Σαν να μην πέρασε μια μέρα από την αντίστοιχη Κυριακή 12 Νοεμβρίου το 2017, στον ίδιο χώρο, το ιστορικό Κύτταρο και με την ίδια support μπάντα, τους αγαπητούς συμπατριώτες μας The Silent Wedding, οι Άγγλοι progsters Threshold επέστρεψαν για τρίτη –και μάλλον καλύτερη;- φορά στη χώρα μας, προωθώντας την περυσινή δισκάρα τους “Dividing Lines” και μάλιστα με την συναυλία της Αθήνας να αποτελεί το επίσημο τέλος της περιοδείας τους. Όσοι είχαν δει τους Threshold τις άλλες 2 φορές, το 2008 στο No Budget Festival στη Λάρισα και την προηγούμενη στο Κύτταρο, ήξεραν πολύ καλά ότι το Αγγλικό κουιντέτο είναι κάτι αντίστοιχο του διάσημου Big Ben, δε χάνουν χτύπο και νότα επί σκηνής και σίγουρα δεν είναι απλά στις κορυφαίες και πιο αδικημένες σε δημοτικότητα μπάντες του είδους αλλά και του μεταλλικού ήχου γενικότερα.
Αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν λίγο καλύτερα από πλευράς κόσμου αλλά και πάλι το να παίζει τέτοιο συγκρότημα σε 200-250 άτομα περίπου είναι ντροπή, γενικώς αν δεν έρθουν οι Dream Theater μια στο τόσο και οι Fates Warning πολλές στο τόσο, με δίσκο η μη, αρκετοί θυμάστε ότι είστε προοδευτικοί μόνο και μόνο όταν θέλετε να κάνετε κουβέντα άνω κάτω, γι’αυτό ας περιοριστούμε στα απολύτως ευχάριστα.
Οι The Silent Wedding –όπως δήλωσαν και οι ίδιοι οι Threshold- είναι το συγκρότημα που έχει παίξει τις περισσότερες φορές μαζί τους, 32 στον αριθμό όπως μας ανέφερε ο εξαιρετικός Μάριος Καραναστάσης, η φωνή του οποίου οδήγησε την φοβερή τους εμφάνιση. Τους έχω δει πάρα πολλές φορές, όχι 32 μεν, αλλά αρκετές για να μπορώ να πω ότι βγήκαν με πρωτοφανή αέρα σιγουριάς όσο ποτέ κι ότι αν οι ίδιοι το πιστέψουν και το κυνηγήσουν όσο μπορούν και θέλουν, θα αφήσουν πίσω πολλές ανάλογης ηχητικής πορείας μπάντες. Σίγουρα αξίζουν τα καλύτερα γιατί το υλικό τους είναι φοβερό, το περυσινό “Ego Path” αποδείχθηκε το καλύτερο τους άλμπουμ, ακόμα καλύτερο από το ήδη μεγάλης αξίας “Enigma Eternal” και το μόνο που ίσως θα έπρεπε να εστιάσουν είναι πιο συχνή δισκογραφική παρουσία και να εκμεταλλευτούν το πόσο ωραία βρίσκονται επί σκηνής. Παίξανε 50’ που πέρασαν σαν νερό, ο Ρένος στα τύμπανα οριακά έβγαλε τη συναυλία γιατί είχε σπάσει τις μπαγκέτες του παίζοντας σαν thrasher κι όπως πάντα λέω, όταν βλέπεις μπάντα που κοπανιέται όταν παίζει, μην την φοβάσαι. Μεγάλη χαρά όχι μόνο για την εμφάνιση τους αλλά και για το γεγονός πως επιβεβαιώνουν πως ότι θετικό έχει εκφραστεί γι’αυτούς, δεν είναι αποκύημα φαντασίας.
