Ανταπόκριση: AMORPHIS, Solstafir, Lost Society @ Fuzz Club, Αθήνα (04/11/2023)


Δεύτερη σερί βραδιά όπου την τιμητική της είχε η Φινλανδία και ο βορράς γενικότερα. Ξανά στο γειτονικό Fuzz στον Ταύρο και ξανά με πάρα πολύ κόσμο (υπολογίσαμε πάνω από 1.100 άτομα χονδρικά, μπράβο που στηρίζετε όλοι και όλες σας), μια πανέμορφη και χορταστική βραδιά με τους Φιλανδούς Amorphis και Lost Society και σφήνα ενδιάμεσα τους Ισλανδούς (γιατί ποτέ δεν είναι αρκετά βόρεια αν φαίνεσαι στο χάρτη) Solstafir, οι θαμώνες απόλαυσαν ένα 4ωρο και βάλε άκρως ποιοτικό και χορταστικό σόου κι από τους τρεις και σε συνδυασμό και με το sold out των Stratovarius/Sonata Arctica την προηγούμενη μέρα, θυμηθήκαμε ειδικά εμείς οι λίγο μεγαλύτεροι στιγμές που το να είχαν οι συναυλίες πολύ κόσμο ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση που κατάντησαν. Κοινό γνώρισμα η απουσία των headliners για χρόνια από τη χώρα και ίσως εκεί να κρύβεται η απάντηση. Sonata Arctica δεν είχαμε δει ποτέ, Stratovarius είχαμε να δούμε 10 και βάλε χρόνια, Amorphis ακόμα περισσότερο. Και ω της έκπληξης, αυτή τη φορά παίξανε στο μεγαλύτερο κοινό της ιστορίας τους στην Ελλάδα, πράγμα που δεν έγινε ούτε τις 2 πρώτες φορές στα ντουζένια τους (2002, 2003), ούτε όταν πρωτο-μπήκε ο Tomi Joutsen ανανεώνοντας το συγκρότημα για τα καλά (2008, 2009, 2011).


 

Αρχή με τους πάλαι ποτέ thrashers και νυν… αχαρακτήριστης ηχητικής προσέγγισης Lost Society. Μια ελπίδα του γρήγορου ήχου που στο τελευταίο ανεκδιήγητα κακό και αχρείαστο περσινό άλμπουμ τους “If The Sky Came Down” (αμ δεν ήρθε να σας πλακώσει να γλυτώναμε) πήδηξαν πατόκορφα μια καριέρα που ξεκίνησε ελπιδοφόρα πριν 10 χρόνια με το ντεμπούτο “Fast Loud Death”. Bullet For My Valentine, Avenged Sevenfold κι ότι κακό Αμερικάνικο νέο/μετα/μοντέρνο υπάρχει γέμισε τον ήχο τους και τον έκανε ένα κράμα «θέλουμε να γίνουμε εμπορικοί»/ «δε σταυρώνουμε σωστή νότα ούτε για να σώσουμε τη ζωή μας». Κρίμα πραγματικό γιατί παίξανε πραγματικά ωραία και πολύ ενεργητικά. Ο γεμάτος τατουάζ frontman/κιθαρίστας/τραγουδιστής Samy Elbana το έζησε και μάλιστα δε δίστασε να πάρει μια Ελληνική σημαία που του δώσανε κι αφού πρώτα τη στερέωσε περήφανα στη βάση του μικροφώνου, έπειτα τραγούδησε τυλιγμένος μ’αυτήν και κατέβηκε ακόμα και στο κοινό χαρούμενος και μην περιμένοντας τέτοια ανταπόκριση. Θεωρώ οι περισσότεροι δεν κατάλαβαν τι χρυσή ευκαιρία χάθηκε να τους βλέπαμε λίγο πριν, όπου θα μπορούσαν να είχαν γκρεμίσει το Fuzz με την ενέργεια τους. Παρότι παίξανε επιεικώς μαλακισμένο υλικό, πέρασα όμορφα βλέποντας τους γιατί είχαν διάθεση, ενέργεια και φιλότιμο. Το πουλάκι της έμπνευσης πέταξε, αλλά ζωντανά το’χουν ακόμα δεδομένα.

