θλίβει ότι διακρίνω καλά στοιχεία στη μουσική, αλλά δεν της δίνονται ευκαιρίες. Για παράδειγμα, το μπάσο έχει κάποιες ωραίες στιγμές (π.χ. Στο “At The Core” έχει πολύ τίμιες στιγμές και στο “Sour” δίνει μια ωραία, διαφορετική εισαγωγή), αλλά είναι τόσο σύντομες οι συνθέσεις, που δεν προλαβαίνει να δείξει τι μπορεί να κάνει. Ίσως σε επόμενη δουλειά τους θελήσουν να εξερευνήσουν τις επιλογές τους περισσότερο. Θέλω να πω, ήδη πειραματίζονται με διάφορα είδη, γιατί να μη δοκιμάσουν να δώσουν και λίγο περισσότερο χρόνο στη μουσική τους;

 

Ναι, απογοητεύτηκα λίγο από το σύνολο αυτού που άκουσα, αλλά βλέπω δυνατότητες, τα κομμάτια του παζλ είναι εκεί, απλά κάπως πρέπει να τα αναδιατάξουν για να ταιριάζουν καλύτερα και να βγάζουν ωραιότερη εικόνα. Εκτός βέβαια αν δεν είναι ο σκοπός τους να ζωγραφίσουν μια ωραία εικόνα, παρά μόνο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους ωμά, ακριβώς όπως είναι. Σεβαστή και αυτή η άποψη, απλά το αποτέλεσμα που προκύπτει δεν είναι για μένα.

 

 

 

Βαθμολογία: 65/100

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Δάφνη Γεωργαδάκη



 

Comments