Οι Threshold λίγο μετά ξεκινάνε σαν να μην έφυγαν ποτέ και βλέπαμε ήδη από τις πρώτες νότες του “Haunted” μια επανάληψη της προηγούμενης εμφάνισης, αλλά από τα πρώτα δευτερόλεπτα, ήδη καλύτερης σε όλα. Αρχικά ηχητικά. Τι σεμινάριο καθαρότητας ήχου ήταν και πάλι αυτό στο Κύτταρο!!!!! Έπειτα ο καθένας τους έκανε τη διαφορά με τον τρόπο του. Εκ δεξιόν της σκηνής, πίσω στο βάθος ο Richard West να κεντάει στα πλήκτρα και τα δεύτερα φωνητικά όπου χρειάστηκε (θα πρότεινα μια ακρόαση στο άλμπουμ του με τους Oblivion Protocol που συνεχίζει την ιστορία του “Legends Of The Shires”) και μπροστά του ο Karl Groom στις κιθάρες, οι δυο «παλιοί» του συγκροτήματος που συνεχίζουν ακάθεκτοι από το πρώτο τους άλμπουμ, “Wounded Land”, 30 χρόνια πριν. Ο Groom με το μόνιμο ύφος «θέλω να είμαι επαγγελματίας αλλά θέλω να ξεφύγω και λίγο», παίζει ριφφάρες και σολάρες όπου χρειάζεται, ενώ εκ αριστερών, ο φοβερός μπασίστας Steve Anderson είναι ίσως ο μόνος που θα μπορούσε να ταιριάξει με την σχιζοφρενή προσωπικότητα και τυμπανική θεότητα που αποτελεί ο ασύγκριτος Johanne James. Ο άνθρωπος σίγουρα βγήκε με μπαγκέτες από την κοιλιά της μάνας του, παίζει κάθε ρυθμό που μπορεί ή δε μπορεί να φανταστεί άνθρωπος με τρόπο απερίγραπτο.
Σίγουρα ο showman της μπάντας, σηκωνόταν από τα τύμπανα, έδειχνε το κοινό, σήκωνε τα χέρια του κάνοντας κινήσεις που το κοινό ακολουθούσε κι όταν αποφάσιζε να κάτσει στα αυγά του, διέλυε το drum set του όποτε ήθελε. Κερασάκι στην τούρτα, ένας ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΣ Glynn Morgan, να αποδεικνύει πως ΟΤΑΝ κάποιος θέλει να λέγεται επαγγελματίας τραγουδιστής, θα κάνει ότι μπορεί για να το υποστηρίξει μέχρι τέλους. Ήδη την προηγούμενη φορά μας είχε εντυπωσιάσει όταν είχαμε χάσει τα ίχνη του 20 χρόνια μετά τους Mindfeed (τσεκάρετε τα δυο εξαιρετικά άλμπουμ “Perfect Life?” και “Ten Miles High” μεταξύ 1997-1998), αλλά αυτή τη φορά ήταν ακόμα πιο κορυφαίος και με ακόμα μεγαλύτερο έλεγχο στη φωνή τους. Έχοντας αυτή τη φορά συνεισφέρει πολύ στο υλικό του “Dividing Lines”, μας δείχνει πόσο καίρια είναι η παρουσία του στην αισθητά βαρύτερη κατεύθυνση τους και με σιγουριά μεγάλης μπάντας, μας πετάνε από νωρίς το μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου, “The Domino Defect” σε στεγνή επίδειξη δύναμης. Το συγκρότημα είναι σε στρατόσφαιρα απόδοσης ήδη και μετά το πρώτο αναγνωριστικό τέταρτο, πάμε λίγο πίσω στο χρόνο με το “Long Way Home” αρχικά (τρομερά ευχάριστη έκπληξη, δεν το περίμενα, το παίξανε και την προηγούμενη φορά) όπως και το “Slipstream” φυσικά, το κομμάτι τους που όλοι όσοι δεν τους ακούνε αγαπάνε πολύ.
