Ανταπόκριση: PARADISE LOST, On Thorns I Lay @ Fuzz Live Music Club, Αθήνα (10/12/2023)


Ο χρόνος και η ζωή τα φέρνουν κάποιες φορές τόσο παράξενα που θυμάσαι καταστάσεις και αναπόφευκτα τις βάζεις κάτω, τις συγκρίνεις και στο τέλος νιώθεις μια αποφόρτιση βάρους ετών. Τι εννοώ θα αναρωτιέστε, μα τι άλλο από την παρόμοια εμπειρία που είχαμε με τους μεγάλους Paradise Lost το 2011, όταν και αποφάσισαν να παίξουν όλο το δοξασμένο “Draconian Times”. Το συγκρότημα είναι τόσο βαθιά στις καρδιές όλων των Ελλήνων ειδικά, αλλά μας έχει προσφέρει και τόσα σκαμπανεβάσματα, δισκογραφικά και συναυλιακά, που η σχέση αυτή καταλήγει μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Θυμάμαι λοιπόν ότι έχω πάρει το εισιτήριο τότε γεμάτος ανυπομονησία και κάνω το λάθος να δω βιντεάκι από την Αθήνα, καθότι έμενα στη Θεσσαλονίκη τότε, και είδα μια μπάντα σκιά του εαυτού της να κατακρεουργεί τα μεγάλα αυτά κομμάτια, σε άθλια κατάσταση και να ακούγονται σαν παλαίμαχοι που δε μπορούν να δώσουν πάσα στα 2 μέτρα. Πούλησα άμεσα το εισιτήριο και δεν το μετάνιωσα ποτέ, βασιζόμενος και σε μαρτυρίες άλλων που τους είχαν δει τότε. Και φτάνουμε στο 2023, ενώ τους είχα συναυλιακά ξεγραμμένους για χρόνια, όπου θα παίζανε όλο το στολίδι της δισκογραφίας τους, το λατρεμένο μου “Icon”, στην καλύτερη κατάσταση τους εδώ και δεκαετίες. Μεγάλη λύτρωση.

 



 

Τη βραδιά ανοίγουν οι επίσης αγαπημένοι On Thorns I Lay, με το ομότιτλο 10ο άλμπουμ τους να έχει κυκλοφορήσει ολόφρεσκο μόλις πριν 2 μήνες και απ’ότι φαίνεται, τους βρίσκει στην πιο επαγγελματική τους φάση. Αρχικά να τονίσω τον φοβερό ήχο που είχαν, μιλάμε για κρύσταλλο. Θέλω να σταθώ στην απόδοση του Πέτρου Μηλιάδη, του νέου τους τραγουδιστή, μια και όλοι μας αγαπήσαμε τη μπάντα με τη φωνή του Στέφανου Κιντζόγλου, ωστόσο η παρουσία του Πέτρου τους έχει κάνει πολύ ενεργητικούς και έχει αντικαταστήσει τον προκάτοχο του με το δικό του προσωπικό στυλ. Θα θέλαμε όλοι τη φωνή λίγο πιο μπροστά, ωστόσο με τέτοια εμφάνιση στο σύνολο, δεν παραπονέθηκε κανείς. Παίξανε μόλις 7 κομμάτια αν δεν κάνω λάθος, τρία καινούργια, τα “Fallen From Grace”, “New Born Skies” (με τα οποία ξεκίνησαν τη συναυλία) και “Thorns Of Fire” (που έκλεισε τη συναυλία), ενώ η απόδοση τους που γινόταν όλο και πιο σούπερ όσο περνούσε η ώρα κορυφώθηκε μεταξύ των “Misos”, “The Song Of Sirens”, “Olethros Pt.I” και στο “Erevos” έγινε πραγματικός χαμός με το κοινό να συγκινείται, ενώ είχαμε και οπαδό τους που ήρθε από Γαλλία για να τους δει. Μια μεγάλη εμφάνιση μιας μεγάλης Ελληνικής μπάντας, έτοιμης να σπάσει τα σύνορα! Εύγε!

