HELSTAR Tribute: The Kings Are Dead, Long Live The Kings!

Το σωτήριο έτος 1981 στο Houston του Texas, ξεκίνησε ένα από τα πιο όμορφα και τιμημένα κεφάλαια που γράφτηκαν ποτέ στην ιστορία του μεταλλικού ήχου. Το συγκρότημα που ονομάστηκε Helstar σχημάτισε ο κιθαρίστας Larry Barragán και στο πλευρό του γρήγορα τάχθηκε ο αειθαλής όπως αποδείχθηκε στην πορεία τραγουδιστής James Rivera. Με την προσθήκη μελών όπως ο κιθαρίστας John Diaz (τέλη ’81 με αρχές ’82) αρχικά και στη συνέχεια ο μπασίστας Paul Medina (1983) και ο ντράμερ Hector Pavon (την ίδια χρονιά) και ένα ενδιάμεσο πέρασμα ενός τύπου ονόματι Rick Gutierez στις κιθάρες που δεν στέριωσε, οι Helstar ως πενταμελές συγκρότημα ηχογράφησαν τα δυο πρώτα τους demo το 1983, ονόματι “1983 demo” και “Live demo” αντίστοιχα. Πριν την ηχογράφηση των δυο demo και πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία για το πρώτο τους άλμπουμ, την θέση του Diaz παίρνει ως δεύτερος κιθαρίστας ο Τom Rogers, έτσι το ίδιο line-up (Rivera, Barragán, Rogers, Medina, Pavon) θα ηχογραφήσει εν έτει 1984 και το ντεμπούτο των Helstar. Kάπως έτσι ξεκινάει κι επίσημα η δισκογραφία των Helstar και είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να πούμε δυο λόγια για τα σπουδαία τους άλμπουμ που τους κατέστησαν ως ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα του λεγόμενου U.S. metal και που τόσο πολλούς επηρρέασαν.

 

 

 

 

Burning Star” (1984, Combat Records)

Το ντεμπούτο των Helstar τους βρίσκει με συμβόλαιο στην ιστορική Combat Records, έτσι το συγκρότημα μοιράζεται εκείνο τον καιρό την ίδια δισκογραφική στέγη με κολοσσούς όπως οι Megadeth και Exodus και προλαβαίνει μάλιστα να κυκλοφορήσει ντεμπούτο πριν από τις δυο μεγάλες μπάντες του thrash (το τονίζουμε για να δείτε τι σημαίνει Helstar σε βάθος ετών). Το “Burning Star” τους βρίσκει ως μια ατόφια heavy metal μπάντα, πριν την αλλαγή του ύφους τους σε πιο up-tempo κι εμβατηριακούς ρυθμούς, και από το ξεκίνημα με το ομότιτλο κομμάτι μέχρι το τέλος με το φοβερό “Draculas Castle”, οι Helstar ξεδιπλώνουν το ξεχωριστό τους ταλέντο, καθώς το ατόφιο τους μέταλλο συνέχιζε την παράδοση των Savatage και Queensryche και σε καιρούς που το thrash ανέβαινε, έκανε τη μεγάλη διαφορά και βοήθησε τα μέγιστα ώστε να θεμελιωθεί ο λεγόμενος Αμερικάνικος ήχος. Κομμάτια σαν το “Run With The Pack” ή το “Witch’s Eye” έκαμψαν άμεσα κάθε αμφιβολία, και σε μόλις 35’, το “Burning Star” δικαιούται να συγκαταλέγεται στα κορυφαία ντεμπούτα όλων των εποχών και ειδικά με καταγωγή την Αμερική. Οι περισσότεροι λόγω διαφοράς ηλικίας ήρθαν σε επαφή με το δεύτερο εξώφυλλο, όπου ένα διαστημόπλοιο εκρήγνυται στον κατάμαυρο ουρανό, αλλά το αυθεντικό εξώφυλλο του δίσκου είναι με τον Χάρο ντυμένο στα κόκκινα, κραδαίνοντας ένα δρεπάνι και μια μπάλα φωτιάς. Μια ιδανική αρχή με την συνέχεια να γίνεται ακόμα καλύτερη.

