Στην πρώτη συναυλία του Jimi Hendrix

Εν έτει 1959, ο έφηβος τότε Jimi Hendrix ανέβηκε στη σκηνή της συναγωγής του Seattle, στο υπόγειο του Ναού De Hirsch Sinai, για να κάνει την πρώτη του live εμφάνιση – για να αποπεμφθεί πριν καν αυτή να τελειώσει. Κανένας δε θυμάται την ακριβή ημερομηνία της πρώτης επαγγελματικής συναυλίας του Hendrix, καθώς κανείς τότε, ούτε κι ο ίδιος ο Hendrix, δεν θεώρησε το γεγονός αξιομνημόνευτο.

 

Εκείνη την περίοδο, ο θρυλικός κιθαρίστας δεν ήταν καν γνωστός ως Jimi. Για τους δασκάλους του ήταν ο James, για την οικογένεια του ο Jimmy, για πολλούς από τους φίλους μουσικούς ο Butch. Όπως αναφέρει ο Sammy Drain, γείτονας του Jimi, «Butch ήταν το παρατσούκλι του για αρκετό καιρό επειδή ήταν πολύ ντροπαλός. Δεν ήταν όμως ντροπαλός όταν μάθαινε κομμάτια από τα άλλα παιδιά».

 

Ο Hendrix είχε αποκτήσει την ηλεκτρική του κιθάρα μόλις έναν χρόνο πριν και, στα 16 του, δεν θεωρούνταν κι ο καλύτερος κιθαρίστας στο δρόμο του. Τζάμαρε με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς σε γκαράζ και σε πολιτιστικά κέντρα, αλλά ποτέ του δεν είχε δώσει μια πραγματική συναυλία. Αυτό έμελλε να αλλάξει όταν κάποια μεγαλύτερα παιδιά απ’ το λύκειο θα τον ρωτούσαν αν θα μπορούσε να παίξει σ’ έναν χορό στο Ναό De Hirsch Sinai, στην οποία ερώτηση ο Hendrix απάντησε καταφατικά.

 

Η Carmen Goudy, κοπέλα του Hendrix, θυμάται ότι εκείνος ήταν εξαιρετικά αγχωμένος, έχοντας προφανώς ελάχιστη απ’ την αυτοπεποίθηση με την οποία όργωνε τις σκηνές του Λονδίνου το 1966 και η οποία τον ανέδειξε σε σταρ. «Πιστεύεις πραγματικά ότι θα αποκτήσω οπαδούς;», τη ρώτησε αγχωμένος ο Jimi πριν από την εμφάνιση του. Ήταν, μάλιστα, τέτοιο το άγχος του που η Goudy νόμισε ότι αυτός μπορεί να κάνει εμετό.

 

Είχε, βέβαια, λόγο για να είναι αγχωμένος. Έχοντας εμπειρία στην ηλεκτρική κιθάρα που δεν ξεπερνούσε το ένα έτος, και παρόλο που είχε δώσει δείγματα ταλέντου στο συγκεκριμένο μουσικό όργανο – σύμφωνα με τους φίλους του – ακόμα δεν ήταν ιδιαίτερα καλός. Το παίξιμο του ήταν συχνά ανεπιτήδευτο, σαν να μην είχε ακόμα συνηθίσει να χειρίζεται το μηχάνημα. Προς κακή του τύχη, το συγκεχυμένο παίξιμο του υπερτονίστηκε και απ’ το γεγονός ότι μόνο τα συγκροτήματα που έπαιζαν χορευτικά κομμάτια πετύχαιναν εκείνη την εποχή, κάτι που δεν ήταν το δυνατό σημείο του Jimi. Ο Dave Lewis, ένας από τους πιο καταξιωμένους αρχηγούς συγκροτημάτων στο Seattle, αναπολεί εκείνη την φορά που ο Jimi έπαιξε με το συγκρότημα του: «Εκείνος έπαιζε απίστευτα πράγματα, αλλά οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να χορέψουν μ’ αυτό. Απλά τον κοιτούσαν.»

 

Πριν την εμφάνιση του στη συναγωγή, ο Hendrix περπατούσε συνεχώς στο χωλ του κτηρίου, με την κιθάρα του στην πλάτη. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι, μέσα στο μυαλό του, έκανε πρόβα όλων όσων σχεδίαζε να κάνει. Επρόκειτο να ήταν ένα μεγάλο άλμα, από το να τζαμάρει με διάφορα γειτονόπουλα σε γκαράζ στο να παίζει μπροστά σε ένα άγνωστο κοινό – ένα κοινό που έπρεπε να ψυχαγωγηθεί. Για ένα παιδί που μεγάλωσε μέσα στην απόλυτη φτώχεια, το όνειρο μιας καριέρας στη μουσική, και η ιδέα ότι θα δώσει συναυλία επί πληρωμής ήταν επίσης ένα πανίσχυρο ελιξίριο.