 



 

Συνέχεια με Sólstafir οι οποίοι έχουν ανέβει πάρα πολύ σαν αξία, παντού εκτός από την Ελλάδα κλασικά. Ωστόσο το κοινό τους υποδέχεται ζεστά. Τους είδα έξω στην Τσεχία το 2010 την εποχή του κορυφαίου τους δίσκου “Svartir Sandar” και ελάχιστα θυμίζουν την έμπνευση και τον ήχο που είχαν τότε, με κεκτημένη ταχύτητα κράτησαν ποιότητα μέχρι και το “Ótta”, αλλά με το που έφυγε η ντραμάκλα τους  Guðmundur Óli Pálmason, φαίνεται έφυγε και η έμπνευση, καθώς τα τελευταία τους 2 άλμπουμ είναι το λιγότερο κουραστικά, αχρείαστα και επιτηδευμένα. Και αυτοί με τη σειρά τους παίξανε πολύ ωραία στο πρώτο μισό ειδικά που παίχτηκε το λιγότερο ποιοτικό υλικό, με τα “Bláfjall”, “Akkeri” και “Ör” να αποτελούν πρόγευμα για το “Fjara” που όλοι περίμεναν, ενώ το ομότιτλο κομμάτι από το “Ótta”, όπως και η μεγάλη έκπληξη με το “Goddess Of The Ages” από το “Köld”, αποτέλεσαν το σετ που έκανε μεγάλη κοιλιά όσο περνούσε η ώρα και κούρασε τον κόσμο. Δεν έφταναν οι φιλότιμες προσπάθειες του τραγουδιστή/κιθαρίστα Aðalbjörn Tryggvason να ξυπνήσει το κοινό, ωστόσο κέρδισε πόντους δίνοντας το χέρι στους οπαδούς μπροστά και φιλώντας τα χέρια των δεσποινίδων και κυριών πολύ ιπποτικά. Ωραία μπάντα κάποτε, το 'χουν χάσει ξεκάθαρα όμως τόσο που προκαλούν ερωτηματικά.

 


 


 

Η ώρα περνάει και τα φώτα σβήνουν για να υποδεχθούν τους headliners. 12 χρόνια ήταν πολλά εκτός Ελλάδος και το κοινό επιφυλάσσει υποδοχή ηρώων στους Amorphis, τους οποίους –όπως και τους Stratovarius την προηγούμενη- μια ολόκληρη γενιά θα έβλεπε για πρώτη φορά. Το “Halo” που βγήκε πέρυσι το θεωρώ πολύ χαλαρά το λιγότερο καλό άλμπουμ με τον Tomi Joutsen και μαζί με το “Far From The Sun” τα λιγότερο ποιοτικά τους, ωστόσο το προωθούν και δυο κομμάτια, τα “Northwards” και “On The Dark Waters” δίνουν το σύνθημα για μια πολύ ζεστή σχέση μπάντας και κοινού. O Tomi Joutsen πραγματικά σε ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ κατάσταση, έβγαλε απίστευτη φωνάρα λες και δε  βρίσκεται σε περιοδεία και στα πιο τραχειά και στα πιο μελωδικά φωνητικά. Το μάτι μου πέφτει στο συγκινητικό μπλουζάκι Carcass του Tomi Koivusaari εποχής “Symphonies Of Sickness” παρακαλώ, ενώ στη θωρά του φοβερού μπασίστα Olli-Pekka Laine όλοι χαμογελούν γιατί δεν περιμέναμε ότι θα τον βλέπαμε στη χώρα μας, καθώς είχε φύγει το 2000 και αφού επέστρεψε το 2017, δεν είχε παίξει στην Ελλάδα. O Jan Rechberger στα τύμπανα έχει ένα σχεδόν βαριεστημένο και πλήρως αντιτουριστικό στυλ, αλλά χτυπάει τα πάντα δυνατά και σωστά, ενώ ο Santeri Kallio στα πλήκτρα πραγματικά ζωγραφίζει καμβάδες.