 

 

 

 

“Remnants Of War” (1986, Combat Records)

Δίσκος αλλαγών για τους Helstar, οι οποίοι μεταξύ άλλων, λίγο πριν την κυκλοφορία του έπαιξαν την πρώτη τους συναυλία σε αρένα ανοίγοντας για τους Stryper! Νέος κιθαρίστας ο Robert Trevino, νέος μπασίστας ο Jerry Abarca που αναλαμβάνει και τα πλήκτρα στο δίσκο και στα τύμπανα ο René Luna, τρία νέα πρόσωπα δίπλα στο ηγετικό δίδυμο Barragán/Rivera και το “Remnants Of War” όπως ονομάζεται το δεύτερο άλμπουμ, μας συστήνει την μορφή των Helstar που αγαπήσαμε όλοι μας. Περισσότερες αναφορές σε power/speed φόρμες και μακριά από το κλασικομεταλλικό στυλ του “Burning Star”, το “Remnants Of War” είναι ένα σίγουρα πιο φιλόδοξο αλλά και πιο πλήρες άλμπουμ από το ντεμπούτο τους. Στο τελευταίο τους άλμπουμ για την Combat, οι Helstar ανεβάζουν το τέμπο της μουσικής τους, ακούγονται σαν να εφορμούν μέσα από τα ηχεία σου και ο δίσκος είναι η μετάβαση από το κλασικό στυλ του πρώτου δίσκου στο ακόμα πιο αιχμηρό στυλ στη συνέχεια. Κομμάτια όπως το “Evil Reign” ή το “Suicidal Nightmare” δεν γράφονται κάθε μέρα, ενώ το κλείσιμο του “Angel Of Death” (σημειώνουμε ότι προηγήθηκε των Helstar του αντίστοιχου των Slayer στην ίδια χρονιά) είναι ιδανικό, προϊδεάζοντας εν μέρει τι θα μπορούσε να ακολουθήσει στη συνέχεια. Η συνεργασία με την Combat έληξε, αλλά η Metal Blade γρήγορα τους υπογράφει στις τάξεις της και η ιστορία στη συνέχεια θα γραφτεί με ολόχρυσα γράμματα!

“A Distant Thunder” (1988, Metal Blade Records)

Δυο και κάτι χρόνια περνάνε μετά το “Remnants Of War” όπου το όνομα των Helstar ακούγεται όλο και περισσότερο, και με νέες αλλαγές, ο κρίσιμος τρίτος δίσκος όπως αναφέρεται για κάθε συγκρότημα είναι προ των πυλών. Νέος κιθαρίστας ο ΠΑΙΧΤΑΡΑΣ André Corbin, ο οποίος με τον Barragán θα σχηματίσει ένα από τα κορυφαία κιθαριστικά δίδυμα όλων των εποχών. Νέος ντράμερ ο Frank Ferreira, ο οποίος το παίρνει πάνω του εξ’αρχής, και ο δίσκος ξεκινάει με το κρεσέντο του  στο εκ των αγαπημένων κομματιών των οπαδών και ίσως πιο γνωστού της καριέρας τους, “The King Is Dead”. O Rivera έχοντας πλήρως απασφαλίσει σε σχέση με το παρελθόν, δίνει το πρόσταγμα με το καλημέρα: “Assassin, assassin, they’ve come to take his life, they wave the flag of anarchy and chant THE KING MUST DIE”! Θρίαμβος από τα αποδυτήρια, με τον ήχο των Helstar να έχει γίνει τόσο ογκώδης και δολοφονικός που θα τον ζήλευαν και οι thrash μπάντες της εποχής (το death metal δεν είχε εκραγεί ακόμα επίσημα). Ο καλύτερος δίσκος των Helstar ως τότε με άνεση, βρίσκει τους Barragán και Corbin να πολεμάνε μεταξύ τους στο ποιος θα καρφώσει περισσότερο το ιδανικό riff και σόλο με το αποτέλεσμα να καταλήγει σε άτυπη ισοπαλία και τον ακροατή να δοξάζεται μέσα από το σύνολο του “A Distant Thunder”. Όποιος έχει καταφέρει να ακούσει το “Tyrranicide” χωρίς να μείνει στήλη άλατος από το δέος, ή δεν έχει καρδιά, ή είναι επιεικώς κουφός. Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις 29 Νοεμβρίου 1988 και έχει την σημασία του διότι…