 

Η Goudy θυμάται τι συνέβη όταν ξεκίνησε η συναυλία, και πόσο γρήγορα τα πράγματα πήραν την κατιούσα. «Κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους, ο Jimi έκανε τα δικά του», λέει η Goudy. «Το παίξιμο του ήταν πραγματικά τρελό. Και όταν μπήκαν και τα μέλη του συγκροτήματος, και ο προβολέας έπεσε σ’ αυτόν, εκείνος έγινε ακόμα πιο ανεξέλεγκτος».

 

Όταν τελείωσε η συναυλία, η Goudy πήγε στο πίσω μέρος του κτηρίου για να τον συγχαρεί για την εξαιρετική του εμφάνιση. Ωστόσο, δεν μπορούσε να τον βρει πουθενά. Έψαξε ολόκληρο το κτήριο. Τελικά, καθώς έφευγε, τον είδε στο δρομάκι πίσω από την συναγωγή. Αρκετά χρόνια αργότερα θα θυμόταν ακόμα την έκφραση του προσώπου του, καθώς φαινόταν ότι ήταν έτοιμος να ξεσπάσει σε κλάματα. Τον είχαν απολύσει. Ο αρχηγός του συγκροτήματος είχε πει ότι ο Jimi ήταν απλά πολύ ‘άγριος’, και ότι ο τρόπος με τον οποίο έπαιζε ενοχλούσε το κοινό που χόρευε. Για πάνω από μια ώρα, σύμφωνα με τη Goudy, ο Hendrix ανακαλούσε κάθε λεπτομέρεια της σύντομης εμφάνισης του στη σκηνή, συγχυσμένος που αυτό το οποίο εκείνος νόμιζε ότι ήταν μια εξαιρετική εμφάνιση δεν είχε την αντίστοιχη αποδοχή από το κοινό, αλλά και από τα μέλη του συγκροτήματος με τα οποία πίστευε ότι ήταν ομάδα.

 

Η Goudy αντιπρότεινε ότι ίσως θα έπρεπε να δοκιμάσει περισσότερη ρυθμική κιθάρα, και να μην κάνει τα solo του τόσο φανταχτερά, ή μακροσκελή, αφού σε μια εποχή που οι φωνές της ποπ μουσικής κυριαρχούσαν, οι κιθαρίστες θεωρούνταν μέρος του συγκροτήματος, όχι το κύριο θέαμα. Ο Jimi, όμως, παρέμεινε αμετακίνητος. «Δεν είναι αυτό το στυλ μου», επέμενε. «Δεν κάνω τέτοια».

 

Η αδιαλλαξία του έχει σημαντικές οικονομικές συνέπειες, καθώς ο μόνος τρόπος για να βγάλει ένας κιθαρίστας στο Seattle τα προς το ζην ήταν να παίζει σε ένα δημοφιλές χορευτικό συγκρότημα. Η Goudy άρχισε να αμφιβάλλει εάν η σχέση της με τον ξεκάθαρα ταλαντούχο εραστή της θα ήταν τελικά μακροπρόθεσμα μια έξυπνη κίνηση.

 

Ακόμα και σ’ εκείνη τη συναυλία στη συναγωγή υπήρχε ήδη η αίσθηση της ‘διαφορετικότητας’ του Jimi Hendrix, σαν να μην ανήκε σε αυτόν τον κόσμο. Αντιμέτωπος με την ευκαιρία να συμβιβαστεί και να βγάλει λεφτά από τη δημοφιλή μουσική – ο τρόπος που όλοι θεωρούσαν ότι ήταν ο σωστός –, αυτός αρνήθηκε. Η εμφάνιση στο Ναό De Hirsch Sinai ήταν με πολλούς τρόπους μια απόλυτη καταστροφή, αλλά μέσα από αυτήν γεννήθηκε και το μεγαλείο. Ο Jimi ανακάλυπτε τον εαυτό του, και ακόμα και αν σήμαινε φτώχεια και το να στέκεται σ’ ένα σοκάκι απ’ το να βρίσκεται επί σκηνής, εκείνος σταθερά παγίωνε αυτό που έμελλε να γίνει το μουσικό του σήμα κατατεθέν.

 

Όταν επτά χρόνια αργότερα, στο Λονδίνο, έγινε διάσημος – μετά από πολλές περιοδείες στον αμερικανικό Νότο με R&B συγκροτήματα, και εμφανίσεις στη Νέα Υόρκη – ήταν ακριβώς εκείνη η ‘διαφορετικότητα’ που τον έκανε σταρ. Παίζοντας ακριβώς εκείνο το είδος φανταχτερής κιθάρας που οδήγησε στην απόπεμψη του σε εκείνο το υπόγειο της συναγωγής στο Seattle, ο Hendrix κέντρισε την προσοχή όλων των κιθαριστών του Λονδίνου.

 

Ο Hendrix, όπως περιέγραψε κάποτε ο Jeff Beck, «ανέτρεψε όλους τους κανόνες». Και όλο αυτό ξεκίνησε από το υπόγειο μιας συναγωγής στο Seattle.

 

Για το Rock Overdose,

Γκουτσίδης Στέργιος

 

Πηγή: Classic Rock 217

Comments