Συντάκτης: Μιχάλης Τσολάκος
Με τους Σουηδούς χάνεις το μέτρημα τα τελευταία χρόνια. Πληθώρα ζωντανών κυκλοφοριών ανάμεσα στις στούντιο δουλειές τους, άλλες επίσημες κι άλλες bootleg, άλλες πρόσφατες κι άλλες πιο παλιές (εποχής Legion συγκεκριμένα) βγαίνουν στην αγορά για φανατικούς συλλέκτες, αλλά και μη. Οι Marduk πάντα τράβαγαν τα φώτα της δημοσιότητας. Τους έχει μπει και με χίλια καρφιά η ταμπέλα των ακροδεξιών και, ειδικά στη χώρα μας, δεν σταυρώνουν συναυλία με τίποτα. Οι ίδιοι παραμένουν πιστοί στο πρόγραμμά τους. Δίσκοι (και τι δίσκοι ε;), περιοδείες παντού και φτου κι απ’ την αρχή.
Έτσι, φτάσαμε αισίως στην 15η πλήρη κυκλοφορία του συγκροτήματος. Το “Memento Mori” (λατινική φράση που στα Αγγλικά μεταφράζεται ως “remember you must die”) έχει την «ατυχία» να κυκλοφορεί μετά από δύο σπουδαίους δίσκους, τα “Frontschwein” και “Viktoria”. Μέσα από 42 περίπου λεπτά (αρκετά μεγάλο σε διάρκεια δηλαδή), το “Memento Mori” διοχετεύει όλη του την ενέργεια και στις 10 συνθέσεις του, κάτι που εν τέλει το κάνει να ακούγεται αγνό Marduk από την αρχή ως το τέλος. Αδυσώπητο, ασυμβίβαστο και σκληρό, όπως οφείλει να είναι το Σουηδικό black metal της μπάντας από το Norrköping, δε θα αφήσει κανέναν παραπονεμένο και θα μας μεταφέρει στη γη της Επαγγελίας των Marduk. Έναν τόπο γεμάτο αρρώστια, πείνα και συμφορά. Μήπως όμως τελικά πρόκειται για τον ίδιο τον πλανήτη μας;
Mε επιθετικό τρόπο λοιπόν, το “Memento Mori” ξεκινά ύπουλα για να αντηχήσει στους απανταχού black metal οπαδούς, που γουστάρουν βία και ταχύτητα. To oμώνυμο, εναρκτήριο κομμάτι είναι ένας δυναμίτης με καταιγιστικά riffs, σιδηροδρομικά ντραμς και θανατερά φωνητικά. Ό,τι θέλει ο μέσος οπαδός δηλαδή. Ο δίσκος ρέει ευχάριστα, παρά τον διψήφιο αριθμό κομματιών και την μεγάλη διάρκεια για ακραίου είδους metal. Έχει κάποια τρωτά σημεία, αν μιλήσουμε κυρίως με όρους βινυλίου, καθώς η πρώτη πλευρά είναι ανώτερη της δεύτερης. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως τα “Memento Mori”, “Heart Of The Funeral”, “Blood Of The Funeral”, “Shovel Beats Sceptre” και “Charlatan” υπερτερούν έναντι της δεύτερης πεντάδας, που όμως έχει το “Coffin Carol”. Ένα από τα πιο κολασμένα τραγούδια του άλμπουμ, που αναμφισβήτητα ακούγεται κτηνώδες με τον ηγέτη Håkansson να παραδίδει άψογα μαθήματα black meta riffing.
Nα πούμε πως ο Mortuus, πέραν των φωνητικών, έχει αναλάβει και μέρη του μπάσου και lead κιθαρίστα στα “Blood Of The Funeral” και “As We Are”, ο Morgan Håkansson τις κιθάρες και ο Simon Schilling τα ντραμς, στην παρθενική του δισκογραφική εμφάνιση με τους Σουηδούς, ενώ ο Devo Andersson και ο Joel Lindholm εμφανίζονται σαν guest μουσικοί στο μπάσο. Ο Devo έχει αποχωρήσει μεν, αναλαμβάνει την παραγωγή δε και πρόσφατα βοήθησε και σε κάποιες ζωντανές εμφανίσεις, ενώ ο Lindholm αποχώρησε για λόγους, που μπορεί άνετα να βρει κάποιος στο διαδίκτυο. Θα σταθώ λίγο παραπάνω στον Schilling, κυρίως γιατί ο προκάτοχός του ήταν ο Fredrik Widigs, μια πραγματική δολοφονική μηχανή στα ντραμς. Και ο Simon έχει αφήσει το στίγμα του όμως, με τους At The Grave, Belphegor, Eucharist και Panzerchrist. Στο “Memento Mori” χτυπάει δίχως αύριο, δυνατά, γρήγορα, μεταφέροντας ωμή ενέργεια στα ηχεία, αλλά ηρεμεί όπου χρειάζεται για να κρατήσει το ρυθμό. Η παραγωγή του Devo στα Endarker Studio και οι συνθέσεις κάνουν το “Memento Mori” έναν δίσκο που ενσωματώνει την ακατέργαστη και αδυσώπητη ένταση, που έχει γίνει συνώνυμη με τον σκοτεινό ήχο της μπάντας, στο επιθετικό παίξιμο και τα ανατριχιαστικά φωνητικά, στοιχεία που εδώ και 33 χρόνια έχουν κάνει τους Marduk πρωτοπόρους της σουηδικής black metal σκηνής.
Κρατώντας λοιπόν όλα τα παραπάνω και με αιχμή του δόρατος το πρώτο single, “Blood Of The Funeral”, το “Marching Bones” (με το groove και τη μανία στο παίξιμο του Schilling) και το “Year Of The Maggot”, που ξεχειλίζει σκοτάδι και οργή, καταλήγουμε ότι το “Memento Mori” είναι ένα ακόμα τολμηρό άλμα προς τα εμπρός για το συγκρότημα, με ματιά και προς το παρελθόν. Τιμάει την κληρονομιά και το όνομα των Marduk και θα βασανίζει τα στερεοφωνικά μας για καιρό.
Βαθμολογία: 80/100
Για το Rock Overdose,
Μιχάλης Τσολάκος