 

 

 

 

Nosferatu” (1989, Metal Blade Records)

…διότι το επόμενο άλμπουμ ονόματι “Nosferatu” κυκλοφορεί στις 5 Σεπτεμβρίου 1989! Δηλαδή μόλις 9 μήνες μετά. Έτσι και μόνο έτσι εξηγείται ο γενικότερος συνθετικός οίστρος των Helstar υπό αυτό το line-up, καθώς μέσα σε 9 μήνες βγάζουν τα δυο απόλυτα άλμπουμ της καριέρας τους, και μάλιστα το “Nosferatu” καταφέρνει το ακατόρθωτο, να εκθρονίσει το “A Distant Thunder” από την κορυφή της δισκογραφίας τους. Καλά καταλάβατε, Ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ HELSTAR ΔΙΣΚΟΣ με διαφορά, και με το κιθαριστικό κρεσέντο των Barragán και Corbin να μην έχει τελειωμό. Αυτή τη φορά, οι Helstar σε σημεία φτάνουν στο όριο του thrash, με το εναρκτήριο "Baptized In Blood” να διαλύει τις άμυνες και τη συνέχεια με τα “To Sleep, Per Chance To Scream” και “Harker’s Tale (Mass Of Death)” να αποτελούν για πολλούς την Αγία Τριάδα που ορίζει την μουσική των Helstar. To instrumental “Perseverance And Desperation” του Corbin αναδεικνύει και την «κόντρα» εκείνη την εποχή με τον Barragán o οποίος δεν το ήθελε στο δίσκο, αλλά δε γίνεται να φανταστεί κάποιος τον δίσκο χωρίς αυτό. Κομμάτια όπως το “Benediction” και το “Aieliaria And Everonn” απλά επιβεβαιώνουν το μεγαλείο του “Nosferatu” μέχρι το τέλος, και όσο κι αν θέλουμε να ισχυριστούμε το αντίθετο, τίποτα ξανά δεν ήταν το ίδιο ιδανικό στην δισκογραφία τους. Οι Helstar κλείνουν τα ‘80s με το απόλυτο 4/4 από 10αρια (οκ αυτό και το “A Distant Thunder” είναι 11/10) και νέες περιπέτειες τους περίμεναν στη συνέχεια σε καιρούς που ο μεταλλικός ήχος άλλαζε ριζικά. Εδώ πάντως μιλάμε για μνημείο πολιτισμού που θα έπρεπε να διδάσκεται καθημερινά και δωρεάν σε όσους έχουν σχέση με το βαρύ μέταλλο γενικότερα.

 

 

 

 

“Multiples Of Black” (1995, Massacre Records)