Να σημειώσω ότι ο ήχος καθ’όλη τη διάρκεια και εκεί που καθόμουν εγώ τουλάχιστον ήταν ΚΑΡΦΙ, ΓΥΑΛΙ, ΚΡΥΣΤΑΛΛΟ, ΣΙΝΤΙ (έτσι στα Ελληνικά). Επίσης να τονίσω ότι τα παιδιά που έστησαν τη συναυλία, μου μίλησαν ίσως για τους πιο επαγγελματίες όλων, όλα στην εντέλεια και ιδανικά. Συνέχεια με το “Bad Blood” από το κορυφαίο τους άλμπουμ τα τελευταία… 22 χρόνια, το “Under The Red Cloud”, ενώ άλλο ένα νέο κομμάτι, το “The Moon”, γεμίζει το κενό μέχρι να έρθει η ώρα να πάμε πίσω στις ιστορίες από τις χίλιες λίμνες. Η εισαγωγή του “Thousand Lakes” σκορπά σιωπή και δέος και το μπάσιμο του “Into Hiding” κάνει τα πάντα πιο υπέροχα, το γεγονός ότι σιγοντάρει με δεύτερα φωνητικά και ο Koivusaari το κάνει ακόμα πιο σούπερ, ενώ μπαίνει η εισαγωγή του “Magic And Mayhem” να σκορπίσει εγκεφαλικά πριν το κόψουν στη μέση και μας μιλήσουν για ένα “Doomy gloomy song” το οποίο προς έκπληξη όλων, παίζεται σχετικά νωρίς. “Black Winter Day” και μπορεί να είναι ένα από τα κομμάτια που έχω σιχαθεί ως όπλο στα χέρια του μέσου άμπαλου dj που παίζει κασέτα συνέχεια, αλλά το να το ακούς σε όλο του το βαρύτατο μεγαλείο ζωντανά είναι σίγουρα πολύ προτιμότερο και καλύτερο.



 

Η συνέχεια είναι φοβερή με χιτάρες τύπου “Silver Bride”/”Sky Is Mine”. O Esa Holopainen παρότι μια ζωή ανέκφραστος και ακίνητος, ρίχνει χαμόγελα –σπάνια το κάνει, όχι γιατί είναι στρυφνός- όταν τα «ΩΩΩΩΩΩ –ΩΩΩΩΩ-ΩΩΩΩΩΩΩ» του κοινού γεμίζουν το Fuzz, o Joutsen δείχνει την καρδιά του λέγοντας πόσο ζεστά τους κάνουμε να νιώθουν και ότι θα ήθελε να ηχογραφήσει τις φωνές μας να τις έχει συνοδεία σε όλη την περιοδεία, το “Wrong Direction” και το “Amongst Stars” –ειδικά αυτό- σκορπούν χαρά, παρότι θα προτιμούσα να είχαν αφήσει κατά μέρος τα προηχογραφημένα φωνητικά της λατρεμένης Anneke Van Giersbergen και να το προσάρμοζαν στα δικά τους μέτρα. Τελευταίο κομμάτι από το “Halo” που ακούμε είναι το “Seven Roads Come Together” και στη συνέχεια ο Joutsen κοιτάει τον Holopainen λέγοντας λακωνικά «Esa, είναι σειρά σου να κάνεις την αρχή».. Και τι αρχή, με το “My Kantele” να αφήνει ένα βουητό διαρκείας και χαράς εκπροσωπώντας το κατ’εμέ κορυφαίο άλμπουμ της λαμπρής καριέρας τους, το “Elegy” που δυστυχώς εκπροσωπήθηκε μόνο με αυτό. Κλείνουν προσωρινά με το πανέμορφο “House Of Sleep” και αποχωρώντας σε παρατεταμένα χειροκροτήματα, επιστρέφοντας όμως μεγαλοπρεπώς για να τελειώσει η συναυλία με μια κολοσσιαία εκτέλεση του “The Bee”, σίγουρα κομμάτι που δεν περιμέναμε για τέλος.



