Ανταπόκριση: The Illusion Fades, Empty Mirror, SoundPath Live @ Temple (01/04/2023)

 

 

Ελληνική Gothic Rock πανδαισία (ελαφρώς πετσοκομμένη!)

Με το που πληροφορήθηκα για την παρούσα συναυλία σκέφτηκα: «αυτήν την συναυλία, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, δεν την χάνω».  Και όντως παρόλο που είχα μία δύσκολη εβδομάδα κατάφερα να πάω.

Οι Illusion Fades, όπως και τα περισσότερα συγκροτήματα της Gothic Rock σκηνής δεν κάνουν συχνά συναυλίες. Ευτυχώς η προηγούμενη συναυλία τους στο Architecture Rock Cafe στις 18/11/2022 έχει κινηματογραφηθεί εξολοκλήρου.

 

Όσον αφορά τα δύο support συγκροτήματα τα έμαθα επί τούτου. Πρόκειται για δύο συγκροτήματα με σχετικά μικρή ιστορία. Οι μεν SoundPath αυτοπεριγράφονται ως “Atmospheric Melodic Post Metal band” και έχουν ανεβασμένα στο soundcloud και στο youtube κανάλι τους μόνον 2 κομμάτια: “Connect” και “Until my Death” (αμφότερα κυκλοφορήσαντα το 2022). Οι δε Empty Mirror αυτοπεριγράφονται ως “Symphonic Gothic Metal” και έχουν κυκλοφορήσει μόνο το EP Echoes of Eternity στις 18/11/2022 (και αυτό) ανεξάρτητης παραγωγής με 6 κομμάτια (υπάρχει και στο spotify). Για τους Illusion Fades τι να πρωτοπεί κανείς? Είναι ζωντανοί θρύλοι της Ελληνικής Gothic Rock σκηνής που πρωτοεμφανίστηκαν δισκογραφικά το 1992. Αυτοί μαζί τους Flowers of Romance, Headleaders, Film Noir, Slow Motion, South of no North και άλλους υπήρξαν πρωτοπόροι της εγχώριας σκηνής σε εποχές πολύ δύσκολες για τα συγκροτήματα του είδους.

 

 

Η συναυλία ξεκίνησε κατά τις 8:40 με τους SoundPath. Προσωπικά μου ήταν άγνωστοι με εξαίρεση τον κιθαρίστα Γιάννη Μαρινάτο, που γνώριζα ότι παίζει μπάσο και στους death - thrashers Alter Self και παλιότερα στους Pulveriser. Το πρώτο τους κομμάτι ήταν το πολύ δυναμικό ορχηστρικό Night, το οποίο ξεσήκωσε το κοινό. Στο 2ο κομμάτι εμφανίστηκε η τραγουδίστρια Αθανασία Κιουμουρτζή εν μέσω θερμών χειροκροτημάτων και επευφημιών ερμηνεύοντας το Until My Death. Το συγκρότημα μπορεί να είναι πρωτοεμφανιζόμενο και με μικρό ρεπερτόριο, αλλά πολύ αξιόλογο, με δεμένες συνθέσεις και δυναμικά κιθαριστικά μέρη (Κέκκας, Μαρινάτος), και φυσικά τους στυλοβάτες του ρυθμού: Platon Andrew (μπάσο) Dimitris Kofi (drums), ενώ η φωνή της Αθανασίας θυμίζει Cristina Scabbia. Κάπου στη μέση του σετ η Αθανασία ανακοίνωσε ότι το κομμάτι “Ptolemy” περιέχει και προσωπικά στοιχεία και αναφέρεται στα άτομα με αναπηρία. Αμέσως μετά έπαιξαν το hit τους Connect, ενώ τελείωσαν με το ξεσηκωτικό και πιο bit-άτο “Stop Giving Up”. Συνολικά έπαιξαν 7 τραγούδια, γεγονός που υποδηλώνει ότι είχαν κάποια κομμάτια ακυκλοφόρητα στο ενεργητικό τους, ενώ η σκηνική τους παρουσία άφησε πολύ καλές εντυπώσεις. Αν συνεχίσουν έτσι θα γίνουν σύντομα ένα υπολογίσιμο group του μουσικού αυτού ιδιώματος.

