Ημερομηνία δημοσίευσης: 6 Νοεμβρίου 2017
Καλώς τους κι ας μας άργησαν κατιτίς. 6 χρόνια πήρε στους Communic να μας παρουσιάσουν το 5ο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ, διάστημα αρκετά μεγάλο και ειδικότερα για ένα συγκρότημα που τα προηγούμενα 6 χρόνια πριν από αυτό το διάλειμμα, δηλαδή την περίοδο 2005-2011, είχαν κάνει δυναμικά την εμφάνιση τους στο προσκήνιο του μεταλλικού ήχου και είχαν προλάβει να κυκλοφορήσουν τέσσερα πολύ ποιοτικά και ενδιαφέροντα άλμπουμ. Με το ντεμπούτο ''Conspiracy In Mind'' κάνανε το όνομα τους να ακουστεί πολύ δυνατά και δεν είναι λίγοι (για την ακρίβεια οι περισσότεροι) που θεωρούν ότι είναι και η πολύ μεγάλη τους στιγμή, η επόμενη φορά έφερε με κεκτημένη ταχύτητα το ''Waves Of Visual Decay'' για να διατηρηθεί η έμπνευση και το όνομα τους, ενώ στη συνέχεια ήρθε το ''Payment Of Existence'' το 2008 και το ''The Bottom Deep'' το 2011 για να ολοκληρώσουν τον πρώτο κύκλο της ύπαρξης τους σαν συγκρότημα. Στα τέλη του '12-αρχές του '13, το συγκρότημα ήταν έτοιμο να μπεί στο στούντιο και να ηχογραφήσει το 5ο άλμπουμ, η ζωή όμως προηγείται όλων των εξελίξεων και η γέννηση του γιού του τραγουδιστή Oddleif Stensland έβαλε πάγο στο δίσκο. Όταν μαζεύτηκαν ξανά για να ηχογραφήσουν, ο ντράμερ Tor-Atle Andersen απέκτησε δίδυμες κόρες κι έτσι ξανά η δημιουργία του δίσκου έμεινε πίσω για αρκετό χρονικό διάστημα εκ νέου.
Ο Stensland όμως επέμενε ότι αν χρειαζόταν να περιμένουν κι άλλο ώστε να κυκλοφορήσει την κατάλληλη στιγμή ώστε να μπορούν να το υποστηρίξουν. Φτάσαμε στα τέλη του 2017 κοντά ώστε το ''Where Echoes Gather'' να δεί το φως του ήλιου και να αποδειχτεί κατά την προσωπική μου άποψη ο σημαντικότερος δίσκος της καριέρας τους μέχρι σήμερα. Δε θα πώ ότι είναι ο καλύτερος ή ο πιό προοδευτικός, θα πώ όμως ότι είναι σίγουρα ο ωριμότερος και ο πλέον πολυδιάστατος που έχουν κάνει αυτά τα 12 χρόνια. Συνδυάζοντας τα καλύτερα στοιχεία των προηγούμενων τεσσάρων δίσκων και με την εξαετία που μεσολάβησε να είναι όσο νά'ναι τροχοπέδη για κάθε συγκρότημα που βρίσκεται σε ανοδική πορεία και θέλει να διατηρείται στις συνειδήσεις των οπαδών, οι Communic βγάζουν ένα δίσκο που εν έτει 2017 θα φέρει νοσταλγία και χαμόγελο σε οπαδούς συγκεκριμένης ηχητικής απόχρωσης. Οι Νορβηγοί δεν ξεχνάνε την βασικότερη αξία του μεταλλικού ήχου και γεμίζουν τα κομμάτια τους κιθάρες πολλών στρωμάτων, άλλοτε με ριφφ τα οποία οδηγούν το κομμάτι να απλωθεί σε βάθος όγκου, άλλοτε με γρήγορους καλπασμούς και τριπλές οι οποίες σφυρίζουν στο αυτί του ακροατή (υπέροχη αντηχεία) και άλλοτε με κατεβάσματα που ακολουθούνται από ανάλογα δυνατά τύμπανα τα οποία απογειώνουν το τελικό αποτέλεσμα προς τέρψη των αυτιών.
Αυτή τη φορά έχουν κάνει κάτι το πολύ έξυπνο κατά την προσωπική μου άποψη που ίσως αποδειχθεί cheat-ιά άνευ προηγουμένου. Ως γνωστόν για τους φίλους του συγκροτήματος και για να γνωρίζουν και οι αμύητοι, οι Communic προτιμούν να εκφράζονται σε μεγάλες διάρκειες κομματιών, κυριολεκτικά δεν το έχουν σε τίποτα να γράφουν κομμάτια 7-8' διάρκειας στο χαλαρό, ενώ δεν είναι λίγα αυτά που έχουν υπερβεί το δεκάλεπτο στα άλμπουμ τους. Τώρα όμως ενώ έχουμε θεωρητικά 9 κομμάτια στο δίσκο, πρακτικά μιλάμε για 6, καθώς 3 από αυτά χωρίζονται σε δύο μέρη το καθένα. Αρχή με το ''The Pulse Of The Earth'' το οποίο μπάζει τον ακροατή στο κλίμα του δίσκου. Πυρακτωμένα ριφφ, εκπληκτικές αλλαγές στους ρυθμούς, τύμπανα που σκοτώνουν και αλλαγές που πολλές ''προοδευτικές'' μπάντες θα ζήλευαν είναι τα κύρια χαρακτηριστικά όλου του δίσκου. Το κομμάτι χωρίζεται στα ''The Magnetic Center'' και ''Impact Of The Wave'', ενώ στη συνέχεια έχουμε το ομότιτλο κομμάτι και από τις μεγάλες στιγμές του δίσκου. Στο 1ο του μέρος ''Beneath The Giant'' είναι έκδηλη η επιθυμία του συγκροτήματος να απλώσει τον ήχο του περισσότερο από ποτέ, ενώ το 2ο μέρος ''The Underground Swine'' έχει τα πλέον κορυφαία ξεσπάσματα, με ριφφάρες και τύμπανα που είναι η χαρά του μέσου μεταλλά, εκτός πιά αν έχει αλλάξει τόσο το σκηνικό και μένω μόνος μου ως ρομαντικός.