Σαν εμφάνιση, επαγγελματισμό και αλλαγή επιπέδου ειδικά σε σχέση με το πώς τους είδαμε την τελευταία φορά, μιλάμε για έτη φωτός μπροστά και παρότι το σετ είχε αρκετά κενά, προσωπικά για μένα ήταν η κορυφαία τους παρουσία με τον Joutsen από τις τέσσερις μαζί του (οι δυο πρώτες συναυλίες τους το 2002 και το 2003 παραμένουν ασύγκριτες). Το 2011 τους έβλεπα σκιά του εαυτού τους, να έχουν υποστεί ολικό συναυλιακό αφανισμό από τους Leprous και να έχουν εσωτερικές προστριβές μεταξύ τους, αξέχαστο πραγματικά εκείνο το «Τοmi, όλα καλά; Δε σε βλέπω ευδιάθετο!» του Joutsen προς τον Koivusaari μπροστά στο κοινό που πρόδιδε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Έκτοτε έχουν γίνει όχι βήματα ή άλματα αλλά στάδια προόδου και οι Amorphis παίζουν μπάλα σε πολύ υψηλό επίπεδο. Μπορεί να έχουν βγάλει 8 φορές το ίδιο άλμπουμ από το 2006 και το μόνο που αλλάζει να είναι οι τίτλοι των κομματιών, οι στίχοι και τα εξώφυλλα, από την άλλη παραμένουν σταθερά ποιοτικοί και η μεγάλη απουσία τους συνέπεσε με μεγάλο αριθμό κοινού σε ιδανικό σκηνικό. Ο κόσμος πέρασε υπέροχα, ειδικά όσοι τους είδαν πρώτη φορά έπαθαν πλάκα και είναι πραγματικά τυχεροί που ήταν τέτοιες οι συνθήκες να τους δουν σε τέτοια φόρμα.



Δεν ξέρω αν η απάντηση που ψάχνουμε στο να βλέπουμε πολύ κόσμο είναι το να κάνουν χρόνια να έρχονται οι μπάντες, αλλά και οι Amorphis και οι Stratovarius το απέδειξαν περίτρανα, για να μην πω περήφανα. Φυσικά το πρώτο που σκέφτηκα μετά τη συναυλία, ήταν τι θα γινόταν αν ήταν ακόμα ανάμεσα μας οι Sentenced και επέστρεφαν χρόνια μετά το δυσαναπλήρωτο κενό που άφησαν. Αλλά επειδή η καρδιά πονάει πολύ μ’αυτή τη σκέψη, το άφησα γρήγορα και αφέθηκα στην πληρότητα που μου άφησαν οι Amorphis. Σε χορταστικότατο πακέτο, έσβησαν με τέτοιο πρωτοφανή τρόπο τις δυο μπάντες που προηγήθηκαν, λες και δεν είχαν υπάρξει ούτε σαν σκέψη, πόσο μάλλον σαν θέαμα. Με τέτοια βάση κοινού, δεν βρίσκω καθόλου παράλογο να επιστρέψουν σε 2-3 χρόνια ξανά, είναι σε ιδανική φάση συναυλιακά, βρίσκονται με κλειστά μάτια σαν ομάδα που μπαίνει στο γήπεδο για να κερδίσει με οποιοδήποτε τρόπο και με τέτοιο επαγγελματισμό, φοβερό ήχο, καλή διάθεση και άλλες φορές περισσότερο κι άλλες λιγότερο καλά άλμπουμ, παρότι πλέον πάτησαν τα 50 (κι όμως, ο χρόνος είναι αμείλικτος ακόμα και μ’αυτούς που ακόμα τους νομίζουμε 25-30), έχουν ακόμα πολύ μέλλον και μπορούν να χαρούν πολλά χρόνια ανάλογων στιγμών μπροστά τους. Όταν έρθει η ώρα, θα φύγουν με το κεφάλι πολύ ψηλά.

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας

Φωτογραφίες: Γιάννης Λιβανός (John Metalman Photography, Light & Motion Photography)


Comments