 

 

 

 

Το αναγκαίο διάστημα για να αδειάσει η σκηνή και να εμφανιστούν οι Empty Mirror ήταν πολύ σύντομο, οι οποίοι με την παρουσία τους γέμισαν την σκηνή, καθότι είναι 6μελές συγκρότημα (και είχαν προ-ηχογραφημένα πλήκτρα, διαφορετικά θα ήταν 7μελές!). Ξεκίνησαν και αυτοί πολύ δυναμικά με τα δύο πρώτα κομμάτια του ΕΡ: το καταπληκτικό ατμοσφαιρικό Salem Overture και το Nazarite's Atonement, τα φωνητικά του οποίου είναι σαν να ακούς τον Nick Holmes. Λόγω του μικρού ρεπερτορίου τους λογικό ήταν να έπαιζαν και κάποιες διασκευές και όντως έπαιξαν τις εξής 4: Heaven's a Lie (Lacuna Coil), Lorelei (Theatre of Tragedy), Birth of Venus Illegitima (Therion) και Scorpion Flower (Moonspell). Όλες ήταν καλοπαιγμένες, αλλά ιδίως οι εκτελέσεις των Lorelei (πολύ καλή επιλογή, ένα από τα καλύτερα gothic metal τραγούδια) και Birth of Venus Illegitima ήταν καταπληκτικές, ιδίως το δεύτερο που είναι πολύ απαιτητικό. Από τα group που διασκεύασαν μπορεί να συμπεράνει κανείς τις επιρροές τους συν τους Paradise Lost, φυσικά.

 

 

 

Όπως και με τους SoundPath, οι συνθέσεις τους ήταν υψηλού επιπέδου και καλο-εκτελεσμένες. Γενικά ως σύνολο αλλά και ατομικά ως μονάδες έδειξαν ότι ήταν αξιόλογοι μουσικοί και δεν φάνηκε να υστερεί κάποιος. Παρόλα αυτά θα ξεχώριζα τον κιθαρίστα Μάνο "InfuseR" Ψαρρό, ο οποίος ήταν «δύναμη πυρός». Ως frontman του group και πιο επικοινωνιακός, που συνομιλούσε και γενικά ξεσήκωνε το κοινό ήταν ο τραγουδιστής Andreas Denwar, τα φωνητικά του οποίου σε συνδυασμό με τα φωνητικά της Αφροδίτης θύμιζαν τους παλιούς καλούς Theatre of Tragedy (εξ και η διασκευή). Φυσικά έπαιξαν και τα υπόλοιπα 4 τραγούδια του ΕΡ συν ένα καινούριο: “Medea”. Συνολικά έπαιξαν 11 τραγούδια (4 διασκευές) και στα ~ 45’ που διήρκησε το set τους το κοινό φάνηκε να το απολαμβάνει αφάνταστα. Νομίζω ότι θα πρέπει να έπεισαν ακόμη και αυτούς που δεν τους ήξεραν και τους άκουσαν για πρώτη φορά.

 

Η ώρα περνούσε και ο χώρος κάτω από την σκηνή (φυσικά και το υπόλοιπο club) είχε γεμίσει και με θηλυκές fans με χαρακτηριστικές gothic εμφανίσεις. Περίπου κατά τις 11:15 στην σκηνή εμφανιστήκαν οι Illusion Fades εν μέσω θερμών χειροκροτημάτων και επιδοκιμασιών. Ξεκίνησαν με το ιστορικό Valentine, Εννοείτε ότι όλα τα κομμάτια που θα έπαιζαν ήταν επιτυχίες. Είναι από τα συγκροτήματα που έχουν γράψει τόσα ποιοτικά τραγούδια που προβληματίζονται τι να επιλέξουν και τι να απορρίψουν. Ακολούθησαν οι εξής (άψογα παιγμένες) κομματάρες: Dead White Snow, Long Journey, The Christmas Song. Στο σημείο αυτό ο Γιώργος Δέδες έκανε μία αναφορά στον πρόωρο χαμό του Jan Kenneth Barkved (των Elusive) τον Οκτώβριο του 2009, που τόσο πολύ αγαπούσε την Ελλάδα και είχε έρθει πολλές φορές τόσο για διακοπές, όσο και για συναυλίες. Προσκάλεσε επίσης στην σκηνή τον γνωστό gothic οπαδό Φώντα, ο οποίος επίσης μίλησε τιμητικά για την προσωπικότητα του Jan, ενώ από το κοινό ακούγονταν οι ιαχές: «Αθάνατος!». Είχα την τύχη να τον γνωρίσω προσωπικά και είχα ιδίαν αντίληψη. Φυσικά ο πρόλογος αυτός έγινε για το τραγούδι “Highway 666”, στην studio εκτέλεση του οποίου ο Jan είχε συν- τραγουδήσει μαζί με τον Γ. Δέδε και δυστυχώς μετά από λίγους μήνες απεβίωσε.

 

Ακολούθησε το ιστορικό Blue Angel και μετά η διασκευή του γνωστού gothic (και όχι τόσο πολύ pop) τραγουδιού της Madonna (μπλιαααχτ!!!!): “Frozen”. Στο κομμάτι έδωσαν άλλη διάσταση, εννοείται πιο rock με δυνατά κιθαριστικά μέρη και gothic αισθητική. Ουσιαστικά, το έκαναν δικό τους!