Μετά την κυκλοφορία του “Nosferatu” κι ενώ οι Helstar έπρεπε κανονικά να διαλύσουν το σύμπαν στο πέρασμα τους, οι Barragán, Corbin και Ferreira άφησαν το συγκρότημα σταδιακά με το μέλλον της μπάντας τέρμα αβέβαιο και μόνο τον Jerry Abarca να μένει στο πλευρό του James Rivera. Δίσκος Helstar χωρίς ειδικά τον Barragán γίνεται; Απ’ότι φαίνεται γίνεται. Αφού είχαν ηχογραφηθεί δυο demo ενδιάμεσα, το “Demolition” του 1990 με τη σύνθεση των “A Distant Thunder”/”Nosferatu” και ένα promo demo το 1993 που απέτυχαν να τραβήξουν την προσοχή των εταιρειών, εν τέλει το 1995 και 6 χρόνια μετά το “Nosferatu” οι Helstar επιστρέφουν με τo “Multiples Of Black”, στην παραγωγή του οποίου έβαλε το χεράκι του και ο «πολύς» David Ellefson, με το αποτέλεσμα της να είναι καταδικαστικό για τον δίσκο. Ο ήχος είναι ένα απόλυτο ΧΑΛΙ και θάβει τις ωραίες ιδέες. Στις κιθάρες εδώ έχουμε τον Aaron Garza και τον D. Michael Heald και στα τύμπανα τον Russell DeLeon, οι οποίοι όσο φιλότιμα κι αν προσπάθησαν να βοηθήσουν το πραγματικά φοβερό κι εδώ Rivera, ο ήχος του δίσκου τους καταδικάζει. Οι κιθάρες ακούγονται λες και παίζουν από κονσόλα Sega/Nintendo της εποχής, τα τύμπανα δεν έχουν το παραμικρό βάθος, κι ενώ η μπάντα έχει φιλότιμες ιδέες, καταδικάζεται σε αιώνια σύγκριση με το ιστορικό παρελθόν της στα ‘80s. Είναι ένας κακός δίσκος; Όχι! Είναι ένας δίσκος όμως που ο ήχος του σε αποτρέπει από το να τον ακούς και δη συχνά; Ξεκάθαρα ναι! Δεν έπρεπε να έχει κυκλοφορήσει ποτέ, όχι ποιοτικά, αλλά καθαρά αισθητικά. Δεν σώζεται ούτε με remaster και πιθανές επανεκτελέσεις!

Υ.Γ.:Η άμοιρη διασκευή (;;!!!) του κορυφαίου κομματιού στην καριέρα των Judas Priest (“Beyond The Realms Of Death”) είναι το λιγότερο για μήνυση!

 

 

 

 

Παρένθεση εδώ καθώς ακολουθεί ένα διάστημα στο οποίο το συγκρότημα ενώ δεν έχει διαλύσει, η δραστηριότητα του ήταν περιορισμένη. Είχαμε σπασμωδικές κυκλοφορίες με το όνομα τους, όπως το live “Twas The Night Of A Helish Xmas” το 2000 με μια συναυλία ηχογραφημένη στο Backstage Club τα Χριστούγεννα του ’89 για την περιοδεία του “Nosferatu”, ενώ την επόμενη χρονιά κυκλοφόρησε η split κυκλοφορία Helstar/Vigilante από την Iron Glory Records με τίτλο “The James Rivera Legacy”. To 2006 η μπάντα παίρνει τα πάνω της και επανενώνεται με το line-up του “Remnants Of War” με τον Rob Trevino να επιστρέφει στις κιθάρες μαζί με τον Barragán και με τον ντράμερ Russell DeLeon να παραμένει κανονικά στο συγκρότημα. Αποτέλεσμα της επανένωσης αυτής, αρχικά το βίνετο “Burning Alive” από το reunion show του 2001 στο Bang Your Head Festival στη Γερμανία, και στη συνέχεια η κυκλοφορία “Sins Of The Past” το 2007 το οποίο αποτελείται από επανεκτελέσεις τραγουδιών των πρώτων τεσσάρων ιερών δίσκων τους, συν δυο νέα κομμάτια εκείνης της εποχής. Ισχύει κι εδώ ότι με τα δυο κορυφαία τους άλμπουμ, αυτό βγήκε στις 23 Νοεμβρίου του 2007, και 8 μήνες είχαμε ξανά χαρμόσυνα νέα!

 

 

 

 

“The King Of Hell” (2008, AFM Records)