 



 

Η ώρα είναι 21:44, τα φώτα σβήνουν και το outro “Deus Misereatur” που κλείνει το δοξασμένο “Icon” ακούγεται μέχρι να αρχίσουν να ανεβαίνουν στη σκηνή οι Βρετανοί ηγέτες, με πρώτο τον Ιταλό νέο φοβερό ντράμερ τους Guido Zima Montanarini που έκλεψε την παράσταση στα επόμενα 80’. Ξεκίνημα με “Embers Fire” λοιπόν και με τον κόσμο να τραγουδάει ΔΥΝΑΤΑ κάθε στίχο. Ο ήχος καταπληκτικός, το υλικό να αποδίδεται καρφί όπως τότε και ο Nick Holmes ανανεωμένος όσο δε λέγεται, κιμπάρης, να μη θυμίζει σε τίποτα τον στρυφνό γκρινιάρη και μη επαγγελματία που συναντήσαμε σε αρκετές περιπτώσεις. Κι όταν είναι καλά ο Νικολάκης, δε γίνεται να μην είναι καλά η μπάντα. Ο Gregor Mackintosh λάμπει παίζοντας τα πάντα άψογα, λες και ο δίσκος μόλις κυκλοφόρησε. Που για την ακρίβεια ξανακυκλοφόρησε –και παραδόξως έχουν και τσίπα οι νέες εκτελέσεις- αλλά ελάτε τώρα, μιλάμε για το κανονικό ορθόδοξο “Icon”, αυτό που μας μεγάλωσε, που λύγισε ψυχές και που έγινε ένα με τις ζωές τόσων ανθρώπων. Ο δίσκος παίζεται με τη σειρά, το “Rememberance” δείχνει ότι θα έχουμε συνέχεια στις συγκινήσεις, η βαρύτητα του “Forging Sympathy” οδηγεί τον Guido να σπάσει το snare (ω ναι) με τον Holmes να τονίζει το γεγονός με χιούμορ.


 


 

Έτσι πριν το “Joys Of The Emptiness” (συγκίνηση), ο Holmes θα πει «έχουμε σπασμένο snare, είναι βέβαιο αυτό που σας λέω, μισό λεπτό παρακαλώ», η αλλαγή γίνεται άμεσα και ο Holmes αναφέρει το κομμάτι ως “Joys Of The Snaredrum” με την πανέμορφη doomy αγαλλίαση του κομματιού να τον κάνει μετά τις αντιδράσεις του κοινού να αναφέρει το αμίμητο “Wow Athens, you put a tear into my eye”. O Holmes σε τρομερή όρεξη και χαρά –κι ας ήθελε όπως πάντα να την κρύψει-, μας αναφέρει ότι πρέπει ξανά να αλλάξει το snare λέγοντας «ελπίζω να μην συνεχιστεί σε κάθε τραγούδι αυτό» κι ενώ ακούγεται η αρχή του “Dying Freedom”, πάλι ο αθεόφοβος το αναφέρει ανάλογα, λέγοντας “Lets go, Dying Snaredrum”. Καταλαβαίνετε πόσο υπέροχα παίζανε και πόσο υπέροχα περνούσαμε όλοι και οι ατάκες δεν σταματάνε εκεί. «Θα σας παίξουμε κάτι γρήγορο τώρα, οκ όχι τόσο γρήγορο όσο το “Reign In Blood” αλλά μπορείτε να παραβγείτε στο headbanging”, με το “Widow” να είναι μια από τις στιγμές που ο κόσμος τραγουδάει λίγο περισσότερο ΔΥΝΑΤΑ μέσα στη βραδιά. Φοβερή απόδοση που δεν είναι όνειρο αλλά πραγματικότητα, ο Guido συνεχίζει να δέρνει το drum kit, χωρίς πεθαμένα snare αυτή τη φορά μέχρι το τέλος ευτυχώς.


 


 

Το πρώτο μισό του δίσκου τελειώνει, με τον Holmes να αναφέρει «ένα κομμάτι που ταιριάζει με τον καιρό εκεί έξω και δε δείχνει να σταματήσει να ρίχνει όπως μου λένε», το “Colossal Rains” ακούγεται στο κολοσσιαίο μεγαλείο του και είναι από τις στιγμές που πιάνω εμένα και τους δίπλα μου να λέμε «Θεέ μου όντως το ακούμε ζωντανά», περνάμε στο επόμενο κομμάτι που σύμφωνα με τον Holmes "Τhis is a song for those who complain all the time, something which I am exceptional at”, με το “Weeping Words” να αποδίδεται μέσα στη γλύκα, ενώ η τσαχπινιά του “Poison” μας οδηγεί σ’αυτό που περιμένουν οι περισσότεροι, ο Holmes παίζει με το κοινό λέγοντας “All I want is…” με το κοινό να ουρλιάζει “A TRUE BELIEF” και τελικά ακούμε το αθάνατο “True Belief” με όλο ανεξαιρέτως το Fuzz να ουρλιάζει κάθε στίχο, βλέπω και δάκρυα γύρω μου ως κορύφωση όλου αυτού που ζούμε, τρομερή η απόδοση του “Shallow Seasons” πραγματικά και το κλείσιμο με το “Christendom” είναι βγαλμένο από όνειρο, το επιστέγασμα ενός μεγαλειώδους συνόλου που 30 χρόνια μετά δεν έχει παλιώσει αλλά παραμένει επίκαιρο και αψεγάδιαστο στις συνειδήσεις όλων, και είναι και μια απάντηση στην ίδια τη μπάντα στον αν οι οπαδοί ξέρουν τα κομμάτια.