Στη συνέχεια ακολούθησαν οι μεγάλες επιτυχίες: Dead and Burried, 13th Day, Full of Fire και Fear of Love. Η συναυλία κυλούσε ομαλά, οι Illusion Fades απέδιδαν τα κομμάτια άψογα και με πολύ συναίσθημα και το κοινό ήταν κατενθουσιασμένο. Όμως μετά το τέλος του Fear of Love ανακοίνωσαν ότι έπρεπε να σταματήσουν γιατί η ώρα ήταν περασμένη (~ 12:20). Το κοινό φώναζε ρυθμικά: «κι άλλο, κι άλλο» και έτσι έπαιξαν ως τελευταίο τραγούδι τους το Dark Rain. Η συναυλία είχε τελειώσει και τα 3 συγκροτήματα μας είχαν αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις με τις σωστές εκτελέσεις τους γεμάτες ζωντάνια και δυναμισμό. Ιδιαίτερα δε για τους Illusion Fades έχω να παρατηρήσω πως και εάν τα χρόνια πέρασαν ο νεανικός ενθουσιασμός τους διακατέχει ακόμη. Ο Γιώργος Δέδες, η ψυχή και ιθύνον νους του συγκροτήματος ήταν αεικίνητος και εκφραστικός επί σκηνής. Αλλά και τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος ήταν άψογοι. Ο κιθαρίστας Μάνος Βήχος με τον στακάτο, στιβαρό ήχο στις κιθάρες (δεν ήταν τυχαίο ότι φορούσε μπλούζα Randy Rhoades, σωστά πρότυπα) σε συνδυασμό με τους στυλοβάτες του ρυθμού: Ανδρέα Ζέη (μπάσο) και Άγγελο Μαρινάκη (drums), ενώ την πινελιά της gothic μυστηριακής ατμόσφαιρας έβαλε στα keyboards ο Γιάννης Βλαζάκης.

 

 

 

 

Όλα καλά και ωραία, ΟΜΩΣ το setlist τους περιείχε 3 ακόμη τραγούδια, τα οποία δεν έπαιξαν (όχι με υπαιτιότητα τους), τα: Give my Life, Submission και Flowers for the Dead. Ρώτησα τον λόγο αυτής της περικοπής και δυστυχώς (όπως πριν 2 εβδομάδες) ήταν ο ίδιος: το επερχόμενο After Dark Party.

 

 

Καταρχάς να θέσω το ζήτημα στην σωστή βάση (υποκειμενικά μιλώντας, βέβαια). Είναι πολύ ευχάριστο που υπάρχουν τέτοιοι συναυλιακοί χώροι για τέτοιου είδους (ποιοτικότατες, αλλά μη εμπορικές) συναυλίες. Τόσο τα εν λόγω 3 συγκροτήματα (όσο και το κοινό θα έλεγα) ευχαρίστησαν την διεύθυνση των clubs για την διοργάνωση και μάλιστα σε πολύ λογική τιμή, που στο κάτω - κάτω η διοργάνωση τους εμπεριέχει και κάποιο οικονομικό ρίσκο για την εισπρακτική (όχι καλλιτεχνική, η οποία είναι περίπου σχεδόν σίγουρη) επιτυχία, γιατί δεν είναι εμπορική μουσική.

Εντάξει το καταλαβαίνουμε, οι εποχές είναι οικονομικά δύσκολες, τα lockdown γονάτισαν για 2 χρόνια τα clubs, οι τιμές του ρεύματος είχαν «φτάσει στον Θεό», τέτοιου είδους live-άδικα ουσιαστικά δουλεύουν 2 άντε το πολύ 3 μέρες εβδομαδιαίως, όμως δεν γίνεται να «αφήνουμε τον γάμο» (live συναυλίες) για να «πάμε για πουρνάρια» (after dark parties). Δεν είπε κανείς να μην γίνονται αυτά, όμως σε μία συναυλία λογικό είναι πως όλο και κάτι θα στραβώσει ή θα καθυστερήσει. Δεν χάθηκε ο κόσμος εάν το πάρτυ ξεκινούσε ~ 12’ - 15’ αργότερα (τόσο περίπου θα διαρκούσαν τα 3 περικομμένα κομμάτια)! Στην ζωντανή μουσική (όπως και στο θέατρο) γίνεται ένα είδος «μυσταγωγίας» ανάμεσα στους καλλιτέχνες και το κοινό. Είναι αδιανόητο να περικόπτονται κομμάτια για τέτοιους λόγους!

Με αυτά τα ανάμεικτα συναισθήματα ήμουν (πιστεύω και το υπόλοιποι παρευρισκόμενοι) ενθουσιασμένος από την εμφάνιση και των 3 συγκροτημάτων και εύχομαι να τους ξαναδώ να παίζουν αρκετές φορές ακόμη.

 

 

 

Κείμενο/Φωτογραφίες: Παναγιώτης Παπανδρεόπουλος 

 

Comments