Επιστροφή που περίμενε πάρα πολύς κόσμος και στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Όχι, το “The King Of Hell” δεν ήταν του επιπέδου των τεσσάρων πρώτων δίσκων, αλλά αποτέλεσε το βαρύτερο άλμπουμ των Helstar ως εκείνη την εποχή και με πραγματικά σπουδαία κιθαριστική δουλειά από τους Barragán και Trevino και τον Rivera να αποδεικνύει ότι η ηλικία είναι απλά ένας αριθμός κι ότι μάλλον… πίνει αίμα για να κρατιέται νέος σαν τις ιστορίες βαμπίρ που συνήθιζε να εξιστορεί, οι Helstar προσφέρουν ένα σπουδαίο άλμπουμ που τίμησε το όνομα τους. Δεν έχει λάβει την αξία που του αναλογεί 15 χρόνια μετά την κυκλοφορία του προφανώς, αλλά θυμάμαι την χαρά όσων το είχαν ακούσει τότε και που έβλεπαν την μπάντα να επιστρέφει όπως έπρεπε. Θεωρώ ότι αν είχε κυκλοφορήσει κάπου 10-15 χρόνια πριν, θα είχε λάβει πολύ μεγαλύτερη αποδοχή, αλλά ακόμα κι έτσι αποτελεί ένα σύνολο όπου οι Helstar ακούγονται τρομερά φλεγματικοί αλλά και φρενήρεις, έτσι από τη μία έχουμε σαρδόνιες κομματάρες όπως το “Wicked Disposition” κι από την άλλη thrash δυναμίτες όπως το “Pain Will Be Thy Name” που θα ζήλευαν πολλές μπάντες εκείνη την εποχή που το είδος ξαναέπαιρνε τα πάνω του με νέα άλμπουμ που το έβγαζαν ξανά στο προσκήνιο. Η AFM Records είχε κάνει μια πάρα πολύ καλή προώθηση εκείνη την εποχή και οι Helstar επισήμως ήταν ξανά ανάμεσα μας, διεκδικώντας ένα κομμάτι της αναγνώρισης που δεν έλαβαν στις μέρες συνθετικής δόξας τους. Σημασία είχε η επιστροφή που τους έδωσε την απαραίτητη ώθηση να συνεχίσουν να δισκογραφούν  και το πέτυχαν με το παραπάνω.

 

 

 

 

“Glory Of Chaos” (2010,  AFM Records)

Ο Russell DeLeon αποτελεί πλέον παρελθόν ως ντράμερ και τη θέση του έχει πάρει ο Michael Lewis (που εδώ μας συστήνεται ως Mikey). Οι Helstar δίχως να είναι διατεθιμένοι να αφήσουν τη σκόνη της επιστροφής τους με το “The King Of Hell” να κατακαθίσει, επιστρέφουν δυο χρόνια μετά με το “Glory Of Chaos” κι ενώ λίγο νωρίτερα έχει κυκλοφορήσει το compilation “Rising From The Grave” που αποτελείται από τα “A Distant Thunder”/”Nosferatu” και το DVD της Χριστουγεννιάτικης εμφάνισης του ’89 που αποτέλεσε το “Twas The Night Of A Hellish Xmas”. Σαν να μην πέρασε στιγμή από το “The King Of Hell”, οι Helstar στο πιο τσιτωμένο τους άλμπουμ και σε πολλά σημεία παίζοντας πεντακάθαρο thrash, προσφέρουν μια πυρακτωμένη δόση αδρεναλίνης στους ανυποψίαστους οπαδούς τους με ένα ακόμα σπουδαίο άλμπουμ. Τώρα αν και κατά πόσο περίμεναν κάποιοι να σκληρύνει τόσο πολύ το συγκρότημα, θεωρώ δεν το είδαν να έρχεται. Barragán και Trevino το βιολί τους και εδώ με απίστευτα σκληρά και βαριά riff να ακολουθούν το ένα το άλλο, ενώ και ο Lewis στα τύμπανα αποδεικνύεται φοβερή προσθήκη, καθώς χτυπάει πραγματικά ΔΥΝΑΤΑ! Δεν ξέρω αν και κατά πόσο στο “King Of Hell” και ειδικότερα εδώ στο “Glory Of Chaos” αναγνωρίζει κανείς τους Helstar που αγάπησε στην πρώτη τους εποχή, καθώς οι ηχητικές διαφορές είναι τεράστιες, ενώ κι ο ίδιος ο Rivera παρά τη δεδομένη του φόρμα όπως κάθε φορά, δε διστάζει σε σημεία να γίνει πιο αιχμηρός και «κάφρος». Νέα δισκάρα για τους Helstar κόντρα σε όλα τα προγνωστικά εκείνης της εποχής! Κερασάκι στην τούρτα, οι διασκευάρες στα “Heavy Metal Thunder” (Saxon) και “Animal Magnetism” (Scorpions).