Έτσι, με αυτά τα 2 κομμάτια μας πήγαν στην εποχή του συγχωρεμένου Mac, πριν μας φέρουν σε mood “The Legends Of The Shires” με το 2o μέρος του “The Shire” και καπάκι το “Snowblind”. Λογικό κάπου να βασίσουν το σετ στα 2 τελευταία άλμπουμ μετά την επιστροφή του Glynn Morgan, έτσι ακολουθούν 3 ολοκαίνουργια κομμάτια, αρχικά το επίσης κολοσσιαίο “Defence Condition” που κλείνει το “Dividing Lines”, με τον Glynn να ρίχνει σαγόνια στο πάτωμα με τις ανάσες που παίρνει για να τραγουδήσει ασταμάτητα και σε υψηλό τόνο όλους αυτούς τους στίχους, το κολλητικό “Silenced” στη συνέχεια (μέγιστη χιτάρα, φάνηκε από την πρώτη του ακρόαση πριν βγει ο δίσκος) και το πομπώδες “Let It Burn” στη συνέχεια. Μέσα στη χαρά όλοι τους, με τον Johanne James να μη σταματάει να κάνει βλακείες για να μπιζάρει το κοινό και να το κρατήσει ζεστό, το ερώτημα του Glynn “Can we go on?” μας προετοιμάζει κατάλληλα για νέο ταξίδι στην εποχή του Mac. Έτσι το “Mission Profile” αρχικά (μεγαλειώδες) και το “Pressure στη συνέχεια (ε ναι ρε πούστη μου) εκπροσωπούν το “Subsurface”, ένα άλμπουμ που ξέρουμε ότι αγαπάνε πολύ. Το κύριο σετ τελειώνει με το “Lost In Translation”, το τρίτο κομμάτι άνω των 10 λεπτών που παίξανε, για να καταλάβετε στο περίπου τι είδαμε και πόσο για πλάκα τα παίζανε.
Προφανώς περιμέναμε την επιστροφή που συνοδεύτηκε με ιαχές και με τον Glynn Morgan να τονίζει πόσο υπέροχο κοινό ήμασταν (δηλαδή που να ήμασταν και πολλοί και ιδιαιτέρως εκδηλωτικοί), τη μπάντα να κωλοχαίρεται και το φοβερό “King Of Nothing” να προετοιμάζει το έδαφος πριν το τέλος. Ένα τέλος που όπως και την προηγούμενη φορά ήρθε με το “Small Dark Lines” που έχει αναλάβει ρόλο πολιορκητικού κριού στη δεύτερη εποχή του Glynn Morgan στο συγκρότημα και με το κοινό να ξεφεύγει λίγο περισσότερο. Οι Threshold αποχωρούν σε κάτι ελαφρώς λιγότερο των δυο ωρών μέσα σε επευφημίες, όσο κι αν κάποιοι ξελαρυγγιαστήκαμε ανεπιτυχώς να μας χάριζαν έστω το “Innocent”. Καθαρά παικτικά και φωνητικά, ήταν η καλύτερη από τις τρεις εμφανίσεις τους στη χώρα μας, ενώ θα ήθελα να τονίσω ότι ενώ γενικώς προωθούν τα πρόσφατα άλμπουμ τους, παρά το γεγονός ότι σε καμία συναυλία δεν ακούσαμε κάτι από το θεϊκό ντεμπούτο “Wounded Land” και μόνο την προηγούμενη μας χάρισαν δυο κομμάτια από το καλύτερο άλμπουμ τους (και κορωνίδα του Prog ήχου) “Psychedelicatessen”, ο κόσμος δεν παραπονέθηκε ποτέ, δείγμα της ποιότητας τους σαν μπάντα.
Δυστυχώς για πραγματικά ακατανόητους λόγους δε θα λάβουν ποτέ μάλλον την ανταπόκριση που έπρεπε ήδη να έχουν και δη τεράστια, αλλά τους εύχομαι μέσα από την καρδιά μου να συνεχίζουν να αποστομώνουν άπαντες με μόνο φοβερά άλμπουμ όπως έχουν κάνει 12 φορές και το επόμενο να μην αργήσει πάλι 5 χρόνια, όπως έκαναν τα δυο τελευταία μεταξύ τους και των προηγουμένων εξ’αυτών.
Can we go on?
Can we be strong?
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας
Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Καταστρόφος (https://www.instagram.com/alexandros_kat/)