 


 

Οι Έλληνες τουλάχιστον ειδικά με το “Icon” ξέρουν κάθε του στιγμή σαν να ήταν χθες κι αυτό φάνηκε, πιστεύω ότι και 3 μέρες σερί να παίζανε, θα γινόταν και τις 3 sold out αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Στο “Christendom” λυγίζουν όλοι, συγκρατώ ένα δάκρυ που πάει να μου βγεί, βράχος, “Icon” είσαι αφού που λένε και στη μοναδική συμπρωτεύουσα του πλανήτη και στο τέλος του ακολουθεί ένα μακροσκελές διάλειμμα 5’ που κάνει τον κόσμο να φωνάξει με όλη του τη δύναμη να επανέλθουν. Πράγμα που γίνεται τελικά και μάλιστα με το αγαπημένο μου κομμάτι τους, το “Sweetness”! Εκεί μιλάμε για πραγματικό σαγόνι πεσμένο στο πάτωμα, απίστευτη φρεσκάδα σαν να μην πέρασε μια μέρα, ενώ έχουμε κορυφαίο ενσταντανέ στο τέλος του με τον Holmes έτοιμο να προλογίσει το επόμενο κομμάτι του, έναν οπαδό να φωνάζει “PITY THE SADNESS” και τον Holmes να του απαντάει φλεγματικά «Ακούγεσαι λες και το ξέρεις, πως γίνεται να το ξέρεις;» (Setlist-άκηδες, αυτή η μάστιγα που δεν αφανίζεται δυστυχώς) και τους PL να θυμούνται τα καφρονιάτα τους με μια τρομερά ογκώδη –μιλάμε λες κι άκουγες Pantera- εκτέλεση του “Pity The Sadness” η οποία κάνει ειδικότερα τους παλιούς οπαδούς τους να ξεφύγουν λίγο παραπάνω φωνάζοντας “OOOOOH YEEEAAAH”!


 


 

Το τέλος πλησιάζει με ένα κομμάτι το οποίο έχει καταστεί σε ύμνο για τη νεότερη γενιά οπαδών τους, ο Holmes ρωτάει «ας δούμε, θα αναγνωρίσετε αυτό το riff;” Και το “No Hope In Sight” γίνεται δεκτό με ηρωική αποδοχή, ανοίγει κι ένας ψευτοκύκλος στο κέντρο και καλά να σπρωχτούν μερικοί και η συναυλία κλείνει με το “Ghosts” ή όπως λέω, το «Oι Κilling Joke είναι παντού» κομμάτι τους, το οποίο πλέον φαίνεται να καθιερώνεται ως το τέλος των συναυλιών τους και είναι το μόνο που με ενοχλεί λίγο, συναυλία που δεν τελειώνει με το “The Last Time”, είναι λίγο λάθος. Κατά τα άλλα νομίζω ότι μιλάμε πραγματικά για υπεράνω προσδοκιών, σκέψεων και ίσως και φαντασίας εμφάνιση, παιγμένα όλα στην (εν)τέλεια, με τη μπάντα να δείχνει ότι μάλλον η καραντίνα την επηρέασε τόσο θετικά που το έχει πάρει τελείως αλλιώς, τον Holmes άλλο άνθρωπο προς το καλύτερο (τι απέγινε εκείνος ο στρυφνός ενόχλας που δε μπορούσε καν να απαγγείλει επί σκηνής, πόσο μάλλον να τραγουδήσει, δε μου λείπει καθόλου)  και τον Guido Zima να τους κάνει να ακούγονται απροσπέλαστοι και βαρύτατοι όσο ποτέ. Το ερώτημα παραμένει. Αφού μπορείτε και παίζετε ΕΤΣΙ και ΑΥΤΑ τα κομμάτια, γιατί δε συνεχίζετε να παίζετε ΕΤΣΙ;

 

 

*Η απάντηση «δε θέλουν» εφόσον έχουν τη δυνατότητα να ακούγονται τόσο μεγαλειώδες, εκ του αποτελέσματος απορρίπτεται και δε θα γίνει ποτέ δεκτή.

 

 

I can see no good in taking your own life, when any moment death calls…

 

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας

Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Καταστρόφος (https://www.instagram.com/alexandros_kat/)

 

Comments