Ακολουθούν τρία κομμάτια που στέκονται μόνα τους, με το μεγαλύτερο όλων ''Moondance'' να είναι πιό λυρικό και χαλαρό σε ρυθμό, για να κορυφωθεί προς το τέλος του με τα υπέροχα φωνητικά του Stensland και τις όμορφες μπασογραμμές του Erik Mortensen, σχεδόν θα το έλεγα ελεγειακό και ειδικά στο τελευταίο τρίλεπτο είναι αποθέωση. Το ''Where History Lives'' ακολουθεί σε κάπως πιο up-tempo προσέγγιση για να δείξει τι παιχταράδες είναι και οι τρείς, ενώ το ''Black Flag Of Hate'' παίζει να έχει δώσει και το νόημα του στο εκπληκτικό εξώφυλλο του δίσκου, από τα καλύτερα των τελευταίων ετών. Κομματάρες που διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς ούτε μισή filler στιγμή, για να έρθει στο τέλος το τελευταίο διπλοχωρισμένο κομμάτι ''The Claws Of The Sea''. Δεν ξέρω γιατί, αλλά έχοντας λιώσει τον δίσκο στην κυριολεξία τελευταία, πράγμα που δεν πολυπαθαίνω με νέες κυκλοφορίες, αυτό το τελευταίο κομμάτι με συγκινεί πολύ, ίσως γιατί μου έρχονται στο μυαλό πολλές στιγμές που ανακάλυπτα άλλα συγκροτήματα και γιατί έχει ένα τελείως '90s vibe μέσα του, κι αν το 1ο μέρος του ''Journey Into The Source'' απλά ξεκινάει ψαρωτικά το κομμάτι, στο 2ο μέρος ''The First Moment'' γεμίζει το πρόσωπο σου με χαμόγελο με το πανέμορφο χτίσιμο του κομματιού που κλείνει το δίσκο.
Γενικώς πιστεύω ότι οι Νορβηγοί κέρδισαν ένα πολύ μεγάλο στοίχημα με το ''Where Echoes Gather'', πρώτα με τον εαυτό τους, καθώς ρίσκαραν με τόσο μεγάλη αναμονή και εκ του αποτελέσματος δικαιώνονται πλήρως, ενώ θα μπορούσαν να πετάξουν αναμασήματα και σκόρπια ριφφ εδώ κι εκεί και να μείνουν ζωντανοί με κατώτερο υλικό. Το δυναμικό τρίο όμως βγάζει ένα πραγματικά ποιοτικό δίσκο, που ενώ δεν ανακαλύπτει νέα δεδομένα έκφρασης, δείχνει ότι έχουν το κάτι ξεχωριστό σ'αυτό το δαιδαλώδες βαρύτατο πράγμα που παίζουν, το οποίο δεν είναι ούτε prog με την κλασσική έννοια του όρου, ενώ ο όγκος του δεν το κάνει και το πλέον κλασσικομεταλλικό άκουσμα. Τραβάνε μοναχικό δρόμο όλα αυτά τα χρόνια και φυσικά πάντα με την κατηγορία ότι ήταν κλώνοι των Nevermore από όσους τους κούραζαν οι μεγάλες τους διάρκειες και κάποιες όντως εμφανείς ομοιότητες με το Αμερικάνικο πρώην μεγαλειώδες συγκρότημα. Προσωπικά όμως κι επειδή τυγχάνω οπαδός και των δύο, θα πώ ότι όσο υπάρχουν οι Communic να βγάζουν τέτοιους ειλικρινείς δίσκους, δε θέλω καμία τυχόν ψεύτικη επανασύνδεση Nevermore. Αν υπάρχει μία φορά που πρέπει να εμπιστευτείτε τους Communic, είναι σ'αυτόν τον δίσκο. Μπορεί να μην είναι 10άρι (ναί, 10άρι) σαν το ''Conspiracy In Mind'', αλλά δείχνουν ότι αν βασιστούν σε τέτοια νοοτροπία, πάνε για πολύ μεγάλα πράγματα στο μέλλον. Ίσως και να αξίζει θέση στην top-20 λίστα για το 2017...
ΥΓ: Η ενισχυμένη έκδοση του δίσκου προσφέρει φοβερά καλούδια, καθώς υπάρχει σχεδόν 20' παραπάνω υλικό, με 2 εκτελέσεις παλιώτερων κομματιών (''Watching It All Disappear'' και ''At Dewy Prime'') ζωντανά στο στούντιο, ενώ υπάρχει και μία ακουστική εκτέλεση του ''Waves Of Visual Decay'' από την 10ετή επετειακή τους συναυλία.
Bαθμολογία: 84/100
Για το Rock Overdose,
Δημήτρης Αλόρας