 

 

 

 

“This Wicked Nest” (2014, AFM Records)

Μετά από μια τιμημένη 30ετία (από το 1984), ο μπασίστας Jerry Abarca θα αποτελέσει παρελθόν καθώς αρρώστια που σχετιζόταν με διάφορες στομαχικές διαταραχές δεν του επέτρεπε να συνεχίσει να περιοδεύει. Tου επόμενου δίσκου, προηγείται η κυκλοφορία του βίντεο “XXX (30 Years Of Hel)” όπου βγαίνει και σαν dvd/διπλό cd και περιλαμβάνει εορταστική εμφάνιση 2 ωρών (!) για τα 30 χρόνια τους στο Warehouse στην πατρίδα τους το Houston στις 24/3/2012. Στο τελευταίο τους άλμπουμ για την AFM Records, ονόματι “This Wicked Nest”, χρέη μπασίστα αναλαμβάνει ο session-ας Σλοβένος Matej Susnik. To “This Wicked Nest” συνεχίζει να… θρασάρει δίχως έλεος, με τους Helstar ως καθαρή thrash μπάντα πλέον, με τη διαφορά ότι το άλμπουμ αυτό κοιτάει λίγο περισσότερο προς το παρελθόν και δη προς την περίοδο των “A Distant Thunder”/”Nosferatu”, καθαρά ηχητικά και σε κάποια κατεβάσματα των riff. Το τέμπο είναι και πάλι από πολύ ανεβασμένο ως φρενήρες σε πολλά σημεία, απλά είναι λιγότερο χαοτικό από το “Glory Of Chaos” και θα μπορούσε περισσότερο να ακούγεται σαν δίσκος που βγήκε πριν τον προκάτοχο του και μετά το “The King Of Hell”. Τρομερά και πάλι τα riff αλλά και τα τύμπανα, είναι να απορεί κανείς τι λόξα τους έπιασε στα… γεράματα (περασμένα 50 πλέον όλοι εδώ) και παίζανε έτσι, αλλά από την άλλη, μπορούμε και να ισχυριστούμε ότι στην AFM περίοδο τους κάνανε ένα άτυπο 3/3 μετά την επιστροφή τους και με δεδομένη ποιότητα δίσκων.

Υ.Γ.: Το καλό της υπόθεσης είναι ότι αυτήν την τριάδα μπορεί κάποιος να την ακούσει και σήμερα μετά από χρόνια και να παρατηρήσει την φρεσκάδα τους σαν άλμπουμ, ατομικά το καθένα και σαν σύνολο και τα τρία.

 

 

 

 

“Vampiro” (2016, EMP – Label Group)

Γρήγορη επιστροφή μετά το “This Wicked Nest” και μάλιστα με νέες αλλαγές στο συγκρότημα. Νέος κιθαρίστας ο Andrew Atwood και νέος μπασίστας ο Garrick Smith που είχε μπει νωρίτερα στο συγκρότημα. Αποτέλεσμα της νέας σύνθεσης το “Vampiro”, το οποίο όπως εύκολα μπορείτε να καταλάβετε από τον τίτλο, αποτελεί ένα δίσκο αφιερωμένο στην ψύχωση του Rivera με τους βρυκόλακες. Ο δίσκος προσπαθεί να επαναφέρει την μπάντα σε πιο γνώριμα στους παλιούς οπαδούς μονοπάτια, το υλικό παύει να πατάει και με τα δυο πόδια στο thrash, χωρίς ωστόσο να χάνεται το υψηλό και ακραίο τέμπο σε πάρα πολλά σημεία. Νέα εταιρεία η EMP – Label Group και το νέο ξεκίνημα τους αποτελεί επιστροφή στις ρίζες εν μέρει. Το “Vampiro” ηχητικά δεν είναι τόσο σοκαριστικό όσο οι τρεις προκάτοχοι του σε ότι αφορά δεδομένα επανασύνδεσης αποκλειστικά. Είναι πιο ώριμο και παίρνει περισσότερες ακροάσεις να αφομοιωθεί, καθώς στα προηγούμενα άλμπουμ κακά τα ψέματα η τσίτα και η ταχύτητα υπερέχουν τόσο πολύ που δεν αφήνουν έδαφος για παρερμηνείες. Και προφανώς μιλάμε και πάλι για αξιολογότατο δίσκο από πλευράς Helstar, τον τελευταίο τους μέχρι στιγμής με 7 χρόνια απουσίας σε ότι αφορά τα full-length. Το συγκρότημα έλαβε για άλλη μια φορά πολύ καλές κριτικές και στη  συνέχεια τα ίχνη τους χάθηκαν για αρκετό καιρό. Δεν γνωρίζω αν εν τέλει αποδεικνύεται ότι έχασαν κάποιο momentum, αλλά τα χρόνια περνάνε και νέος δίσκος δεν έρχεται, μακάρι αυτό να συμβεί σύντομα.

 

 

 

 

Τελευταία κυκλοφορία τους αποτελεί το compilation “Clad In Black” το 2021, από την Massacre Records αυτή τη φορά! Αποτελείται από τρία πολύ καλά νέα κομμάτια, τα “Dark Incarnation (Mother Of The Night)”, “Black Wings Of Solitude” και “Across The Raging Seas”, συν τρεις διασκευές στα “Restless And Wild” (Accept), “After All” (Black Sabbath) και “Sinner” (Judas Priest). Όλα αυτά στο πρώτο cd γιατί το δεύτερο είναι το… “Vampiro”! Γιατί και πως αποφασίστηκε ένα άλμπουμ που είχε κυκλοφορήσει 5 χρόνια πριν να αποτελέσει δεύτερο cd σε μια νέα κυκλοφορία, ένας Θεός το ξέρει, μη με ρωτάτε. Στα 3 νέα τότε κομμάτια, οι Helstar επιστρέφουν οριστικά στον ‘80s ήχο τους μετά από πάνω από 30 χρόνια άλλων αναζητήσεων. Ξεχάστε τις υψηλές ταχύτητες, τις τσιρίδες τσίτας και το ξύλο, όχι ότι φυσικά λείπουν οι ριφφοσειρές που μας είχαν συνηθίσει, αλλά σε σαφέστερα πιο εξευγενισμένα μονοπάτια.

 

 

 

 

Τη δεδομένη στιγμή δεν γνωρίζουμε πλήρως τις κινήσεις τους, θεωρώ ότι έχει έρθει η ώρα για ένα νέο άλμπουμ. Από την άλλη δεν είναι και μικρά παιδιά, με τον Rivera ειδικά να πλησιάζει τα 63, άρα δε μπορεί να θεωρείται και δεδομένο ότι θα συνεχίσουν δισκογραφικά. Όποιος έχει δει τους Helstar σε κάποια από τις εμφανίσεις τους στη χώρα μας (2004, 2011 και 2017 οι προηγούμενες, όπου όπως βλέπετε μεσολαβούν πάντα 6-7 χρόνια) ξέρει τι να περιμένει και πόσο καλύτερα παίζουν τα ιστορικά τους κομμάτια. Παρά τα σκαμπανεβάσματα, τις αλλαγές κατεύθυνσης, τις όποιες λάθος επιλογές και την μόνιμη αύρα των outsiders, παραμένουν ΚΕΦΑΛΑΙΟ του ένδοξου Αμερικάνικου ήχου και μια μπάντα με πάνω από 40 χρόνια στο κουρμπέτι. Αξίζουν τον σεβασμό όλων κι όταν θα έχει έρθει η ώρα να ρίξουν αυλαία, θα έχουν κάθε δικαίωμα να συγκαταλέγονται στους σπουδαίους του μεταλλικού ήχου!

 

Το άστρο τους λάμπει ακόμα, τόσο φωτεινό που δείχνει το δρόμο στις νεότερες γενιές!

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας.

 

 

 

 

Οι Helstar θα εμφανιστούν στο Κύτταρο στις 9 Απριλίου!

Πληροφορίες για το live: https://www.facebook.com/events/918616446118788

 

 

 

 

 

Comments